Δυτική Εσωτερική Παράδοση
Ευρυθμία, ο Κοσμικός Χορός
Κατά ένα μυστηριώδη και παράξενο τρόπο, η μουσική και ο χορός συνοδεύουν την εξελικτική πορεία της ανθρωπότη- τας από τα πρώτα της βήματα. Ο χορός, αυτή η υπέροχη κίνηση του σώματος που ενεργοποιεί αισθήσεις, που διεγείρει σκέψεις και συναισθήματα, και προσδίδει στο ανθρώπινο ον μια διαφορετική διάσταση, αποτελεί ένα από τα πιο αρχαία γνωρίσματα των λαών.
Όταν κάπου στα 1908 ο Ρούντολφ Στάινερ (Rudolf Steiner) συζητούσε με την ρωσίδα ζωγράφο Μαργαρίτα Γουλοσίν (Margarita Gulosin), αναφέρθηκε στην έννοια του χορού με τα εξής λόγια: «Ο χορός είναι ένας ανεξάρτητος ρυθμός, μια κίνηση της οποίας το κέντρο βρίσκεται έξω από την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο ρυθμός του χορού μας πηγαίνει στις αρχέγονες εποχές αυτού του κόσμου. Οι σημερινοί χοροί αποτελούν την εκφυλισμένη εκδοχή των αρχαίων χορών στους ναούς, μέσω των οποίων οι συμμετέχοντες ενσωμάτωναν την γνώση των βαθύτερων μυστηρίων του κόσμου». Αυτές οι απόψεις έγιναν το εφαλτήριο του αυστριακού ιδρυτή της Ανθρωποσοφίας για την μετέπειτα δημιουργία της Ευρυθμίας, της δικής του χορευτικής τέχνης.
Ακόμη και σήμερα λίγοι γνωρίζουν ή έχουν ακούσει για τούτο το σύστημα χορού, και όμως η Ευρυθμία έδωσε στο χορό μια ιδιαίτερη ώθηση κι ένα ουσιαστικό φιλοσοφικό υπόβαθρο. Από τις αρχές του 20ου αιώνα ήταν χιλιάδες εκείνοι που ακολούθησαν αυτό το χορευτικό σύστημα σε όλο τον κόσμο. Γίνονταν παντού παραστάσεις σε μεγάλες αίθουσες θεάτρων, όπως στο Άμστερνταμ, το Αμβούργο, την Στουτγκάρδη, σε πόλεις της Ελβετίας κ.λπ. ενώ ταυτόχρονα εφαρμοζόταν ως θεραπευτική μέθοδος σε ειδικά σχολεία, κλινικές και σε ομάδες ανθρώπων με διανοητικές και συναισθηματικές δυσλειτουργίες.
Ο Ρούντολφ Στάινερ
Η Ευρυθμία ξεπήδησε από τις διδασκαλίες του φημισμένου εσωτεριστή Ρούντολφ Στάινερ (1861-1925). Ένα όνομα σαφώς ελληνικό (ευ+ρυθμός), όπου η «ομορφιά ή ευ» είναι η αρμονία του εσωτερικού και του εξωτερικού είναι η πνευματική εμπειρία και η έκφρασή της στη φυσική κίνηση. Ο Στάινερ υπήρξε ιδρυτής μιας πνευματικής κίνησης στη Γερμανία (1913) με το όνομα Ανθρωποσοφία ή Πνευματική Επιστήμη και ο ίδιος δεν ήταν ποτέ χορευτής. Πίστευε ότι η Σκοτεινή Εποχή [ανατολ. Κάλι Γιούγκα (Kali Yuga)] της ανθρωπότητας τελείωσε στα τέλη του 19ου αιώνα και επομένως είχε έρθει ο καιρός να αποκατασταθούν τα Μυστήρια και να αποκαλυφθούν όλα όσα επί αιώνες παρέμεναν περιορισμένα στα όρια των εκάστοτε μυστηριακών αδελφοτήτων. Είχε την πεποίθηση ότι η δημοσιοποίηση των Μυστηρίων είχε ήδη αρχίσει και τεκμηρίωνε την άποψή του με βάση το γεγονός ότι κυκλοφορούσαν όλο και περισσότερες μεταφράσεις ιερών κειμένων της Ανατολής, ενώ θεωρούσε σημαντική την συμβολή της Ε. Π. Μπλαβάτσκι (E. P. Blavatsky), ιδρύτριας της Θεοσοφικής Εταιρείας, σε αυτόν τον τομέα.
Λέγεται ότι ο Στάινερ είχε κάποιες πνευματικές ή διορατικές εμπειρίες από τα παιδικά του χρόνια, αλλά εξαιτίας της άγνοιας εκείνης της ηλικίας ένιωθε δυσάρεστα και αρκετές τις κατέπνιγε. Όταν αργότερα κατανόησε τι συνέβαινε, δεν είχε εμπιστοσύνη στην εγκυρότητα των εμπειριών του διότι, όπως υποστήριζε, δεν ήταν αποτέλεσμα των δικών του προσπαθειών. Για το σκοπό αυτό, μάλιστα, αποφάσισε να επιδοθεί συνειδητά στην ανάκτηση της ικανότητάς του να προσεγγίζει τα πνευματικά επίπεδα, μια προσπάθεια που θεωρείται ότι ευοδώθηκε και τα αποτελέσματα περιγράφονται στο πιο σημαντικό για εκείνον βιβλίο του, Η Φιλοσοφία της Πνευματικής Δραστηριότητας. Μέσα από όλη αυτή την διαδικασία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάθε άνθρωπος διαθέτει λανθάνουσες δυνατότητες οι οποίες θα μπορούσαν να αφυπνιστούν και να τον οδηγήσουν σε αυτό που αποκαλούσε «γνώση των ανώτερων κόσμων».
Σκίτσα αναπαράστασης στάσεων γραμμάτων. |
Ο Στάινερ είχε την άποψη ότι ο σύγχρονος δυτικός τρόπος σκέψης και ζωής ήταν πολύ υλιστικός και υποβιβασμένος, δίχως πνευματικά ενδιαφέροντα. Για αυτό και αφοσιώθηκε στην προσπάθεια για πνευματική αφύπνιση των ανθρώπων. Παρότι είχε μελετήσει τις ανατολικές παραδόσεις πνευματικής ανάπτυξης, δεν τις θεωρούσε κατάλληλες για την δυτική νοοτροπία, επειδή έχουν την τάση να απορρίπτουν και να αποκόβουν εντελώς τον άνθρωπο από την υλική ύπαρξη. Ακολούθησε επομένως τα μονοπάτια της δυτικής εσωτερικής παράδοσης, θεωρώντας ότι η πνευματική εξύψωση μπορεί να πραγματωθεί και μέσα από την υλική πραγματικότητα. Για το σκοπό αυτό επιχείρησε να επανασυνδέσει την επιστήμη, την θρησκεία και την τέχνη με την εσωτερική τους καταγωγή, έχοντας το παράδειγμα της χημείας που καταγόταν από την αλχημεία.
Η όλη του προσπάθεια έτυχε σημαντικής αναγνώρισης σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς το κίνημα της Ανθρωποσοφίας απλώθηκε παντού, με τις μεθόδους της να εφαρμόζονται σε διάφορους τομείς της σύγχρονης ζωής όπως: τα σχολεία Βάλντορφ (Waldorf) (ένα από τα πιο διαδεδομένα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο), οι κοινότητες Κάμπχιλ για συναισθηματικά και νοητικά διαταραγμένους ανθρώπους, η βιοδυναμική προσέγγιση της οργανικής καλλιέργειας, σχολές ζωγραφικής, γλυπτικής, κοσμηματοποιίας, θεραπευτικής και μασάζ, κλινικές αποτοξίνωσης, φαρμακεία, μέχρι και τις τράπεζες.
Ο ίδιος ο Στάινερ διέθετε σημαντική καλλιτεχνική παιδεία και την θεωρούσε απαραίτητο στοιχείο στην εσωτερική εκπαίδευση των ανθρώπων. Όταν ήταν ακόμη νεαρός, είχε αναλάβει την επιμέλεια μιας λογοτεχνικής επιθεώρησης που κυκλοφορούσε στο Βερολίνο και στην οποία αρθρογραφούσε ως κριτικός τέχνης. Επίσης, είχε σκηνοθετήσει θεατρικές παραστάσεις, ενώ είχε γράψει και θεατρικά έργα. Έντονο ήταν το ενδιαφέρον του για την ζωγραφική και την γλυπτική. Οι διαλέξεις του περί χρώματος επηρέασαν ιδιαιτέρως δύο από τους μαθητές του, τους ζωγράφους Φραντς Μαρκ (Franz Marc) και Βασίλι Καντίνσκι (Wassily Kandinsky).
Πηγή έμπνευσης για τον Στάινερ ήταν τα άγνωστα στο πλατύ κοινό επιστημονικά συγγράμματα του κατά τα άλλα διάσημου γερμανού ποιητή Γιόχαν Βόλφανγκ φον Γκέτε (Johann Wolfgang Goethe) (1749- 1832). Ο Γκέτε, παγκόσμια γνωστός για τον Φάουστ, θεωρούμενος ο Σέξπιρ της γερμανικής γλώσσας, θεωρείται πως ήταν Ροδόσταυρος και ότι το έργο του διαπνέεται από το ροδοσταυρικό πνεύμα. Πάντως, γεγονός είναι ότι μόλις ο Στάινερ ολοκλήρωσε την διδακτορική του διατριβή στη φιλοσοφία, προσκλήθηκε να επιμεληθεί τα επιστημονικά συγγράμματα του Γκέτε, προκειμένου να συμπεριληφθούν στα Άπαντα της περίφημης έκδοσης της Βαϊμάρης.
Τι Είναι η Ευρυθμία
Θεμέλιο στη δημιουργία του συστήματος χορού του Στάινερ υπήρξαν οι απόψεις του Γκέτε, καθώς κάποτε είχε δηλώσει: «Η Ευρυθμία έχει τις ρίζες της στην άποψη του Γκέτε ότι ‘‘κάθε τέχνη είναι η αποκάλυψη των απόκρυφων νόμων της Φύσης, οι οποίοι διαφορετικά θα παρέμεναν άγνωστοι’’. Τούτη η σκέψη μπορεί να συνδεθεί με μία άλλη σκέψη του Γκέτε, ότι ‘‘κάθε ανθρώπινο όργανο αποτελεί μια έκφραση της όλης μορφής του ανθρώπου. Για παράδειγμα, κάθε ανθρώπινο άκρο είναι μια μινιατούρα ανθρώπου. Μπορούμε να αντιστρέψουμε αυτή τη σκέψη και να πούμε ότι κάθε άνθρωπος είναι μια ολοκληρωμένη έκφραση αυτού που αντιπροσωπεύει κάποιο από τα όργανά του. Στο λάρυγγα και στα άλλα όργανα που συνδέονται με την ομιλία και το τραγούδι, επιτελούνται δραστηριότητες που ενεργοποιούν την κίνηση ή την τάση για κινήσεις που γίνονται αντιληπτές ως ήχοι ή συνδυασμοί ήχων, παρά το γεγονός ότι αυτές καθεαυτές οι κινήσεις δεν συλλαμβάνονται στην καθημερινή μας ζωή’’. Και δεν είναι τόσο αυτές οι κινήσεις όσο οι τάσεις για κίνηση που μεταμορφώνονται μέσω της Ευρυθμίας σε κίνηση ολόκληρου του σώματος. Εκείνο που κάνει αμυδρά την εμφάνισή του στη διαμόρφωση των ήχων και των τόνων σε ένα μόνο σύστημα οργάνων, καθίσταται ορατό ως κίνηση και σωματική στάση για όλη την ανθρώπινη ύπαρξη».
Στιγμιότυπο από παράσταση καλλιτεχνικής ευρυθμίας. |
Προς τα τέλη του 1912, ο Ρούντολφ Στάινερ προσεγγίστηκε από μια γυναίκα που λεγόταν Κλάρα Σμιτς (Klara Smits), η οποία παρακολουθούσε με αμείωτο ενδιαφέρον τις διαλέξεις του επί χρόνια. Η γυναίκα αυτή ήθελε την συμβουλή του, καθώς απρόσμενα είχε χάσει τον άντρα της και προβληματιζόταν για το τι θα απογίνει η δεκαοχτάχρονη κόρη της, η Λόρι. Μόλις ο Στάινερ έμαθε ότι από τα αγαπημένα ενδιαφέροντα της κοπέλας ήταν ο χορός και η μουσική, της είπε ότι θα μπορούσαν να κάνουν κάτι σχετικό που να βασίζεται στις ανθρωποσοφικές αρχές και ότι ήταν διατεθειμένος να την καθοδηγήσει. Αυτή η καθοδήγηση προς τη νεαρή Λόρι έθεσε τις βάσεις της νέας τέχνης της Ευρυθμίας.
Από τα αρχικά της στάδια τούτη η νέα τέχνη του χορού αναπτύχθηκε, όχι αποκομμένη από την μουσική και τον λόγο. Ο ρόλος της κίνησης στην Ευρυθμία είναι να κάνει τον λόγο «ορατό» και να εκφράσει και να ενισχύσει τους κρυμμένους νόμους πίσω από αυτόν. Για να μπορέσει όμως να λειτουργήσει η Ευρυθμία καλλιτεχνικά με τον λόγο, θα πρέπει ο λόγος να παρουσιάζεται καλλιτεχνικά. Για τον σκοπό αυτό ο Στάινερ θεώρησε αναγκαίο να συνεργαστεί με μια ηθοποιό, την Μαρίε φον Σιέβερς (Marie von Sivers) που αργότερα έγινε σύζυγός του, για την έρευνα των νόμων που διέπουν την διαμόρφωση του λόγου. Από τούτη την συνεργασία ξεπήδησαν τόσο η σχολή δραματικού λόγου όσο και η Ευρυθμία.
Η γλώσσα και η ομιλία είναι θεϊκά δώρα, όπως η Φύση και οι τέχνες, δίδασκε ο Στάινερ, καθώς και ότι η σύγχρονη χρήση της γλώσσας αποτελεί μια μάλλον αδύναμη αντανάκλαση σε σχέση με τις αρχαίες αναφορές για την δύναμη του λόγου και την μαγική ονομασία των πραγμάτων. Για αυτό και αγωνιζόταν να ξαναζωντανέψει εκείνη την δύναμη με την παρουσίαση μιας τέχνης που αποκάλυπτε τους βαθύτερους νόμους του λόγου και αντικατόπτριζε τους μορφοποιούς νόμους του σύμπαντος. Η Ευρυθμία ολοκληρωνόταν με την προσπάθεια να γίνει η μουσική «ορατή», ενώ στην πλήρη της όψη θεωρούνταν ότι με τον ορατό λόγο αποκαλύπτονταν οι μορφοποιές δυνάμεις της Γης και με την ορατή μουσική απεικονίζονταν οι κοσμικοί νόμοι της μουσικής των ουράνιων σφαιρών.
Με βάση τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι στη συνείδηση του Στάινερ δεν επρόκειτο απλώς για ένα νέο σύστημα χορού, αλλά η Ευρυθμία αποτελούσε μια νέα μορφή τέχνης, που κινιόταν μεταξύ παντομίμας και χορού. Η διαφορά μεταξύ παντομίμας και Ευρυθμίας ήταν στο ότι στην πρώτη μιμούνται συναισθήματα ή εκφράζουν το περιεχόμενο του λόγου, ενώ στη δεύτερη εκφράζονται οι δυνάμεις και η δομή του λόγου. Κατά παρόμοιο τρόπο, ενώ κάποιος με τον χορό κινείται στο ρυθμό της μουσικής, η Ευρυθμία εκφράζει αυτή καθεαυτή την μουσική και τους κρυμμένους νόμους πίσω από αυτή. Εδώ βρίσκεται και η θεμελιώδης διαφορά της τελευταίας με τα σύγχρονα χορευτικά ρεύματα. Σύμφωνα με τον Στάινερ, ο σύγχρονος χορός εκφράζει τις ενστικτώδεις, ζωώδεις ορμές του φυσικού σώματος, αντί να βοηθά στην έκφραση της «αγγελικής» φύσης του ανθρώπινου όντος. Ένιωθε ενοχλημένος με το γεγονός ότι ο χορός κατέληξε να εκφράζει «την πιο κοινότυπη, την πιο γήινη παρόρμηση που συνδέεται με τα ανθρώπινα ένστικτα και πάθη, και δεν ενσωματώνει το διονυσιακό στοιχείο στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους», θεωρώντας πως το διονυσιακό στοιχείο είναι μια πύρινη και παθιασμένη έκφραση θεϊκής προέλευσης και φύσης.
Ο Χορός στα Μυστήρια
Ο χορός είναι μία από τις αρχαιότερες τέχνες, είναι µια από τις σπάνιες δραστηριότητες όπου ο άνθρωπος δίνεται ολοκληρωτικά, σώµα, καρδιά και πνεύµα. Ο χορός µας επανασυνδέει µε την γενετική και την αρχαϊκή µας κληρονοµιά. Ο Στάινερ πίστευε ότι είναι ένα θεϊκό δώρο και ότι εκφράζει τους πνευματικούς κόσμους στη Γη, χρησιμοποιώντας ως όργανο το ανθρώπινο σώμα. Ο εμπνευσμένος χορευτής γίνεται φορέας της θέλησης των πνευματικών ιεραρχιών, μεταμορφώνοντας την ύλη σε πνευματοποιημένη ουσία, εκδηλώνοντας τους νόμους του πνεύματος στη Γη. Σύμφωνα με αυτή την θεώρηση, ο χορευτής συνεχίζει το έργο της δημιουργίας που ξεκίνησε από τα πνευματικά επίπεδα με την δημιουργία του ανθρώπου και της γήινης σφαίρας.
Καλλιτεχνική ευρυθμία: κάθε χρώμα έχει ιδιαίτερη σημασία. |
Ο Στάινερ δίδασκε, επίσης, ότι η θρησκευτική επίδραση στις τέχνες πηγάζει από τα μεγάλα μυστηριακά κέντρα ανά τον κόσμο, στα οποία καλλιεργήθηκε μια συνειδητή σχέση με τον πνευματικό κόσμο και τις δυνάμεις του. Ιστορικά, η κίνηση ήταν ο τρόπος που ο άνθρωπος εκφραζόταν και επικοινωνούσε πολύ πριν αποκτήσει το δώρο της ομιλίας, ακριβώς όπως το νήπιο χειρονομεί και εκφράζεται πριν μάθει να μιλάει. Ακολουθώντας την διδασκαλία των περισσότερων εσωτερικών παραδόσεων, ο Στάινερ υποστηρίζει ότι υπήρξαν μακρινές εποχές κατά τις οποίες ο άνθρωπος βρισκόταν σε στενή σχέση με τους πνευματικούς κόσμους. Στη συνέχεια, όμως, επήλθε η Σκοτεινή Εποχή, η Κάλι Γιούγκα (περίπου 3100 π.Χ.), και η σύνδεση αυτή σχεδόν απωλέστηκε, ως ένα αναγκαίο στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης, προκειμένου ο άνθρωπος να λειτουργήσει ελεύθερα και δίχως την πίεση της πνευματικής καθοδήγησης, έτσι ώστε να αποφασίσει αυτόβουλα για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει.
Αυτή η απώλεια, όμως, επέφερε φόβο και σύγχυση στους ανθρώπους, για αυτό δημιουργήθηκαν τα μυστηριακά κέντρα και τα διάφορα ιερατεία, ως θεματοφύλακες των μυστικών που είχαν διατηρηθεί από τις εποχές της σύνδεσης με τους πνευματικούς κόσμους. Εκεί πήγαιναν πολλοί άνθρωποι και διδάσκονταν, καθοδηγούνταν και μυούνταν στην κρυμμένη γνώση. Αλλά με την πάροδο των αιώνων επήλθε και σε αυτά εκφυλισμός και χάθηκε η παλαιά τους αίγλη. Για παράδειγμα, υπάρχουν ιστορικά στοιχεία που δείχνουν ότι την Εποχή των Πυραμίδων (περ. 2686-2610 π.Χ.) οι βασιλιάδες και οι ιερείς στην Αίγυπτο κατείχαν πραγματικά βαθύτατη πνευματική γνώση, ενώ κατά την εποχή του ύστερου Νέου Βασιλείου (περ. 1567-1085 π.Χ.) αυτή έδωσε την θέση της στη δεισιδαιμονία.
Εκείνες τις πρώιμες εποχές ο χορός κατείχε σημαντική θέση στην ανθρώπινη κοινωνία. Όταν οι αρχαίοι χόρευαν στις διάφορες εποχικές γιορτές της Φύσης, στην ουσία συντονίζονταν με τους ρυθμούς της Φύσης και θα μπορούσαμε να πούμε ότι εφάρμοζαν κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα είδος «συμπαθητικής μαγείας», για την επιτυχία του θερισμού και της σποράς ή άλλων γεγονότων. Όταν όμως αυτού του είδους η γνώση ξεθώριασε και χάθηκε κάθε συμβολισμός τότε ο χορός μάλλον εξατομικεύτηκε και απέκτησε επαγγελματική χροιά.
Αλλά και στους μυστηριακούς ναούς ο χορός κατείχε ξεχωριστή θέση, συνδεόμενος στενά με τις τελετές μύησης και τις άλλες μυστηριακές τελετές που λάμβαναν χώρα σε αυτούς. Ήταν τόσο σημαντική η εκτέλεση του τελετουργικού χορού, που το παραμικρό λάθος επέσυρε σοβαρές συνέπειες. Για παράδειγμα, στα νησιά Εβρίδες του Ατλαντικού όποιος έκανε λάθος κατά την τέλεση του χορού, δεχόταν επίθεση, πληγωνόταν ή και σκοτωνόταν από τον τοξότη που είχε διοριστεί ως επόπτης του χορού. Και βέβαια, αυτή η αυστηρότητα απέρρεε από το γεγονός ότι φοβούνταν πως το παραμικρό λάθος θα προκαλούσε την μήνι των θεών.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που συνηγορούν στην ύπαρξη του τελετουργικού χορού στους μυστηριακούς ναούς, από την Κίνα και την Ελλάδα, έως την μακρινή Ασία, το Μπαλί, μέχρι και στους Ινδιάνους Χόπι. Από την Ασία, άλλωστε, προέρχονται και οι χορευτικές κινήσεις που δίδαξε στη Δύση ο Γ. I. Γκουρτζίεφ (George Gurdjieff). Από τους αρχαίους ελληνικούς χορούς εμπνεύστηκαν και σπουδαίοι πρωτοπόροι του χορού στον 20ο αιώνα, όπως η Ισιδώρα Ντάνκαν (Isadora Dunca), η Ρουθ σεν Ντενίς (Ruth Saint Denis) κ.α. Μελετώντας διασωσμένα αρχαιοελληνικά συγγράμματα, μαζί με αγγειογραφίες και παραστάσεις ναών, επιχείρησαν να δημιουργήσουν ένα σύστημα χορού που θα βασιζόταν σε ό,τι εκείνοι φαντάζονταν πως ήταν ο αρχαιοελληνικός χορός. Μια πάρα πολύ καλή προσπάθεια, πρωτοποριακή, που σήμερα αποκαλείται μοντέρνος χορός, αλλά δίχως να εμπεριέχει εκείνο το πνευματικό στοιχείο που χαρακτήριζε τον μυστηριακό χορό.
Το Σύστημα Ευρυθμία
Ο Στάινερ δεν θέλησε να αναπαράγει αρχαίους χορούς. Αντίθετα, επικεντρώθηκε στην προσπάθεια να αναβιώσει τα αρχαία Μυστήρια με τους τελετουργικούς χορούς τους και να τα εφαρμόσει με τρόπο κατάλληλο για τα σύγχρονα δεδομένα. Για αυτό συνήθιζε να χαρακτηρίζει την Ευρυθμία ως σύγχρονο τελετουργικό χορό.
Ευρυθμία: εκτός από καλλιτεχνικά σήμερα χρησιμοποιείται στην εκπαίδευση και θεραπευτικά. |
Σε μια παράσταση Ευρυθμίας, το πρώτο που κάνει εντύπωση είναι η ενδυμασία με τα φωτεινά χαρούμενα χρώματα, δίχως ακρότητες. Το τυπικό ένδυμα του χορευτή της Ευρυθμίας είναι ένας μεταξένιος μακρύς τήβεννος με ένα πέπλο από το ίδιο υλικό, και είναι κοινό για άντρες και γυναίκες. Ο Στάινερ υποστήριζε ότι το μετάξι είναι το κατάλληλο υλικό, γιατί οι μεταξοσκώληκες το υφαίνουν με φως.
Η μουσική και ο λόγος επί σκηνής είναι πάντοτε ζωντανά και ποτέ μαγνητοσκοπημένα. Χρησιμοποιούνται οι βασικές δομές του λόγου και ταυτόχρονα γίνονται κινήσεις για να εκφράσουν τους ήχους της γλώσσας, όπου προεξάρχοντα ρόλο παίζουν οι διαρκείς εναλλαγές των χεριών και των ποδιών σε συγκεκριμένες θέσεις. Μπορεί επίσης να γίνονται κινήσεις που αντιπροσωπεύουν τις πλανητικές ή τις ζωδιακές δυνάμεις και ταυτόχρονα να υπάρχει ρυθμός που εξαρτάται από την μουσική που εκφράζουν. Μία κίνηση που αποτελεί σημαντικό κομμάτι της εκπαίδευσης των χορευτών της Ευρυθμίας είναι αυτή που ονομάζεται «τριπλό περπάτημα», όπου το δάκτυλο πατά πρώτα στο έδαφος και στη συνέχεια το υπόλοιπο πόδι.
Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι στην Ευρυθμία δεν υπάρχει αυτοσχεδιασμός, αν και η χορογραφία επιτρέπει την ατομική ερμηνεία του καλλιτέχνη. Επίσης, οι χορευτές κινούνται από διαφορετικό κέντρο βάρους σε σχέση με άλλες σχολές. Για παράδειγμα, οι χορευτές μπαλέτου κινούνται από το ηλιακό πλέγμα ενώ οι σπουδαστές του τάι τσι τσουάν κινούνται από το κέντρο ταν τ’ιεν, 6 εκατοστά περίπου κάτω από τον αφαλό. Στην Ευρυθμία το κέντρο βάρους της κίνησης τοποθετείται ψηλότερα με σκοπό την εφέλκυση κοσμικών δυνάμεων, έτσι ώστε μέσω μιας συνεχούς χορευτικής κίνησης να διοχετεύονται και να υφαίνουν έναν πραγματικά κοσμικό χορό, ένα χορό που παρασύρει τους θεατές του σε ονειρικά, μεταμορφωτικά επίπεδα.
Σήμερα Υπάρχει η Ευρυθμία;
Κατ’ αρχάς η Ευρυθμία, όπως προειπώθηκε, δεν έμεινε στο επίπεδο των δημόσιων παραστάσεων, αλλά εφαρμόστηκε και στο εκπαιδευτικό σύστημα της Ανθρωποσοφίας, στα σχολεία Βάλντορφ, από το νηπιαγωγείο μέχρι και το Λύκειο. Αργότερα, επειδή αναγνωρίστηκαν οι ευεργετικές επιδράσεις της λόγω των ζωτικών ενεργειών που εφελκύει, χρησιμοποιήθηκε και για θεραπευτικούς σκοπούς τόσο σωματικών, όσο και ψυχικών και αναπτυξιακών διαταραχών. Η θεραπευτική ευρυθμία, πάντα σε συνεργασία με ιατρό, απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες και συνδυάζει ομιλία, χειρονομίες και μουσική, μεταφράζοντάς τα σε μια μοναδική μορφή κίνησης. Σύμφωνα με την ανθρωποσοφική άποψη, ο γιατρός μπορεί, πέρα από φαρμακευτική αγωγή, να συστήσει και κάποιες ασκήσεις Ευρυθμίας για την ίαση μιας ασθένειας.
Ασκήσεις που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για την τόνωση, την ενίσχυση και την ρύθμιση κάθε σωματικής λειτουργίας και διαδικασίας που μπορούν να ρυθμίσουν την κυκλοφορία, την αναπνοή, τον μεταβολισμό, την γενική κινητικότητα και ισορροπία. Και αυτό γιατί όλα τα όργανα και τα συστήματά τους διεγείρονται με την ενεργό κίνηση που επηρεάζει τις λειτουργίες συγκεκριμένων οργάνων, καθώς και την συναισθηματική και διανοητική ικανότητα του ατόμου να εκφράζεται και να βιώνει.
Στις μέρες μας, που η Ευρυθμία εφαρμόζεται στα ανθρωποσοφικά κέντρα ανά τον κόσμο, έχουν ξεπεραστεί κατά πολύ οι προκαταλήψεις για τις «κοινώς» αποδεκτές θεραπευτικές μεθόδους. Και όπως θα ήθελε και ο Ρούντολφ Στάινερ η Ευρυθμία αναγνωρίζεται όχι μόνο σαν μια νέα μορφή τέχνης και σαν παιδαγωγική μέθοδος, αλλά και ως μια ολιστική θεραπευτική μέθοδος η οποία διατηρεί τα επίπεδα υγείας, χρησιμοποιώντας την ισορροπημένη χρήση στοιχείων και δυνάμεων που βρίσκονται ελεύθερα στο φυσικό περιβάλλον αλλά και μέσα μας. Αντιμετωπίζεται ως ένα ολοκληρωμένο θεραπευτικό σύστημα που έχει ως βάση τους ρυθμούς της αρμονίας σε ό,τι αφορά την σχέση με τον εαυτό μας, με την ίδια την φύση και το περιβάλλον και οδηγεί την πολυδιάστατη ανθρώπινη φύση στην ποιότητα και την μακροζωία.
Και όλο αυτό μας αποδεικνύει περίτρανα την ισχυρή σχέση μεταξύ της φιλοσοφίας και της ιατρικής επιστήμης όπου ένα υγιές ανθρώπινο σώμα, ένα πνευματικό ον έχει σχεδιαστεί για να βρίσκεται πάντα σε αρμονία με τους νόμους του σύμπαντος.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• Jamake Highwater, Dance: Rituals of Experience, A & W Publishing, N. Y., 1978.
• Rudolf Steiner, An Introduction to Eurythmy, Anthrogosophic Press, N. Y, 1984.
• Stewart Easton, Man and the World in the Light of Anthroposophy, Anthroposophic Press, N.Y, 1982.
• Rudolf Steiner, Eurythmy as Visible Speech, Rudolf Steiner Press, London, 1974.
Σύνδεσμοι
http://www.anthroposophicalmedicine.gr
Κ.Π.