config

Νέα-Εκδηλώσεις

Ενημερωθείτε για πρόσφατες δημοσιεύσεις, δρώμενα και εκδηλώσεις.
captcha 

'Ολα τα Άρθρα

Χρήσιμοι Σύνδεσμοι

Σχολή Κοσμικής Συνείδησης
Σχολή Εσωτερικής Φιλοσοφίας και Ανάπτυξης

iamvlichos.gr
Κατάλογος και δικτυακό βιβλιοπωλείο των εκδόσεων: "Ιάμβλιχος"

archive.gr
Αρχείο μελετών για τον Πολιτισμό...και άλλα!

Σελήνη - Ζώδια

Taurus
Sun in Taurus
28 degrees
Virgo
Moon in Virgo
21 degrees
Waxing Gibbous Moon
Waxing Gibbous Moon
11 days old
Powered by Saxum

Εκδόσεις Ιάμβλιχος

Κοινωνία - Κόσμος

Το Κίνημα: «Περιπλανώμενα Πουλιά»

Το κίνημα Βάντερφογκελ (Wandervogel) –Περιπλανώμενα Πουλιά, σε ελεύθερη μετάφραση- είναι ένα από τα πρώτα νεανικά κινήματα της σύγχρονης ιστορίας που οραματίστηκε έναν καλύτερο κόσμο.

Εξαιρετικά δυναμικό, εμφανίστηκε κυρίως στις γερμανόφωνες χώρες και την Ιαπωνία στις αρχές του 20ου αιώνα. Τις ιδέες του ασπάσθηκαν  αρκετές ομάδες με χαρακτήρα κοινωνικής αμφισβήτησης. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της γερμανικής κουλτούρας κατά τις πρώτες θυελλώδεις δεκαετίες του 20ου αιώνα.

Ενέπνευσε νεανικά και εναλλακτικά κινήματα και άνοιξε το δρόμο για τη δημιουργία πολλών ειδών κοινότητων. Επέδρασε σε μεγάλο βαθμό στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που συντελέστηκαν στη Γερμανία και το Ισραήλ, οι οποίες με τη σειρά τους επηρέασαν τα πρωτοπόρα σύγχρονα παιδαγωγικά ρεύματα. Διαμόρφωσε με το ήθος του τη λεγόμενη γενιά της αμφισβήτησης των δεκαετιών ‘60-’70. Κάποιοι μελετητές θεωρούν ότι το κίνημα των Χίπις που διαδόθηκε τότε ήταν έντονα επηρεασμένο από τα Περιπλανώμενα Πουλιά.[i],[ii]

 

Το Κίνημα στα Πρώτα του Βήματα 

Τα Περιπλανώμενα Πουλιά χαρακτηρίζονται ως κίνημα, όρος που πρωτοεμφανίζεται στην δεύτερη ή Ιουλιανή Γαλλική Επανάσταση το 1830, κατά την οποία οι φορείς της αλλαγής ονομάστηκαν μερίδα της κίνησης (partie du movement) και οι αντίπαλοί τους μερίδα της τάξης (partie de l’ordre). Ο όρος δεν περιορίζεται μόνο στο κοινωνιολογικό πεδίο, αλλά εξαπλώνεται στην τέχνη, όπου ο σουρεαλισμός περιγράφεται ως κίνημα, και στην επιστήμη, όπου ο Φρόιντ χρησιμοποιεί τον όρο «ψυχαναλυτικό κίνημα» για να περιγράψει τη ραγδαία ανάπτυξη της ψυχανάλυσης. Ένα «κίνημα» περιλαμβάνει ένα σύνολο ανθρώπων μέσα από ουδέτερο πλήθος λαού που έχουν ένα κοινό όραμα, το οποίο επιχειρούν να πραγματοποιήσουν όντας σε αντιπαράθεση με το κράτος και τους στατικούς κατεστημένους θεσμούς.[iii]

Στο βιβλίο της για τον ολοκληρωτισμό, η Χάνα Άρεντ (Hannah Arendt) αναφέρει ότι αμέσως πριν και αμέσως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα κινήματα στην Ευρώπη γνώρισαν εξαιρετική ανάπτυξη, σε αντιδιαστολή με τα κόμματα που μπήκαν σε περίοδο βαθιάς κρίσης. Είναι η περίοδος κατά την οποία αναπτύσσεται και το κίνημα των Περιπλανώμενων Πουλιών που επιχείρησε να φέρει την ελευθερία και την ανεξαρτησία ως έμπρακτη και δυναμική απάντηση στην ασφυκτική καταπίεση και υποτίμηση των νέων.

4Στον αστικά διαμορφωμένο τρόπο ζωής εκείνης της εποχής, κυριαρχούσε υπερβολική αυστηρότητα και πειθαρχία στην διαπαιδαγώγηση, τόσο στο σχολείο όσο και στο σπίτι. Οι καλοί τρόποι που επιβάλλονταν στους νέους απαιτούσαν, ως κανόνα, τον πληθυντικό ευγενείας προς τους γονείς. Παιδιά και έφηβοι υποχρεούνταν να εκδηλώνουν και να εκφράζουν διαρκώς πίστη και υπακοή στους γονείς, στο δάσκαλο και σε κάθε μεγαλύτερο ή κοινωνικά ανώτερο άτομο. Αξίες, όπως η ατομική ελευθερία των νέων, ήταν ανύπαρκτες. Εξαναγκάζονταν σε τυφλή υπακοή, ενώ ο κριτικός τους λόγος ήταν αυστηρά περιορισμένος.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ιστορία των Περιπλανώμενων Πουλιών αρχίζει ένα καλοκαιρινό μεσημέρι, με πρωταγωνιστή τον Χέρμαν Χόφμαν (Hermann Hoffmann), έναν δεκαπεντάχρονο μαθητή. Στη ζέστη του καλοκαιριού και κατά τη διάρκεια του μαθήματος, τον πήρε ο ύπνος στην τάξη. Τον ξύπνησε απότομα το άγριο χαστούκι της δασκάλας του. Ήταν τέτοια η αγανάκτησή του, ώστε πήρε τους δρόμους περπατώντας μέρες και νύχτες σε μια μοναχική πεζοπορία φυγής. Το περπάτημα κατασίγασε το αίσθημα της αδικίας που ένιωθε. Παράλληλα όμως –κι αυτό ήταν καταλυτικό- η επαφή με τη φύση γέννησε μέσα του ένα αίσθημα ελευθερίας τόσο συγκλονιστικό που έκτοτε επεδίωκε να φεύγει σε υπαίθριες πεζοπορίες με κάθε ευκαιρία.

Κάθε φορά όλο και περισσότεροι συμμαθητές ακολουθούσαν, σχηματίζοντας μια χαρούμενη παρέα. Οι περιπλανήσεις με τα σακίδια στην πλάτη έγιναν τρόπος ζωής. Δε διακόπηκαν ακόμη και μετά την αποφοίτησή του που, ως φοιτητής, συνέχισε να επισκέπτεται το σχολείο παραδίδοντας μαθήματα στενογραφίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, λόγω της φήμης και του χαρακτήρα του, απέκτησε ιδιαίτερες σχέσεις με αρκετούς μαθητές γεμάτες από πλούσιες και ατέρμονες συζητήσεις.

Παιδιά, μαθητές και σπουδαστές αστικών κέντρων και καλών οικογενειών, καταπιεσμένα από το κοινωνικό περιβάλλον, ένιωσαν ιδιαίτερη έλξη από αυτές τις αποδράσεις στην ύπαιθρο. Σύντομα, όταν οι πρώτοι συμμετέχοντες τέλειωσαν το σχολείο και μετακόμισαν σε πανεπιστημιουπόλεις, δημιουργούσαν νέες τοπικές ομάδες. Γύρω στο 1911, η ιδέα των ομαδικών νεανικών πεζοποριών στη φύση είχε διαδοθεί τόσο πολύ, ώστε σχεδόν ολόκληρη η γερμανική νεολαία συμμετείχε σε αυτές τις εκδρομές.

Η επαφή με τη μάνα γη, το αίσθημα ελευθερίας και η χαρά της συμμετοχής επέδρασαν καταλυτικά στους νέους που συνέρρεαν μαζικά σε αποδράσεις στη Βοημία, τη Θουρηγκία, τις ακτές του Ρήνου, το Μέλανα Δρυμό και τις Άλπεις. Τόσο αγόρια όσο και κορίτσια απάρτιζαν ομάδες, ενίοτε μεικτές, σε μια εποχή που τα σχολεία ήταν αυστηρά αρρένων ή θηλέων.

Το όνομα Περιπλανώμενα Πουλιά προήλθε κατά πάσα πιθανότητα από ένα ποίημα που οι ομάδες τραγουδούσαν στους περιπάτους τους:

Αέρινα, Περιπλανώμενα Πουλιά
Αιωρείστε στην αιθέρια στίλβη
Στου ήλιου το άρωμα
Στα γαλανά ουράνια κύματα
Σας χαιρετώ τεχνίτες
Περιπλανώμενο Πουλί κι εγώ
Φέρνω δροσερή ανάσα ζωής
του τραγουδιού την προσφορά,
πολυτιμότατο απόκτημα.

Ο Χόφμαν είχε ηγετικό ρόλο και δεν άφηνε τίποτα στην τύχη. Συνέτασσε διαρκώς καταστατικά που ή δη στην προκαταρκτική αυτή φάση, η ιεράρχηση των μελών εντός των ομάδων ήταν χαρακτηριστική για τη δομή του κινήματος. Οι σταθερά παρόντες παλαιότεροι πεζοπόροι ονομάζονταν «τεχνίτες», οι αρχάριοι «αλεπούδες», ενώ οι ομάδες «αγέλες».

Παράλληλα, ο Καρλ Φίσερ (Karl Fischer), ένας από τους μαθητές που διατηρούσαν στενή σχέση με τον Χόφμαν, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από τη δράση και τις ιδέες που ανέπτυσσαν εντός του κινήματος, ώστε αφιέρωσε τη ζωή του στα Περιπλανώμενα Πουλιά.

Παρά τις αντιδράσεις και τις διαμαρτυρίες γονέων και σχολείων που αντιμετώπισαν με καχυποψία τις δραστηριότητές τους, υπήρξαν κάποιοι, κυρίως εκπαιδευτικοί, που έβλεπαν να πραγματοποιούνται τα δικά τους νεανικά όνειρα και εγγυήθηκαν για τους νέους, τους υποστήριξαν ηθικά, δημιουργώντας έτσι την πρώτη ασπίδα προστασίας, ώστε να εδραιωθεί το κίνημα. Μια ολόκληρη δεκαετία γίνονταν ζυμώσεις, το έδαφος προετοιμαζόταν για την επίσημη ίδρυση του συλλόγου των Περιπλανώμενων Πουλιών.

Στο τέλος του 1900, ο Χόφμαν κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να ακολουθήσει διπλωματική καριέρα και άφησε διάδοχο τον Φίσερ. Ο τελευταίος το 1901 επισημοποίησε τον σύλλογο των Περιπλανώμενων Πουλιών, προκειμένου να υπάρξει νομική κάλυψη των δραστηριοτήτων του, καθώς και αποδοχή από τους γονείς και τη σχολική κοινότητα. Κατά την αρχηγία του άρχισε να χρησιμοποιείται ένας ιδιαίτερος χαιρετισμός και ενδυματολογικά χαρακτηριστικά σύμβολα που έκαναν τα Περιπλανώμενα Πουλιά να ξεχωρίζουν.

Σύντομα οργανώθηκαν σε ολόκληρη τη Γερμανία σε τομείς και ομάδες. Το αίσθημα του «συνανήκειν» διατηρήθηκε και δυναμώθηκε ακόμη περισσότερο. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1933, στην πρώτη γενική συνέλευση όλων των ομάδων από ολόκληρη τη χώρα, συντάχθηκαν για πρώτη φορά οι αρχές του κινήματος, έτσι όπως είχαν διαμορφωθεί μέχρι τότε. Ενισχύθηκε με αυτόν τον τρόπο η πρόθεση πολιτικής ουδετερότητας, με τη γραπτή διατύπωση της ανεξαρτησίας από κάθε εθνικιστική κρατική ηγεσία.

 

Χαρακτηριστικά

5Ευθύς εξ αρχής, τα Περιπλανώμενα Πουλιά ήταν ένα νεολαιίστικο κίνημα, με ποικίλες τάσεις, καθώς υπήρχαν στους κόλπους του μέλη εβραϊκής καταγωγής ακόμη και ομάδες αμιγώς εβραϊκές με το χαρακτηριστικό όνομα «Μπλε-Λευκό».

Παρότι κάθε παρακλάδι και ομάδα του κινήματος διαμόρφωσε τη δική του ξεχωριστή ιδεολογική φυσιογνωμία και είχε πλήρη διοικητική αυτονομία, αυτοαποκαλούνταν όλα Περιπλανώμενα Πουλιά, έχοντας ως κυρίαρχη πεποίθηση ότι αποτελούν αδελφωμένοι ένα κοινό κίνημα.

Αρχικά δεν υπήρχε καθορισμένος στόχος, πέρα από την αντίδραση στην καταπίεση και τη διέξοδο από τον πνιγηρό αστικό πολιτισμό. Όσοι συμμετείχαν αναζητούσαν τη φυγή από το ψέμα και την υποκρισία του καθωσπρεπισμού αλλά και από την καταθλιπτική πειθαρχία και το συντηρητισμό που χαρακτήριζε την εποχή. Το πάθος για περιπέτεια κοντά στη φύση, η ανάγκη για ελευθερία, η ζωή μακριά από την αυταρχική καταπίεση γονέων και δασκάλων, ήταν τα στοιχεία που τους ένωναν. Έλεγαν: «Στόχος μας είναι η ποικιλομορφία της ζωής».

Πολύ γρήγορα το κίνημα επηρεάστηκε από τον ρομαντισμό, ο οποίος ενίσχυσε την κριτική στάση του κινήματος ενάντια στο υλιστικό πνεύμα και την τεχνολογική ανάπτυξη που συνόδευαν την εκβιομηχάνιση και την αστικοποίηση. Η έντονη τάση για «επιστροφή στη γη» τροφοδότησε μια γεμάτη πάθος αισθαντικότητα προς το φυσικό κόσμο και μια ευαισθησία για τις καταστροφές που υφίσταται το περιβάλλον. Η δράση τους, οι θεωρητικές επιρροές, οι συζητήσεις στις μακρινές πεζοπορίες, ανέπτυξαν τη λατρεία της γης και του μυστηρίου που νιώθει κανείς κοντά στο μεγαλείο της φύσης. Έτσι, αναζήτησαν στις παραδόσεις και τους τοπικούς θρύλους τον «λαϊκό μυστικισμό» των τόπων που επισκέπτονταν:

«Κάθε Κυριακή, κάθε αργία, ακόμη και σε διακοπές, για εβδομάδες, φεύγουμε από την αγχώδη, με τους εξοντωτικούς ρυθμούς, ζωή της πόλης που καταστρέφει κάθε τι φυσικό. Επιστρέφουμε στην αιώνια νεότητα της φύσης, στο μυστήριο της γης που το νιώθεις ξάφνου ένα καλοκαιρινό πρωινό μέσα στο βασίλειο του δάσους. Επιστρέφουμε στην περιπλάνηση πάνω από τα ανθισμένα ρείκια, στη νεκρική ησυχία του μεσημεριού, στα τρεμάμενα άστρα της νύχτας, στην αυγή που αντικρίζεις από τα ψηλά βουνά έχοντας στα πόδια σου τον κόσμο όλο. Επιστρέφουμε στη σιγή του χιονιού, στα ερειπωμένα κάστρα. Εκεί που νιώθεις μέρος της φύσης και όλη τη φύση μέσα σου. Εκεί που νιώθεις τις ρίζες σου να διεισδύουν βαθιά στο χώμα και να διασχίζουν όλη τη χώρα, να αγκαλιάζουν τον τόπο που είναι το σπίτι σου, με όλη την αγάπη που φωλιάζει μέσα σου για αυτόν και τους κατοίκους του».[iv]

Όταν βρίσκονταν στη φύση περιφέρονταν συχνά γυμνοί, ανέπτυσσαν παγανιστικές τάσεις, έδιναν έμφαση στην επιβίωση, τη λιτή διατροφή με αγαθά που εξασφάλιζαν απευθείας από τη γη ή από τους χωρικούς. Διακατέχονταν από ομαδικό πνεύμα και καλλιεργούσαν αισθήματα υπευθυνότητας και αλληλεγγύης με στόχο την από κοινού ελεύθερη, αυτόνομη κι ανεξάρτητη από τους ενήλικες επιβίωση.

Παράλληλα, δέχτηκαν επιρροές από ανατολίτικες φιλοσοφίες, έδειξαν ενδιαφέρον για την αυτογνωσία, την αυτοβελτίωση και τη δημιουργία αυθεντικών, μη αλλοτριωμένων σχέσεων.

Επηρεάστηκαν από θεωρητικούς όπως ο Νίτσε, λογοτέχνες όπως ο Γκαίτε, αλλά κυρίως από τον μαρξιστή, ανθρωπολόγο Ludwig Woltmann (Λούτβιχ Βόλτμαν), μαθητή του Haeckel (Χέκελ), ο οποίος ερμήνευε τα προβλήματα της κοινωνίας από βιολογική σκοπιά. Υπογράμμιζε τη σχέση της περιβαλλοντικής καθαρότητας με τη φυλετική ακμή. Θεωρούσε ότι το πέρασμα από την αγροτική στη βιομηχανική κοινωνία είναι σημαντική αιτία παρακμής μιας φυλής. Υποστήριζε ότι, σε αντίθεση με τη φύση, που συμβάλλει στην εξέλιξη της φυλής με αρμονικό τρόπο, οι μεγαλουπόλεις, απρόσωπες και αποκομμένες από τη γη, απονεκρώνουν τις όποιες αρετές της φυλής. Κατά κάποιο τρόπο, ο Βόλτμαν γεφύρωσε την απόσταση που χώριζε το κίνημα με τους αστικούς κύκλους, οι οποίοι άρχισαν να βλέπουν τις παρέες των Περιπλανώμενων Πουλιών με ιδιαίτερη συμπάθεια.

Σύμφωνα με τον φιλόσοφο και λογοτέχνη Ντίγκερ Σαφράνσκυ, (Digger Safranski), η μεγάλη διάδοση ενός τέτοιου νεανικού κινήματος οφειλόταν ουσιαστικά σε μια ανανεωμένη αντίληψη για τη «ζωή», όπως ικανοποιητικά περιέγραφε ο Νίτσε, κατά τον οποίο «ζωή» σημαίνει ενότητα ψυχής και σώματος, δυναμισμό, και δημιουργικότητα. Το κίνημα επανέλαβε τα αιτήματα διαμαρτυρίας του ρομαντισμού, για τον οποίο η «φύση» και το «πνεύμα» ήταν τα συνθήματα της μάχης ενάντια στον ορθολογισμό και τον υλισμό. Ο όρος «ζωή» έχει και στα Περιπλανώμενα Πουλιά την ίδια αξία. Η «ζωή» θεωρείται από το κίνημα γεμάτη πολυμορφία, εφευρετικότητα, ένας απεριόριστος ωκεανός δυνατοτήτων, ένας ανυπολόγιστος, περιπετειώδης Κόσμος που προσφέρει τα πάντα. Η ζωή είναι η αναχώρηση και η επιστροφή στις αληθινές αξίες της φύσης και ταυτόχρονα, η ίδια η δημιουργική ζωτικότητα που χαρίζει η φύση. Η «ζωή» γίνεται το σύνθημα του κινήματος των νέων, της αρ νουβό, του νεορομαντισμού και της μεταρρύθμισης της εκπαίδευσης.  

Τα Περιπλανώμενα Πουλιά αναβίωσαν την παράδοση με τον δικό τους τρόπο, φορώντας λαϊκές παραδοσιακές φορεσιές και τραγουδώντας παλιά λαϊκά τραγούδια. Χρησιμοποιούσαν ακόμη και ορολογία που θύμιζε παλιούς σχολαστικούς του Μεσαίωνα, ενώ αγαπούσαν ιδιαίτερα το τραγούδι κι απέφευγαν το κάπνισμα και το αλκοόλ. Ειδικά τα τελευταία υπήρξαν κατά καιρούς το μήλο της Έριδος μεταξύ τους. Από τη μία η ελευθερία για αυτοδιαχείριση, οπότε η ελευθερία για κατανάλωση αλκοόλ και καπνού ήταν ζητούμενο, από την άλλη η εξάρτηση από ουσίες ήταν για κάποιους αντίθετη με κάθε έννοια ελευθερίας.

«Όχι μόνο ο τόπος, μα και οι άνθρωποι, είναι για τα Περιπλανώμενα Πουλιά βίωμα και εμπειρία ζωής. Τη μια μέρα θα κολατσίσουν με τον αγρότη, την άλλη μέρα θα μιλήσουν με τους τεχνίτες στο χωριό, την επόμενη με το δασοφύλακα, τη δασκάλα ή τον ιερέα κι ένα απόβραδο, δίπλα στο φούρνο, θα ακούσουν της διηγήσεις της γιαγιάς, τα παραμύθια, τους θρύλους και τις παραδόσεις. Και η μοίρα των Περιπλανώμενων δεν τελειώνει εδώ. Η επόμενη μέρα θα τους βρει παρέα με τη νεολαία του χωριού, τραγουδώντας λαϊκά τραγούδια και χορεύοντας χαρούμενους ρυθμούς και την επομένη πάλι, βοηθώντας στο χωράφι τους αγρότες. Αυτές οι συναντήσεις απλώνουν θέρμη στην καρδιά, ενώ το χέρι βοηθείας μας φέρνει πιο κοντά και γνωριζόμαστε βαθύτερα. Έτσι έρχεται η κατανόηση των ανθρώπων, των τρόπων τους, ο σεβασμός για το έργο τους και η αποδοχή της δικής τους αγάπης, η βαθιά αίσθηση ότι ανήκουμε στο μεγάλο ένα, η συνείδηση ενός υπερφυσικού πλαισίου στο οποίο όλα συνδέονται, όλα είναι ένα».[v]

 

Τα Δύσκολα Χρόνια

«Θέλουμε μια ελεύθερη νεολαία που θα αναμορφώσει τη ζωή με εσωτερική ειλικρίνεια. Και, σεβόμενοι την απόλυτη ελευθερία, είμαστε αποφασισμένοι να διατηρηθούμε ενωμένοι πάση θυσία».

Δυστυχώς ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ματαίωσε τα σχέδιά τους αφού, από τα 12.000 Περιπλανώμενα Πουλιά που πήγαν στο μέτωπο, 7.000 έπεσαν στο πεδίο της μάχης, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν όλων των ηγετών.

Παρόλα αυτά, το κίνημα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανέκαμψε, διατηρώντας το ρομαντικό του χαρακτήρα, τις μεγάλες αποδράσεις στη φύση, τις πεζοπορίες και την έντονη δράση στην παιδαγωγική ανανέωση. Ιδιαίτερη ήταν τότε η επίδραση του παιδαγωγού Γκούσταβ Βίνεκεν (Gustav Wyneken). Ο Βίνεκεν ίδρυσε τα «Ελεύθερα σχολεία», όπου εφάρμοσε παιδαγωγικές θεωρίες θεμελιωμένες κυρίως σε δύο αρχές. Η μία αρχή αφορούσε στον «Παιδαγωγικό Έρωτα» που εμπνεύστηκε από τον Πλάτωνα. Η άλλη αρχή ήταν η «Νεανική κουλτούρα», όπως ονόμαζε την αλληλοκαθοδήγηση - αλληλοδιδασκαλία των νέων από μεγαλύτερους μαθητές, όπου αυτό ήταν εφικτό.

7Τα Ελεύθερα σχολεία του Βίνεκεν δέχονταν πλήθος Εβραίων μαθητών και επηρέασαν έντονα τα νεανικά εβραϊκά κινήματα στη Βιέννη και την Πολωνία, και μετέπειτα την παιδαγωγική πράξη στα πρώτα Κιμπούτς του Ισραήλ.

Τα πολιτικά κόμματα έλαβαν σοβαρά υπόψη την τεράστια δυναμική του κινήματος και έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στις τάσεις που εκδήλωνε. Παρά τις προσπάθειες διάφορων πολιτικών χώρων να προσαρτήσουν τα Περιπλανώμενα Πουλιά, η απάντησή τους ήταν σταθερά υπέρ της ανεξαρτησίας και της πολιτικής τους ουδετερότητας.

Οι πολιτικές παρατάξεις, από την πλευρά τους, δεν μπορούσαν να ταξινομήσουν το κίνημα. Για τα δεξιά κόμματα, εξέφραζε υπερβολική ελευθερία, ήταν ιδιαίτερα φιλειρηνικό - παθητικό και δεν έβλεπαν θετικά τις καλές σχέσεις του με τα άλλα διεθνή νεανικά κινήματα, κατηγορώντας το ως ένα διεθνιστικό κίνημα. Για την αριστερή πολιτική πτέρυγα, το κίνημα φαινόταν μικροαστικό και αντιδραστικό, η δε τάση προς την παράδοση θεωρήθηκε συντηρητισμός, ενώ οι συμπεριφορές που δανειζόταν από παλιές παραδόσεις των στρατιωτών, μιλιταρισμός.

Την περίοδο που διαδέχθηκε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε μια ολοένα αυξανόμενη ροπή στη νεολαία να εντάσσεται σε ομάδες με μιλιταριστικό χαρακτήρα, οι οποίες απέτρεπαν τη συμμετοχή κοριτσιών προετοιμάζοντας το έδαφος για την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού στη γερμανική νεολαία.

Στα επόμενα χρόνια, με την άνοδό τους, οι εθνικοσοσιαλιστές, προκειμένου να προσεγγίσουν και να ελέγξουν τα κινήματα νεολαίας, χρησιμοποίησαν και οικειοποιήθηκαν πολλά από τα στοιχεία του κινήματος των Περιπλανώμενων Πουλιών, τα οποία ενέταξαν στη Χιτλερική νεολαία.

Τελικά, όταν επικράτησαν οι ναζί, διαπίστωσαν ότι η πολιτική ουδετερότητα των Περιπλανώμενων Πουλιών ήταν αρκετά ισχυρή ασπίδα στην αλλοτρίωσή τους και ήταν αδύνατο να ελεγχθούν απόλυτα. Έτσι, απαγόρευσαν τις συναντήσεις και τη δράση τους, όπως κάθε άλλης νεανικής οργάνωσης, εκτός αυτών που ήταν προσκείμενες στην εκκλησία. Προηγήθηκαν βίαιες αντιπαραθέσεις και χτυπήματα, τόσο από τις οργανωμένες ομάδες της Χιτλερικής Νεολαίας, όσο και από εσωτερικές συγκρούσεις ομάδων που είχαν αντίθετες απόψεις σχετικά με το Τρίτο Ράιχ.

Ήταν αναπόφευκτο ένα μέρος των Περιπλανώμενων Πουλιών να αφομοιωθεί από τη χιτλερική νεολαία. Αυτός είναι και ο λόγος που τους αποδόθηκε αργότερα, από επικριτές, ο χαρακτηρισμός «εθνικιστές χίπις», αδίκως, διότι σε καμία περίπτωση δεν χαρακτήριζε το σύνολο του κινήματος και τις αρχές του, αλλά κάποια άτομα ή ομάδες. Οι σύλλογοι που αντιστάθηκαν διαλύθηκαν αναγκαστικά και άρχισαν να αναδιοργανώνονται μετά από την πτώση του Ναζισμού, το 1945.

Στο ιστορικό λεύκωμα «Το μπλε λουλούδι των Περιπλανώμενων Πουλιών», ο συγγραφέας Βέρνερ Χέλβικ (Werner Helwig) μέλος της ομάδας Νερότερ, ως αυτόπτης μάρτυρας, υπερασπίζεται την προσπάθεια ενάντια στην εισροή των ιδεωδών του εθνικοσοσιαλισμού, κάτι που είχε αρχίσει να διαφαίνεται αμέσως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν καταργήθηκε η Βασιλεία και σχηματίστηκε η πρώτη κοινοβουλευτική δημοκρατία της Γερμανίας (Δημοκρατία της Βαϊμάρης):

«Όσα άτομα εντάσσονταν σε κόμματα, γρήγορα έχαναν τον ενθουσιασμό τους και σύντομα απομακρύνονταν. Ο εθνικοσοσιαλισμός βεβαίως εκείνη την εποχή τα απορροφούσε όλα, με ορμή κινήματος [...] Όσοι όμως εμφανίζονταν κοντά μας, ως υποστηρικτές του εθνικοσοσιαλισμού, απομονώνονταν για να μη γίνουν καταλύτες και διασπείρουν το πνεύμα του εθνικισμού στην ομάδα μας, οπότε όσα έφερναν ως ιδέες απέμεναν κενά νοήματος».[vi]

Τονίζει ότι, η λύση για τα κοινωνικά προβλήματα και για τον πόνο του κόσμου (Welt Schmertz), ήταν ο ασκητικός, λιτός τρόπος ζωής, η συνειδησιακή αυτοβελτίωση και ο σεβασμός του κόσμου (Welt), στοιχεία που δεν είχαν καμία σχέση με τα ιδεώδη που πρέσβευε ο ναζισμός:

«Τα Περιπλανώμενα Πουλιά προωθούσαν τον ασκητισμό, την απλή ζωή, και καλλιεργούσαν πνεύμα αυτάρκειας και αυτονομίας, ανοίγονταν και εκφράζονταν στον κόσμο με τα πιο απλά μέσα. Στις περιπλανήσεις τους, αντί για ακριβά ξενοδοχεία, προτιμούσαν περιθωριακούς, περιφρονημένους ξενώνες. Ειδικά σε αυτόν τον τομέα, λόγω των πολυήμερων περιπατητικών διαδρομών, οι ομάδες δημιούργησαν ολόκληρο δίκτυο από ξενώνες νεότητας, που ακόμη και σήμερα λειτουργούν. Ήταν ένα κίνημα ποιητών, στοχαστών, επαναστατών, αφοσιωμένων στο όραμα ενός καλύτερου κόσμου. Διάλεγαν πάντα τη λιγότερο πεπατημένη οδό, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Σε αυτό το πλαίσιο, επαναπροσέγγισαν το λαϊκό τραγούδι και τις αυστηρές μουσικές φόρμες. [...] Εν τέλει, απομένει ένα αίσθημα ικανοποίησης για την ύπαρξη του κινήματος των Περιπλανώμενων Πουλιών. Μα τελικά ποιος μαγεμένος από τις τέχνες θα ήθελε να απουσιάζει και να χάσει αυτές τις υπέροχες βόλτες;»[vii]

Το κίνημα αποτέλεσε μία «μη πολιτική» απάντηση στην κοινωνική παρακμή, σε μια εποχή βαθιάς πολιτισμικής και πολιτικής κρίσης, και έφτασε μέχρι το σημείο ρήξης με το τότε πολιτικό καθεστώς. Παρά το μέγεθος και το βαθμό επιρροής του, δεν επέλεξε να κάνει το βήμα προς την οργανωμένη, επικεντρωμένη σε στόχους, κοινωνική εξέγερση. Οι οπαδοί του ήταν πεπεισμένοι ότι οι αλλαγές τις οποίες ήθελαν να προκαλέσουν στην κοινωνία «δεν θα μπορούσαν να προκύψουν με πολιτικά μέσα, παρά μόνο με τη βελτίωση του ατόμου».

Δύο δρόμους θα μπορούσαν να ακολουθήσουν: έναν της ανταρσίας και της ριζοσπαστικής κριτικής της κοινωνίας, κάτι που θα τους οδηγούσε σε εξέγερση. Και έναν δεύτερο, τον οποίο και διάλεξαν, της διαμαρτυρίας κατά της κοινωνίας, που εκφράζεται από αναχώρηση, φυγή και ρομαντισμό. Στη συγκεκριμένη περίοδο, αυτό στάθηκε ίσως η αιτία να αφανιστούν χωρίς να μπορέσουν να προβάλουν σθεναρή αντίσταση στο φασισμό.

 

Μια Σημαντική Παρακαταθήκη

Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το κίνημα των Περιπλανώμενων Πουλιών άρχισε να αναβιώνει και σήμερα αριθμεί περίπου 5000 μέλη, με διάφορους συλλόγους, στην Κεντρική Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία.

Στη Γερμανία υπάρχει πλήθος ομάδων Περιπλανώμενων Πουλιών, όπου τα μέλη εξακολουθούν να εκφράζουν την αγάπη τους προς τη φύση, να δρουν μέσα από πνευματικές, καλλιτεχνικές, πρακτικές και κοινωνικές δραστηριότητες και να είναι αλληλέγγυοι. Εκτιμούν την ανεξαρτησία, τη δημιουργικότητα και τη φαντασία. Διατηρούν την αυτονομία παραμένοντας πολιτικά και θρησκευτικά ανεξάρτητοι.

Παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις, το κίνημα των Περιπλανώμενων Πουλιών δημιούργησε νέα δεδομένα, ανέπτυξε νέες νοοτροπίες, νέα πεδία, αλλά και θέσεις εργασίας στην παιδεία, σε επαγγέλματα κοινωνικών υπηρεσιών, στο νεανικό τουρισμό, σε εκδόσεις, σε νεανικά προγράμματα των ΜΜΕ, και σε άλλες υπηρεσίες προς τους νέους.

Κάποια μέλη ιδιαίτερα αφοσιωμένα στο κίνημα δημιούργησαν κοινότητες, συντεχνίες, οικοκοινότητες αναπτύσσοντας τεχνικές για βιολογικές καλλιέργειες, πρωτοπόρες κοινοτικές και οικονομικές ιδέες που εφαρμόζονταν στην πράξη. Πολλές από αυτές τις ιδέες λειτουργούν και εμπνέουν ακόμη και σήμερα διάφορες κοινοτικές πρωτοβουλίες και οικολογικές κοινότητες.

10

Τα Περιπλανώμενα Πουλιά φύτεψαν το σπόρο για ένα εξαιρετικής σημασίας εγχείρημα, που άφησε σημαντικό αποτύπωμα στην ιστορία του πνεύματος της Ευρώπης. Πρόκειται για το Μόντε Βεριτά (Μonte Verita) στην Ασκόνα της Ελβετίας, στη λίμνη Μαγγιόρε των Ιταλοελβετικών συνόρων, που ήταν τότε ένα πανέμορφο μα άσημο ψαροχώρι.

Στην αρχή αποτελούσε αγαπητό προορισμό τους και απέκτησε ιδιαίτερη φήμη προσελκύοντας ανθρώπους που δημιούργησαν κοινότητες πολύ κοντά στο πνεύμα που πρέσβευε το κίνημα. Εκτός από έναν πολύ ελεύθερο, αλληλέγγυο κοινοτικό τρόπο ζωής έξω από κάθε κοινωνική προκατάληψη, διοργανώθηκαν εκεί πολλά πολιτιστικά δρώμενα και εγχειρήματα. Έγινε κέντρο συνάντησης εξαιρετικά σημαντικών διανοούμενων καλλιτεχνών, εσωτεριστών και επαναστατών του πνεύματος, οι οποίοι οργάνωσαν και πήραν μέρος σε δράσεις που αναζητούσαν την Ουτοπία, έναν καλύτερο κόσμο.

Πολλοί σημαντικοί διανοητές, όπως ο Έρμαν Έσσε (Hermann Hesse), ο Καρλ Γιουνγκ (Carl Jung), ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ (Erich Maria Remarque), ο Χούγκο Μπαλ (Hugo Ball), η Ισιδώρα Ντάνκαν (Isadora Duncan), ο Πάουλ Κλέε (Paul Klee), ο Ρούντολφ Στάινερ (Rudolf Steiner), η Μαίρη Βίγκμαν (Mary Wigman), ο Έρνστ Τόλλερ (Ernst Toller), ο Μαξιμίλιαν Βέμπερ (Max Weber), μα και νομπελίστες, πρωτοπόροι και σημαντικοί αναμορφωτές των τεχνών και των επιστημών, υπήρξαν κατά καιρούς επισκέπτες ή θαμώνες του Μόντε Βεριτά.

Το κίνημα των Περιπλανώμενων Πουλιών αμφισβήτησε τον κατεστημένο καθωσπρεπισμό της εποχής και εμφύσησε έναν άνεμο ελευθερίας στους νέους μέσα από κοινωνικές αλλαγές και εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Η αγάπη τους για τη φύση, οι ιδέες και τα οράματά τους για το μέλλον, για έναν καλύτερο κόσμο, διαμόρφωσαν ένα πρόσφορο δίκτυο δράσης που λειτουργεί έως και σήμερα.

 

 Σημειώσεις

[i] Gordon Kennedy, Children of the Sun: A Pictorial Anthology from Germany to California 1883-1949, Nivaria Press, 1998.
[ii] Gordon Kennedy & Kody Ryan, Hippie Roots & The Perennial Subculture, excerpt from Children of the Sun; A Pictorial Anthology From Germany To California, 1883-1949, 1998 ISBN 0-9668898-0-0
[iii] Στο έργο του «Η ιστορία του κοινωνικού κινήματος στη Γαλλία», που εκδόθηκε το 1850, ο Γερμανός κοινωνιολόγος Λόρεντς Φον Στάϊν (Lorenz von Stein) θεωρεί ότι το εκάστοτε κίνημα είναι έκφραση δυναμικών, ανανεωτικών τάσεων της κοινωνίας και έρχεται σε αντιπαράθεση με το κράτος και τους στατικούς κατεστημένους θεσμούς.
[iv] Ernst Buske: Jugend und Volk. Aus der Schrift: Ursprung und Aufgaben der freideutschen Jugend von Adolf Grabowsky und Walther Koch, Gotha 1920. Zit. n. Werner Kindt (Hrsg.): Dokumentation der Jugendbewegung. Band I: Grundschriften der deutschen Jugendbewegung. Diederichs, Düsseldorf 1963, S. 198f.
[v] Ernst Buske: Jugend und Volk. Aus der Schrift: Ursprung und Aufgaben der freideutschen Jugend von Adolf Grabowsky und Walther Koch, Gotha 1920. Zit. n. Werner Kindt (Hrsg.): Dokumentation der Jugendbewegung. Band I: Grundschriften der deutschen Jugendbewegung. Diederichs, Düsseldorf 1963, S. 198f. [vi] Werner Helwig: Die Blaue Blume des Wandervogels. Heidenheim an der Brenz 1980, S. 316f.
[vii] Werner Helwig: Die Blaue Blume des Wandervogels. Heidenheim an der Brenz 1980, S. 317/319.

 

Σύνδεσμοι 

   https://nomadicuniversality.com/2011/05/14/ti-einai-kinhma  

  

Λ.Κ.