Μορφές
Πώς ο Rudolf Steiner έγινε Δάσκαλος
Απόσπασμα από άρθρο του ιστορικού Φρανς Κάρλγκρεν (Frans Carlgren) στο Σουηδικό παιδαγωγικό περιοδικό På Väg, σχετικά με τη βιογραφία του Ρούντολφ Στάινερ (Rudolf Steiner).
Ο Στάινερ 17 χρονών |
Το πολιτιστικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο πρέπει να τοποθετήσουμε την παιδαγωγική Βάλντορφ (Waldorf), έχει να κάνει με τη θέση του ανθρώπου στη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία. Το τί σήμαινε η μετάβαση από την παλαιά αγροτική ζωή στη φύση, σε μια νέα κοινωνική μορφή όπου δεσπόζει η τεχνολογία, το βίωσε ο Ρούντολφ Στάινερ (Rudolf Steiner) στα πρώτα παιδικά του χρόνια, μέσα από απτές, συγκεκριμένες καταστάσεις.
Ο Ρούντολφ Στάινερ γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1861. Ο πατέρας του ήταν από την Αυστρία και ήταν σιδηροδρομικός υπάλληλος. Έτσι, όταν ο Στάινερ ήταν δύο έως οκτώ χρόνων, ζούσε με την οικογένειά του στο Pottsbach, μια μικρή κοινωνία γύρω από το σιδηροδρομικό σταθμό, κοντά στα σύνορα της Ουγγαρίας. Αργότερα, η οικογένεια μετακόμισε σιγά-σιγά πλησιέστερα στη Βιέννη.
«Ένα υπέροχο φυσικό τοπίο με περιέβαλλε κατά την παιδική μου ηλικία, με θέα τα βουνά που συνδέουν την Κάτω Αυστρία με το Steiermark….Το Schneeberg, με τη γυμνή βραχώδη βουνοκορφή του, συλλάμβανε τις ακτίνες του ήλιου, που καθώς φώτιζαν από ψηλά τον μικρό σιδηροδρομικό σταθμό, ήταν η πρώτη καλημέρα τις όμορφες μέρες του καλοκαιριού. Η γκρίζα ράχη του Wechsel αποτελούσε αντίθεση και έδινε μια διάθεση σοβαρότητας. Η πρασινάδα που χαμογελούσε απ' όλες τις πλευρές αυτού του τοπίου, έκανε τα βουνά να προβάλουν μέσα από αυτήν. Στο βάθος δέσποζε η μεγαλοπρέπεια των υψηλών κορυφών, ενώ στο κοντινό περιβάλλον η φιλικότητα της φύσης».
Το φυσικό περιβάλλον όμως δεν ήταν το μόνο που κυριαρχούσε. Υπήρχε επίσης όλη αυτή η κίνηση στο σταθμό, με τις διακλαδώσεις των γραμμών, τις συσκευές του τηλέγραφου, τα θορυβώδη τραίνα, τις βιαστικές φόρτο-εκφορτώσεις εμπορευμάτων και τους ανθρώπους να πηγαινοέρχονται. Όλα αυτά έλκυαν το ενδιαφέρον του.
«Πιστεύω ότι ήταν σημαντικό για τη ζωή μου, το ότι είχα περάσει τα παιδικά μου χρόνια σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Γιατί τα ενδιαφέροντά μου έλκονταν έντονα στη μηχανική πλευρά της ζωής. Και ξέρω ότι τα ενδιαφέροντά μου αυτά είχαν την τάση να κυριεύουν ακόμη κι εκείνο το μέρος της καρδιάς μου, που αναζητούσε τη μεγαλειώδη και ειδυλλιακή φύση. Μέσα στη φύση όμως εξαφανιζόταν κάθε φορά η σιδηροδρομική αμαξοστοιχία με τους μηχανικούς της νόμους».
Ο πατέρας του Στάινερ |
Η διαβίωση ήταν επίπονη. Η βοήθεια στο νοικοκυριό και στον κήπο, το μάζεμα βατόμουρων στο δάσος, ως συμπλήρωμα του λιτού βραδινού φαγητού, το κουβάλημα του νερού από μεγάλη απόσταση σε μια βαριά στάμνα, ήταν οι καθημερινές ενασχολήσεις. Ο Ρούντολφ Στάινερ δεν γνώρισε τις πολλές ανέσεις που προσφέρει η τεχνολογία. Τα μηχανήματα του σταθμού ήταν απλώς εργαλεία, που έπρεπε να μάθει κανείς να τα ελέγχει. Έμαθε σχετικά μικρός να χειρίζεται τον τηλέγραφο…
Ο Στάινερ δέχτηκε βαθιές εντυπώσεις από την παιδική του ηλικία. Η καθημερινή απασχόληση στο σπίτι και στο σιδηροδρομικό σταθμό υπήρξε η βάση για την ικανότητα που τον χαρακτήριζε σε όλη του τη ζωή, στο να είναι ένας κατ' εξοχήν πρακτικός άνθρωπος...
Τα Πρώτα Υπεραισθητά Βιώματα
Το στοιχείο όμως εκείνο στη ζωή του Στάινερ, που έπαιξε το σημαντικότερο ρόλο σε όλη του την εξέλιξη, ήταν εντελώς ξένο προς το περιβάλλον του. Εμφανίστηκε στην ηλικία των επτά χρόνων. Τότε ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με έναν κόσμο διαφορετικό απ' αυτόν που παρατηρούσε με τις φυσικές αισθήσεις του. Δεν επρόκειτο όμως για φαντασιώσεις, όπως εξήγησε αργότερα. Από εκείνη την εποχή και μετά οι εντυπώσεις αυτές τον ακολουθούσαν σχεδόν πάντα. Του έδιναν συχνά την αίσθηση ότι είναι πιο πραγματικές από τα γεγονότα της φυσικής ύπαρξης. Ο Ρούντολφ Στάινερ κατάλαβε ότι έπρεπε να είναι σιωπηλός ως προς τα βιώματά του. Κανείς στο περιβάλλον του δεν μπορούσε να τον καταλάβει και πιο πολύ ο πατέρας του...
Το σπίτι στο Πότσμπαχ |
Η αναγνώριση του γεγονότος ότι δεν ήταν μόνος του ως προς τα εσωτερικά του βιώματα, ήρθε με τελείως αναπάντεχο τρόπο. Ένας δάσκαλος στο σχολείο του χωριού του έδωσε ένα βιβλίο γεωμετρίας.
«΄Aρχισα με ενθουσιασμό να το διαβάζω. Επί εβδομάδες ήμουν γεμάτος εσωτερικά από ισότητες και συνδυασμούς τριγώνων και ορθογωνίων. Βασάνιζα τη σκέψη μου με το ερώτημα: πού αληθινά συναντώνται δύο παράλληλες ευθείες; Το θεώρημα του Πυθαγόρα με μάγευε…Η ικανότητα να συλλαμβάνω κάτι σε πνευματικό επίπεδο μου έδινε εσωτερική ευτυχία. Χάρη στη γεωμετρία γνώρισα για πρώτη φορά το αίσθημα της ευτυχίας». «Είπα μέσα μου: εδώ έχουμε μια γνώση που η Ψυχή βιώνει με τη δική της δύναμη. Αυτό το συναίσθημα μου έδωσε το δικαίωμα να μιλώ για τον πνευματικό κόσμο, που βίωνα με τον ίδιο τρόπο όπως και τον φυσικό».
«Ως παιδί δεν μπορούσα να το εκφράσω καθαρά, αλλά αισθανόμουν ότι ο άνθρωπος φέρει μέσα του τη γνώση του πνευματικού κόσμου, όπως αυτή της γεωμετρίας».
Τα Μαθητικά Χρόνια
Οι μέθοδοι εκπαίδευσης και διδασκαλίας που βίωσε ο Ρούντολφ Στάινερ στην παιδική και εφηβική του ηλικία, διέφεραν ριζικά από αυτές που ο ίδιος θεμελίωσε. Είναι ενδιαφέροντα όμως αυτά που αναφέρει στην αυτοβιογραφία του.
«Μεταξύ των παιγνιδιών που με συνάρπαζαν ιδιαίτερα και που ακόμη σήμερα θεωρώ πολύ καλά, ήταν τα βιβλία με κινούμενες εικόνες. Με αυτές τις εικόνες συνόδευα μικρές ιστορίες, δίνοντάς τους ζωή. Καθόμουν μαζί με την αδελφή μου πολλές ώρες με αυτά τα βιβλία. Χάρη σ' αυτά, συνέλαβα τις πρώτες βάσεις της ιατρικής τέχνης, λες και ήρθαν από μόνες τους».
Σε ηλικία οκτώ χρόνων, ο Ρούντολφ Στάινερ γνώρισε έναν άνθρωπο που άφησε μέσα του ανεξίτηλη εικόνα. Ήταν ένας δραστήριος καθολικός ιερέας, που ερχόταν και περιέγραφε στους πιο «ώριμους» μαθητές του μικρού σχολείου, το Σύστημα του Κοπέρνικου, τις αλλαγές των εποχών, το καλοκαίρι και τον χειμώνα, τις κλιματικές ζώνες της Γης και άλλα παρόμοια….
Όταν ο ιερέας τελούσε τη λειτουργία, ο Ρούντολφ Στάινερ και οι άλλοι μαθητές βοηθούσαν στην εκκλησία και τραγουδούσαν στη χορωδία. Το τελετουργικό στοιχείο έκανε βαθιά εντύπωση στον Ρούντολφ Στάινερ. Δεν καταλάβαινε βέβαια τις λατινικές εκφράσεις και ούτε τον εντυπωσίαζε η κατήχηση του ιερέα. Ο πατέρας του –που ποτέ δεν πήγαινε στην εκκλησία– δεν επέτρεψε στο γιο του να πάρει το χρίσμα.
Το όνειρο του πατέρα του, Γιόχαν Στάινερ (Johann Steiner), να γίνει ο γιος του μηχανικός σιδηροδρόμων, τον οδήγησε σ' ένα αυστριακό λύκειο, που πρόσφερε κυρίως επιστημονική κατάρτιση. Τα πρώτα αποτελέσματα δεν ήταν ενθαρρυντικά. Το περιβάλλον της πόλης ήταν ξένο για τον Ρούντολφ Στάινερ, αλλά ούτε απέκτησε επαφή με τους καθηγητές.
«Λαχταρούσα να συναντήσω ανθρώπους, που να μπορώ να τους δεχθώ ως πρότυπα. Δεν υπήρχαν όμως τέτοιοι άνθρωποι μεταξύ των καθηγητών των δύο πρώτων τάξεων».
Η κατάσταση όμως άλλαξε, όταν διάβασε ένα επιστημονικό άρθρο του διευθυντή του σχολείου. Μεταξύ των άλλων άρχισε να μελετάει και μαθηματικά.
«Στην τρίτη τάξη είχα έναν καθηγητή που εκπλήρωνε το «ιδανικό» που έφερα μέσα μου. Αυτόν μπορούσα να τον μιμηθώ. Δίδασκε αριθμητική, γεωμετρία και φυσική. Η διδασκαλία του διακρινόταν για την εξαίρετη τάξη και διαφάνειά της. Δομούσε τα πάντα καθαρά από τα βασικά στοιχεία και ήταν πολύ ευεργετικό για τη σκέψη το να τον παρακολουθείς».
Η εκπαίδευση στη λογοτεχνία έγινε έξω από το σχολείο. Είχε γνωριστεί με έναν γιατρό, πολύ ιδιόρρυθμο και ελεύθερο στο νου, τον οποίο θαύμαζε….Αυτός διέθετε μια σχετικά πλούσια βιβλιοθήκη και δάνειζε ποιητικές συλλογές στον Στάινερ, για να ακούει τα σχόλιά του. Έτσι, σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων, θεμελιώθηκε η βαθιά του αγάπη για την κλασσική γερμανική λογοτεχνία.
Τη φιλοσοφική του μόρφωση την απέκτησε επίσης σχεδόν αποκλειστικά με δική του προσπάθεια…. Σε ηλικία δεκαέξι-δεκαεπτά χρόνων είχε μελετήσει όσα έργα του Kαντ (Kant) μπόρεσαν να πέσουν στα χέρια του…
Ο Στάινερ έχει συχνά υπογραμμίσει ότι παρόλη την κλίση του για σπουδές, διατηρούσε πάντα δυνατό ενδιαφέρον για τις πρακτικές πλευρές της ζωής. Συνέχιζε στον ελεύθερό του χρόνο να βοηθάει στον κήπο και αναλάμβανε τα ψώνια του σπιτιού κατά τις διακοπές του. Έμαθε μάλιστα και την τέχνη του βιβλιοδέτη.
Η εμπειρία όμως που σήμαινε γι αυτόν πολλά περισσότερα απ' όλες τις άλλες σε ολόκληρη την περίοδο των σπουδών του, ήταν να διδάσκει άλλους. Σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων άρχισε να προσφέρει ιδιαίτερα μαθήματα για να έχει οικονομικούς πόρους. Η εργασία αυτή τον οδήγησε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, στη συνειδητοποίηση ενός μεγάλου μέρους της διδακτέας ύλης, την οποία είχε πρωτύτερα αποκτήσει σε σχετικά ονειρώδη κατάσταση. Ένα άλλο εξ' ίσου σημαντικό βίωμα ήταν ότι μ' αυτό τον τρόπο αναγκαζόταν να ασχολείται με την πρακτική ψυχολογία.
«Χάρη στους μαθητές μου έμαθα να αναγνωρίζω τις δυσκολίες της ανθρώπινης εξέλιξης».
Από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο
Γενικά οι επιδόσεις του στο σχολείο θεωρούνται ασυνήθιστα καλές. Το φθινόπωρο του 1879 άρχισε να σπουδάζει μαθηματικά, βιολογία, χημεία και μετά φυσική στο Πολυτεχνείο της Βιέννης. Ούτε όμως η σχολική εργασία, ούτε οι ανώτερες σπουδές δεν διέκοψαν τις συνεχείς και όλο και βαθύτερες πνευματικές του εμπειρίες.
Η παραμονή του στο Πολυτεχνείο του έδειξε ότι τα βιώματά του δεν είχαν θέση στην υλιστική κατεύθυνση που είχε ακολουθήσει η έρευνα της φύσης. Η θεωρία της εξέλιξης στη βιολογία και η ατομική θεωρία της φυσικής είχαν εμφανιστεί στην προσπάθεια των επιστημόνων να εξηγήσουν όλη την ύπαρξη, ως προϊόν καθαρά μηχανικών διεργασιών. Αυτή η επίγνωση δεν τον εμπόδισε να ασχοληθεί δραστήρια και να ολοκληρώσει τις σπουδές του, τα χρήματα για τις οποίες εξοικονομούσε κυρίως δίνοντας ιδιαίτερα μαθήματα.
Η Mελέτη του Γκαίτε (Goethe)
Ο Γκαίτε |
Κατέληξε σταδιακά στο συμπέρασμα ότι το πρότυπο κάθε επιστημονικής γνώσης είναι η καθαρότητα και η ακρίβεια, με τις οποίες οι φυσικές επιστήμες περιγράφουν τα φαινόμενα του ανόργανου κόσμου. Ο μηχανικός όμως τρόπος σκέψης οδηγεί μόνο σε άκαρπες υποθέσεις ως προς τον οργανικό κόσμο και τη σφαίρα των ψυχικών φαινομένων. Γι αυτό αναζήτησε διέξοδο στον Γκαίτε, του οποίου η μελέτη της φύσης τον συνάρπαζε κυρίως με τη βασική της αρχή: «Δεν πρέπει να αναζητάμε κάτι πίσω από τα φαινόμενα, γιατί αυτά τα ίδια είναι η θεωρία». Ήταν πεπεισμένος ότι μια συνεπής «φαινομενολογική» φυσική επιστήμη, θα δημιουργούσε από μόνη της την ανάγκη να συμπληρωθεί από την εξ' ίσου συνεπή και καθαρή πνευματική παρατήρηση.
Σε ηλικία 21 χρόνων ανέλαβε, μετά από πρόταση του προστάτη του καθηγητή Κάρλ Τζούλιους Σρέερ (Κ.J. Schroer), την έκδοση των επιστημονικών συγγραμμάτων του Γκαίτε.
Μελέτη του Aνθρώπου
Με την εργασία του στο Πολυτεχνείο της Βιέννης, τις έρευνες πάνω στον Γκαίτε και τις καθαρά προσωπικές επαφές του, ο Στάινερ ήρθε σε στενή επαφή με μια μεγάλη σειρά ιδιαίτερων και συναρπαστικών προσωπικοτήτων: φοιτητές, ερευνητές, φιλοσόφους, ποιητές κι άλλους καλλιτέχνες. Έτσι η ίδια η ζωή τον οδήγησε σε μια μελέτη, που απαιτούσε απ' αυτόν πολλά περισσότερα απ' ό,τι οι δύο προηγούμενα αναφερθείσες.
Κάρλ Τζούλιους Σρέερ |
Ήδη από την ηλικία των 20 χρόνων παρουσιάστηκε ένα βίωμα, που πάντα επαναλαμβανόταν στη συνάντησή του με άλλους ανθρώπους, σύμφωνα με τις πληροφορίες που αναφέρει στη αυτοβιογραφία του.
«Με κάθε σαφήνεια εμφανιζόταν μπροστά μου η πνευματική ατομικότητα κάθε ανθρώπου. Εκδηλωνόταν εξωτερικά στο φυσικό σώμα, καθώς και στα πεπραγμένα τους στο φυσικό κόσμο. Η ατομικότητα συνδεόταν με όσα προέρχονταν από τους γονείς, ως φυσικό έμβρυο. Όσον αφορά τους αποβιώσαντες ανθρώπους, ακολουθούσα την πορεία τους πάρα πέρα στον πνευματικό κόσμο».
Τα επόμενα χρόνια τα βιώματα αυτά γίνονταν όλο και πιο βαθιά. Ο Στάινερ περιγράφει τον τρόπο που φαινομενικά ασήμαντα χαρακτηριστικά άλλων προσωπικοτήτων, μπορούν να έχουν ανυποψίαστη σημασία, όταν τα βιώνουμε μέσω της υπεραισθητής παρατήρησης. Μπορούν τότε να εμφανιστούν ως εκφράσεις ενός πνευματικού παγκόσμιου περιεχόμενου, που δεν προέρχεται από την παρούσα, αλλά από μια προηγούμενη γήινη ζωή. Περιγράφει ότι δεν αποκτάται απ' ευθείας μια τέτοια επίγνωση με την εξωτερική συνύπαρξη, παρά μόνον αργότερα,«όταν οι δυνατές εντυπώσεις επενεργούν εκ των υστέρων και γίνονται έντονη ζωντανή ανάμνηση, όπου τα ουσιώδη στοιχεία της εξωτερικής ύπαρξης σβήνουν και αυτά που θεωρούνται επουσιώδη αρχίζουν να μιλούν την καθαρή τους γλώσσα». Ο Στάινερ συμπληρώνει με ένα συλλογισμό μεγίστης σημασίας: «όποιος παρατηρεί τους ανθρώπους για να αποκαλύψει τις προηγούμενες γήινες ζωές τους, δεν θα φτάσει στο στόχο του. Μια τέτοια παρατήρηση πρέπει να νοιώθουμε ότι είναι προσβολή για τον παρατηρούμενο». Είχε συνείδηση ότι κάθε τέτοια επαφή με τα ενδότερα μυστικά της ζωής των άλλων προσωπικοτήτων, προϋποθέτει ότι ο παρατηρητής έχει εντελώς αγνές προσβλέψεις και βαθύ σεβασμό για το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να διατηρεί την πλήρη ακεραιότητά του.
Ο Στάινερ περιγράφει ότι τα προηγούμενα ακαθόριστα βιώματά του, όσον αφορά τις επαναλαμβανόμενες ζωές, συμπυκνώθηκαν, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880, σε «συγκεκριμένες εικόνες», σε «σαφείς εντυπώσεις».
Μια Παιδαγωγική Δοκιμασία Πυρός
Όττο Σπεχτ |
Η ζωή έδωσε επίσης στον Στάινερ την ευκαιρία, να δοκιμάσει στην πράξη τη σταδιακά βαθύτερη γνώση του για τον άνθρωπο. Βρέθηκε μπροστά σε μια παιδαγωγική αποστολή, που από πολλούς ειδικούς, χαρακτηριζόταν ως ακατόρθωτη.
Μια πλούσια οικογένεια στη Βιέννη είχε ένα δεκάχρονο αγόρι, που υπέφερε από βαριάς μορφής υδροκεφαλία. Ο Όττο Σπεχτ (Otto Specht), όπως ονομαζόταν, δεν μπορούσε ούτε να διαβάζει, ούτε να γράφει. Κάθε προσπάθεια μάθησης κατέληγε σε εξάντληση. Ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογένειάς του, με το διογκωμένο του κεφάλι, με το τετράδιό του να έχει ως μόνο σημάδι μια τρύπα που είχε κάνει σε κάθε φύλλο με τη γομολάστιχά του, με τη συνήθειά του να αποφεύγει τα γεύματα και να παίρνει φαγώσιμα από τον κάδο της κουζίνας.
Ο Δρ Γιόζεφ Μπρόιερ (Josef Breuer), συνεργάτης του Σίγκμουντ Φρόιντ (Siegmund Freud) στα πρώτα βήματα της ψυχανάλυσης, είχε εγκαταλείψει το παιδί ως ανεπίδεκτο μάθησης. Η μητέρα όμως αρνήθηκε να παραιτηθεί και με τη μεσολάβηση του Σρέερ, πρόσφερε στον Στάινερ τη θέση του ιδιωτικού δασκάλου. Ο τότε 23 χρόνων φοιτητής δέχθηκε, υπό τον όρο να αναλάβει την πλήρη ευθύνη για την αγωγή και τον τρόπο ζωής του αγοριού. Η κυρία Σπεχτ δέχθηκε αυτή τη μοναδική συμφωνία.
Γιόζεφ Μπρόιερ |
Τον Ιούλιο του 1884 ο Στάινερ μετακόμισε στο σπίτι της οικογένειας αυτής. Ο στόχος που έθεσε, ήταν να βοηθήσει το αγόρι να αποκτήσει έλεγχο του σώματός του. «έπρεπε -σαν να λέμε- να συνδεθεί η Ψυχή με το σώμα. Πίστευα ακράδαντα ότι το αγόρι είχε αφανείς πνευματικές ικανότητες, μεγάλες μάλιστα».
Ο Ρούντολφ Στάινερ ρύθμισε με κάθε λεπτομέρεια την καθημερινή ζωή του μαθητή του και έριξε μεγάλο βάρος στη διατροφή και στην αλληλουχία των διαφόρων μαθημάτων. «Χρειαζόμουν συχνά να προετοιμάζω επί δύο ώρες ένα μάθημα μισής ώρας, ώστε να μπορώ να παρουσιάζω την ύλη με τέτοιο τρόπο, που να πετυχαίνω τη μέγιστη δυνατή απόδοση, στο συντομότερο δυνατό χρόνο και με την μικρότερη δυνατή καταπόνηση των πνευματικών και φυσικών δυνάμεων του παιδιού». Ο Όττο Σπεχτ αισθάνθηκε ενστικτωδώς ότι είχε αποκτήσει έναν δάσκαλο, δοσμένο εξ' ολοκλήρου στην αποστολή του. Η ανταπόκρισή του ήταν μια πολύ δυνατή αφοσίωση. Το αποτέλεσμα που έφερε αυτή του η στάση, αποκαλύπτεται από τον Στάινερ σε μια μικρή, αλλά σημαντική σημείωση στην αυτοβιογραφία του: η επαφή και μόνο μεταξύ δασκάλου και μαθητή «έκανε τις λανθάνουσες ψυχικές ικανότητες να αφυπνιστούν».
H Άννι Σάλιβαν με την Έλλεν Κέλλερ |
Μετά από δύο χρόνια, συνέβη ένα γεγονός που μιλάει από μόνο του: Ο Όττο Σπεχτ είχε καταφέρει να καλύψει τα χαμένα χρόνια του βασικού σχολείου και να εισαχθεί μαζί με συνομήλικούς του σε μια σχολή, που θα τον προετοίμαζε για ανώτερες σπουδές. Το κεφάλι του είχε αρχίσει να αποκτά πάλι φυσιολογικές αναλογίες. Μετά από άλλα τέσσερα χρόνια, μπορούσε να τα καταφέρνει δίχως τη φροντίδα και τη βοήθεια του Στάινερ. Αποφοίτησε από το Λύκειο και σπούδασε ιατρική. Απεβίωσε κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Η στενή σχέση του Στάινερ με την οικογένεια Σπεχτ διατηρήθηκε ακόμη και όταν έφυγε από τη Βιέννη για να αναλάβει άλλες αποστολές.
Η σχέση του Ρούντολφ Στάινερ με τον Όττο Σπεχτ διαφέρει σε πολλά σημεία από εκείνη της Άννι Σάλιβαν (Anne Sullivan) με την Έλλεν Κέλλερ (Hellen Keller). Υπάρχουν όμως μερικές ομοιότητες που είναι ουσιώδεις: Μια σημαντική προσωπικότητα αφιερώνεται πλήρως στη φροντίδα μιας εξ' ολοκλήρου παραλυμένης ύπαρξης με ζωώδη ένστικτα και αφυπνίζει τον άνθρωπο που κοιμάται στα αφανή βάθη της. Και οι δύο προσπάθειες συγκαταλέγονται σ' αυτές που έχουν κερδίσει τη θέση τους στην ιστορία της παιδαγωγικής.
Βιέννη - Βαϊμάρη - Βερολίνο
Παράλληλα με την παιδαγωγική του αποστολή, συνέχισε να εργάζεται για την έκδοση των επιστημονικών συγγραμμάτων του Γκαίτε. Το 1886 έκδωσε το βιβλίο «Βασικές γραμμές μιας γνωσιολογίας σύμφωνα με την κοσμοαντίληψη του Γκαίτε». Από αυτό το βιβλίο η πορεία οδηγεί στη διδακτορική του διατριβή το 1891 στο Rostock και στη συνέχεια στο κύριο φιλοσοφικό του δοκίμιο «Η φιλοσοφία της ελευθερίας» που εκδόθηκε το 1893.
Από το 1890 μέχρι το 1896 εργάστηκε στο Αρχείο του Γκαίτε στη Βαϊμάρη, όπου επεξεργάστηκε τα επιστημονικά συγγράμματα του Γκαίτε. Το 1897 μετακόμισε στο Βερολίνο, όπου μέχρι το 1900 ανέλαβε την έκδοση του γνωστού πολιτιστικού περιοδικού «Magazin fur Literatur». Οι βασικοί οικονομικοί του πόροι προέρχονταν από τη συγγραφή βιβλίων και τις διαλέξεις του πάνω σε επιστημονικά και φιλοσοφικά θέματα.
Σχολή Επιμόρφωσης Εργατών
Βίλχεμ Λιμπκνεχτ |
Στο διάστημα 1899-1904 εργάστηκε στη σχολή επιμόρφωσης εργατών του Βερολίνου, που είχε ιδρυθεί από τον Βίλχεμ Λιμπκνεχτ (Wilhelm Liebknecht). Σε αντίθεση με όλους τους άλλους καθηγητές, ο Ρούντολφ Στάινερ κράτησε μια πολιτικά αδέσμευτη στάση. Ενδιαφερόταν πολύ για τη ζωή των μαθητών του. Όπως περιγράφει ο Α. Α. Ρούντολφ (Α.Α Rudolph): «Αρκούσε να δει ένα πρόσωπο και να ακούσει το όνομά του για να το θυμάται πάντα. Μας αποκάλυπτε τη μεγάλη του γνώση, μόνον όταν χρειαζόταν να μας υποδείξει κάτι. Δεν υπήρχε καμιά απαίτηση από την πλευρά του. Αυτό που μας συνάρπαζε ήταν ο βαθύς ενθουσιασμός για το αντικείμενό του. Πολλοί από τους εργάτες συνδέθηκαν θερμά μαζί του. Στις καλοκαιρινές εκδρομές κάθονταν κάτω στο χορτάρι και τον ρωτούσαν για οτιδήποτε υπάρχει μεταξύ ουρανού και γης. Μας εξηγούσε για τα λουλούδια, τα φυτά και τα έντομα που πετούσαν τριγύρω». Το 1904 απολύθηκε εξ' αιτίας της αδέσμευτης πολιτικής στάσης του.
Επαφή με το Εργατικό Κίνημα
Στην αυτοβιογραφία του περιγράφει ότι με τη δραστηριότητα αυτή απέκτησε άμεση επαφή με τα καυτά κοινωνικά προβλήματα της εποχής του. Στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις δεν υπήρχε ενδιαφέρον για το εργατικό κίνημα.
«Υπήρχαν μόνο θεωρητικές απόψεις από τη μια κοινωνική τάξη προς την άλλη. Γίνονταν διαπραγματεύσεις για τους μισθούς, μόνον όταν εξαναγκάζονταν από τις απεργίες και άλλα παρόμοια».
Δεν υπήρχε όμως κατανόηση για τις βαθιές, καθαρά ανθρώπινες ανάγκες του εργατικού κόσμου.
«Ήταν η εποχή που εξαπλωνόταν ο εγωισμός με τον άγριο ανταγωνισμό του, η εποχή που προετοιμαζόταν η παγκόσμια καταστροφή, η οποία ξέσπασε τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα. Παράλληλα το προλεταριάτο εξέλιξε με το δικό του τρόπο το αίσθημα της κοινής ζωής και της ταξικής συνείδησης….. βαθμιαία εξαφανίστηκε κάθε δυνατότητα γεφύρωσης μεταξύ των αναφερθέντων τάξεων».
Η ανθρωποσοφική δραστηριότητα του Ρούντολφ Στάινερ πέρασε κυρίως σε άλλους κύκλους. Όταν το 1919 έδωσε την ώθηση για την «κίνηση του τρίπτυχου της κοινωνίας» και ως καρπός αυτής της δράσης ιδρύθηκε το «ελεύθερο σχολείο Waldorf» στη Στουτγάρδη για τα παιδιά των εργατών και των υπαλλήλων του εργοστασίου τσιγάρων Waldorf - Astoria, απέδειξε πάλι ότι οι προσπάθειές του δεν απευθύνονταν σ' ένα περιορισμένο κοινωνικό στρώμα, αλλά σε ανθρώπους όλων των κοινωνικών τάξεων.
Η σύντομη αυτή αναδρομή ίσως βοηθήσει στο να διαφωτίσει μια συγκεκριμένη πλευρά της παιδαγωγικής του Ρούντολφ Στάινερ: η ώθηση που έδωσε στηρίζεται στη βαθιά και άμεση πρακτική εμπειρία.
Βιβλιογραφία
• Frans Carlgren, Erziehung zur Freiheit. Die Pedagogik Rudolf Steiners.
Μτφ.: Μ.Τ.