Θρησκεία
Χριστιανικός Μυστικισμός
Ο «Μυστικισμός», έγραψε ο Κόβεντρι Πάτμορ (Coventry Patmore), «είναι η επιστήμη των εσχάτων», μια επιστήμη με την απόλυτη έννοια του όρου αλλά ταυτόχρονα και μια κατακλυσμική αναζήτηση για το Υπέρτατο και την τέλεια γνώση, για την Υπέρτατη Πραγματικότητα, την οποία η φιλοσοφία αποκαλεί Αλήθεια και η θρησκεία αναγνωρίζει ως Θεό. Μια έννοια αρκετά διαστρεβλωμένη. Από τη μία χρησιμοποιείται αδιάκριτα για την περιγραφή ενός πλήθους πνευματικών ή ψυχικών εμπειριών και από την άλλη έχει αδικαιολόγητα συνδεθεί με τις λαϊκές φαντασιώσεις για τις σκοτεινές όψεις της δυτικής εσωτερικής παράδοσης.
Ο Ντομ Κάθμπερτ Μπάτλερ (Cuthbert Butler), στο κλασικό έργο του Δυτικός Μυστικισμός αναφέρει πως, «τούτη η έννοια εφαρμόζεται σε πολλά πράγματα. Χρησιμοποιείται για τη Θεοσοφία και τη Χριστιανική Επιστήμη, για τον πνευματισμό και τη διόραση, για τη δαιμονολογία και τη φυσική μαγεία, για τον αποκρυφισμό και τη μαγεία, για τις αλλόκοτες ψυχικές εμπειρίες και οτιδήποτε άλλο διαθέτει έστω και αμυδρά ένα χρώμα θρησκείας. Επίσης συνδέεται με αποκαλύψεις και οράματα, με την ποίηση, τη ζωγραφική και τη μουσική. Έχει ταυτιστεί με τη στάση του θρησκευτικού νου, που δεν ενδιαφέρεται για τα δόγματα και τις δοξασίες, μήτε για τις εκκλησίες και τα μυστήρια... Λέγεται, επίσης, πως η αγάπη του Θεού είναι μυστικισμός, ή ότι ο μυστικισμός είναι μόνο η χριστιανική ζωή και η ρωμαιοκαθολική ευσέβεια στην αγνότερη όψη της».
Στην πραγματικότητα ο Μυστικισμός είναι μια τάση. Μια διαρκής τάση της ανθρώπινης ψυχής στην αναζήτηση της υπέρτατης αλήθειας. Ως τέτοια συνδέεται με κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, με κάθε είδους έρευνα, μέσω οποιουδήποτε δόγματος. Η ανθρώπινη συνείδηση αναζητά την επικοινωνία με την κρυμμένη διάσταση της ύπαρξης, την αόρατη ουσία της ζωής, τη μία αιώνια και απαράλλακτη αλήθεια που διαπερνά τον κόσμο και δίνει νόημα στην εμπειρία της πεπερασμένης δημιουργίας. Ο Χριστιανισμός είναι ένα δόγμα με εγγενείς δυνατότητες αναζήτησης τούτης της αλήθειας και συνεπώς αναπτύσσει δυνατότητες επικοινωνίας με το Θεό, την Ύπαρξη που γίνεται αντιληπτή ως υπέρτατη και έσχατη πραγματικότητα. Γύρω από αυτόν τον πυρήνα ο όρος αποκτά και μια δευτερεύουσα, ωστόσο, ευρύτερη σημασία, που καθορίζει τη μυστικιστική εμπειρία ως διαισθητική απόκτηση της γνώσης που δεν είναι προσβάσιμη στον ορθολογικό νου.
Χριστιανικός Μυστικισμός και Νεοπλατωνισμός
Ο όρος μυστικισμός έχει τις ρίζες του στις μυστηριακές λατρείες της αρχαίας Ελλάδας. Ο μυστικιστής είναι εκείνος που περνά πίσω από τα πέπλα των φαινομενικών εμφανίσεων στον αιώνιο κόσμο του πνεύματος. Είναι ένας μυημένος ο οποίος, μέσω της δραματοποιημένης έκφρασης του συμβολικού του θανάτου, λαμβάνει τη γνώση της θεϊκής ζωής. Ο Νεοπλατωνισμός εν γένει υπήρξε μια συγκριτική παγανιστική φιλοσοφία, η οποία βρισκόταν ακόμη στην άνθισή της κατά την πρώιμη χριστιανική περίοδο. Άσκησε σημαντική επιρροή στην ανάπτυξη της χριστιανικής μυστικής θεολογίας, καθώς η μυστηριακή του γλώσσα χρησιμοποιήθηκε για να εκφράσει μια διαισθητική κατανόηση της υπερβατικής πραγματικότητας. Ο μάρτυρας Ιουστίνος αποκάλεσε τον Πλάτωνα «Χριστιανό πριν το Χριστό», ενώ ο Κλήμης της Αλεξανδρείας θεώρησε πως τα Ευαγγέλια επιδείκνυαν έναν «τελειοποιημένο Πλατωνισμό». Η πλατωνική έννοια για την υπέρτατη Ιδέα -το Αγαθό- αφομοιώθηκε εύκολα στη χριστιανική σκέψη, που είδε το Θεό ως Υπέρτατο Αγαθό. Η περιγραφή του Πλάτωνα για την απόλυτη ομορφιά στο Συμπόσιο, το ταξίδι από τον φαινομενικό κόσμο στην πραγματικότητα, περιέχει κατά τον ίδιο τρόπο πολλές αποχρώσεις και επαγωγικά συμπεράσματα, που αναπτύχθηκαν αργότερα και διευρύνθηκαν από τους χριστιανούς μυστικιστές.
Στη φιλοσοφία του Πλωτίνου κεντρικό σημείο είναι η ένωση με το Απόλυτο ή το Ένα. Οι θεωρήσεις, οι ενοράσεις, ακόμη και η ίδια η γλώσσα του Πλωτίνου είχαν μια άμεση, καθοριστική επίδραση στο χριστιανικό μυστικισμό. Το σύστημα του Πλωτίνου βασίζεται σε μια τριάδα. Πρώτο έρχεται το Ένα, το Αγαθό ή η Πηγή, που είναι η θεμελιώδης αρχή της ζωής και της ύπαρξης, υπερβατική και εγγενής ταυτόχρονα, αφού τα περιέχει όλα. Είναι η «κρήνη όλων των αγαθών», η «πηγή και αρχή της ομορφιάς», το «αγαθό στον μοναδιαίο τρόπο ύπαρξης, το Αγαθό πάνω από καθετί αγαθό». Το Ένα είναι ο τελικός στόχος. Μετά το Ένα, διακριτός οντολογικά, έρχεται ο Νους, ο οποίος μεταφράζεται συνήθως ως Διάνοια. Είναι το βασίλειο των αιώνιων σκεπτομορφών ή ιδεών. Σε αυτό το νοητό βασίλειο όλα συνυπάρχουν στο Αιώνιο Παρόν. Από μια άποψη ο Νους είναι παρόμοιος με το Χριστιανικό Λόγο, όντας η αρχή της τάξης του νοήματος που διαποτίζει όλα τα πράγματα. Ωστόσο, στον Νεοπλατωνισμό δεν υπάρχει ταύτισή του με κάποιο πρόσωπο, ούτε ιστορική ενσάρκωση. Το τρίτο πρόσωπο της πλωτίνειας τριάδας είναι η Ψυχή, η Παγκόσμια Ψυχή, η παρορμητική αρχή της δημιουργικής ενέργειας που συνδέει τον αιώνιο κόσμο της αληθινής ύπαρξης με τον κόσμο του χώρου και του χρόνου. Είναι η γέφυρα ανάμεσα στην τελειοποίηση της καθαρής Διάνοιας και την ατέλεια του φυσικού σύμπαντος. Η μυστικιστική φιλοσοφία του Πλωτίνου αναζητούσε την επιστροφή στη Μονάδα και την επανένωση της Ψυχής με την Πηγή της.
Ο πλέον πρώιμος καρπός της Νεοπλατωνικής σκέψης με τη μεγαλύτερη επίδραση στη χριστιανική σκέψη είναι οι μυστικές θεωρήσεις του ψευδο-Διονύσιου. Ωστόσο η εμμονή του στην απόσπαση και την άρνηση θεωρήθηκε ενάντια στο αληθινό πνεύμα του χριστιανικού μυστικισμού, ο οποίος έχει στον πυρήνα του μια δημιουργική παρόρμηση. Ο ίδιος ο χριστιανικός μυστικισμός δεν είναι τελικά μια πλήρως εξατομικευμένη δραστηριότητα. Η γνώση του Θεού, την οποία απολαμβάνουν οι αποκαλούμενοι μυστικιστές, δεν είναι παθητική γνώση. Φαίνεται να διαθέτει περισσότερο τη φύση μιας παρορμητικής δύναμης. Δεν κρατά τον μυστικιστή απομονωμένο από τον κόσμο. Στην αυθεντικότερη μορφή του, ο μυστικισμός ενδιαφέρεται για τη ζωή εδώ και τώρα. «Η ζωή μου», είπε ο Αγ. Αυγουστίνος, «θα είναι μια αληθινή ζωή, γεμάτη μ’ Εσένα».
Μια τέτοιου είδους εμπειρία δε θα έπρεπε να θεωρείται αλλόκοτη δραστηριότητα, ξέχωρη από την ηθική ζωή. Σύμφωνα με την Έβελιν Άντερχιλ (Evelyn Underhill), «Οι μεγάλοι μυστικιστές, αυθεντίες στη σφαίρα της θρησκείας, μας δείχνουν την αδημιούργητη ομορφιά της πνευματικής πραγματικότητας, την οποία δεν μπορούμε να βρούμε μόνοι μας. Στην πραγματικότητα για την ανθρωπότητα παίζουν το ρόλο του αυθεντικού μάρτυρα της ανθρωπότητας στη διαδικασία της εμπειρίας του Θεού».
Ο Μυστικισμός των Πατέρων της Εκκλησίας
Η Πατερική Περίοδος ξεκινά από το τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα και καταλήγει στα τέλη του 8ου μ.Χ. αιώνα. Καλύπτει ουσιαστικά όλη την περίοδο εσωτερικών αναταραχών και τελικής συγκρότησης της Εκκλησίας. Οι Πατέρες δεν ήταν μυστικιστές με την ακριβή έννοια του όρου. Αναγκαστικά ήταν προσηλωμένοι στην εγκαθίδρυση του κατάλληλου δόγματος και όχι στην επεξεργασία των υποκειμενικών εμπειριών. Ορισμένοι από αυτούς ήταν πολιτειακές μορφές, άλλοι φιλόσοφοι και αρκετοί συνδύαζαν και τους δύο ρόλους. Ωστόσο, ήταν λίγοι εκείνοι που περιέγραψαν λεπτομερειακά τη φύση της προσωπικής τους σχέσης με το Θεό. Παρόλα αυτά σε όλη την πατερική φιλολογία υπάρχουν διασκορπισμένες ενοράσεις, οι οποίες εκφράζουν καθαρά την εσωτερική κατανόηση της Θείας Παρουσίας και την ένωση με το Απόλυτο. Ο Ειρηναίος (Irenaeus), με τη σειρά του, περιγράφει την πνευματική απελευθέρωση που επέρχεται μέσω του ενοικούντος πνεύματος: «Ο Κύριος που μας απελευθερώνει με το αίμα Του, μας δίνει την ψυχή Του για ψυχή μας, τη σάρκα Του για σάρκα μας και διαχέει το Πνεύμα του Πατρός για την ένωση και την επικοινωνία του Θεού και του ανθρώπου». Σε άλλο σημείο ο Ειρηναίος κάνει αναφορά στην «κοινωνία εν Θεώ» λέγοντας πως, «Η δόξα του Θεού είναι ο ζων άνθρωπος και η ζωή του ανθρώπου το όραμα του Θεού».
Ο Τερτυλλιανός (Tertullianus) επικαλείτο το φυσικό ένστικτο της ψυχής, σε ό,τι αφορούσε στην αναγνώριση του Θεού. Σε πείσμα όλων των εξωτερικών μορφών φιλοσοφίας, και αφήνοντας παράμερα το θέμα της θεϊκότητας της ψυχής, ο Τερτυλλιανός θεωρούσε πως το φυσικό ανακλαστικό της ψυχής είναι να ενωθεί με το Θεό. Ο Κλήμης, για τη ζωή του οποίου γνωρίζουμε λίγα, περιέγραψε ως πυρήνα της θεολογίας του τη σύνθεση της γνώσης και της πίστης. Η πίστη για αυτόν είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο στερεώνεται η κλίμακα. Ο χριστιανικός Γνωστικισμός που περιγράφεται από τον Αλεξανδρέα είναι η πλήρης εσωτερική γνώση του Θεού και στο έργο του Στρωματείς, έρχεται κοντά στην έννοια της μυστικιστικής ζωής. Μέσω της γνώσης, η ψυχή εξυψώνεται στην ενατένιση του Θεού και στην έσχατη ανάκληση της θεϊκής ομοίωσης στον άνθρωπο. Ο Ωριγένης, ένας από τους μεγάλους του πρώιμου Χριστιανισμού, παρακολουθούσε τις διαλέξεις του Αμμωνίου Σακκά, του Νεοπλατωνιστή που δίδαξε αργότερα τον ίδιο τον Πλωτίνο. Η μυστική δοξασία του στηρίζεται στο γεγονός της ομορφιάς της ψυχής, η οποία δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Θεού. «Υπάρχει μια συγγένεια», γράφει, «ανάμεσα στον ανθρώπινο νου και το Θεό. Τούτο γιατί ο νους είναι αφεαυτού εικόνα του Θεού και εμπεριέχει τη θεία φύση, ιδιαίτερα όταν εξαγνίζεται και απελευθερώνεται από την ύλη».
Ασκητές και Μεσαιωνικός Μυστικισμός
Ο ασκητισμός είναι ένα από τα κινήματα που προσέφερε πολλά στο χριστιανικό μυστικισμό, μέσω της ατομικής επίτευξης των ασκητών. Ωστόσο η τάση για μοναξιά και αναχώρηση δεν είναι χαρακτηριστική μόνο στο Χριστιανισμό. Η ίδια τάση υπάρχει και στο Βουδισμό. Άλλωστε η αναχώρηση, έστω και σε περιορισμένο χρονικό διάστημα, είναι χαρακτηριστικό όλων των διδασκάλων των μεγάλων ή μικρών θρησκειών, όπως έχουν ιστορικά καταχωρηθεί. Τούτο γιατί στην όλη διαδικασία υπάρχει ένα πνευματικό δυναμικό, το οποίο αναπτύσσεται με την απόλυτη απομόνωση. Εκείνοι από τους Χριστιανούς που στράφηκαν στην έρημο ή την Αίγυπτο -τον αγαπημένο τους τόπο- μιμούνταν το παράδειγμα του Χριστού, ο οποίος οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για σαράντα ημέρες. Πιθανώς ένας από τους επιφανέστερους ασκητές, ο οποίος άσκησε και τη μεγαλύτερη επίδραση ήταν ο Αγ. Αντώνιος, του οποίου η ζωή διέσπειρε την ιδέα του μοναχισμού σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Οι περίφημοι πειρασμοί του άσκησαν αποφασιστική επίδραση στη δυτική φαντασία, εμπνέοντας ζωγράφους και συγγραφείς όπως ο Φλομπέρ (Gustave Flaubert), καθώς και γενιές ολόκληρες εκείνων των αναχωρητών που ασπάστηκαν τον μυστικισμό της μοναστικής ζωής. Ο Ιωάννης Κασσιανός (Jonh Cassian), ο Γρηγόριος Νύσσης (Gregory of Nyssa), ο Αγ. Αυγουστίνος (Aurelius Augustinus Hipponensis) και ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης (Dionysius the Areopagite) είναι σημαντικές μορφές που επηρεάστηκαν έντονα από τον μυστικισμό και με τη σειρά τους επηρέασαν τον πρώιμο μεσαιωνικό μυστικισμό. Ιδιαίτερα οι μυστικιστικές θεωρήσεις του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη στο έργο του Μυστική Θεολογία έθρεψαν ένα ολόκληρο ρεύμα μεσαιωνικής θεολογίας.
Κυρίαρχη μορφή στο μεσαιωνικό μυστικισμό είναι ο Αγ. Βερνάρδος του Κλερβό (Bernard de Clairvaux), ένας από τους μεγάλους μυστικιστές της χριστιανικής παράδοσης. Η Έβελιν Άντερχιλ τον περιγράφει ως «δημιουργικό μυστικιστή», ως άτομο που μετέφρασε τη μυστικιστική του εμπειρία σε συγκεκριμένη δράση. Για αυτόν η δραστηριότητα ήταν το αναγκαίο συμπλήρωμα της ενατένισης. «Ο εναγκαλισμός της θείας ενατένισης», έγραψε, «πρέπει συχνά να διακόπτεται για να τρέφονται με την πνευματική τροφή οι υπόλοιποι. Άλλωστε κανείς δεν μπορεί να ζει για τον εαυτό του μόνον, αλλά για όλους».
Βέβαια, εκείνος που έδωσε μια εντελώς νέα ώθηση στη μυστικιστική και πνευματική ζωή της εκκλησίας ήταν ο Αγ. Φραγκίσκος της Ασίζης (Francesco d'Assisi). Η φρεσκάδα και η απλότητα του οράματός του ήταν μια αναδημιουργία του αποστολικού προτύπου. Ουσιαστικά άντλησε την έμπνευσή του από την επιστροφή στον πυρήνα του Χριστιανισμού, τον κύκλο της Γαλιλαίας. Ο απλός μοναχός από την Ασίζη θεωρούσε πως κάθε άνθρωπος δεν ήταν απλά μια αφηρημένη μεταφυσική έννοια, αλλά ένα παιδί του Θεού, που έπρεπε να αγαπιέται με τον τρόπο του Χριστού. Τούτη η μετανοητική μορφή έχτισε μια νέα πνευματική συνείδηση για τη Δύση, ώστε να θεωρείται σήμερα πως ήταν μία από τις αληθινά δημιουργικές προσωπικότητες του μεσαίωνα. Άλλη σημαντική μορφή θεωρείται ο Αγ. Θωμάς ο Ακινάτης (Thomas Aquinas), ο οποίος, όπως και ο Αγ. Βερνάρδος, πίστευε πως η μυστικιστική ενατένιση είναι το σπέρμα της αποστολικής δράσης και διακονίας.
Ο Μεγάλος Αλβέρτος (Albertus Magnus) τον 14ο αιώνα έγραψε για τη μυστικιστική ζωή με όρους παθητικής ενατένισης. Στην πραγματεία του De Adhaerendo Dei περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αδειάζει ο νους, προκειμένου να προσεγγίζει καλύτερα το θεϊκό μυστήριο. Οι ιδέες του επηρέασαν μια άλλη σημαντική προσωπικότητα και εκπρόσωπο του γερμανικού μυστικισμού, τον Μάιστερ Έκχαρτ (Meister Eckhart). Αναζητώντας το ιδανικό της μυστική ένωσης με το Θεό, πίστευε πως υπάρχει ένα έσχατο μυστήριο, πέρα από ό,τι μπορούμε να συλλάβουμε ως γνώση, η μη αποκαλυμμένη Κεφαλή του Θεού, ένα αδιαφοροποίητο δυναμικό πίσω από την Εκδήλωση, που θυμίζει αρκετά τα Αρνητικά Πέπλα της Ύπαρξης των Καββαλιστών. Μιλώντας για τους γερμανούς μυστικιστικές δε θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε τον Τόμας -α- Κέμπις (Thomas à Kempis) ή Τόμας Χέμερκεν και το συγγραφικό του έργο. Στο σημαντικότερό του, το Μίμηση του Χριστού, αναζητά το αληθινό κέντρο της ψυχής, τη βεβαίωση της πνευματικής πραγματικότητας και της αγάπης. Για αυτόν η ζωή είναι κάτι περισσότερο από αλλαγή στη στάση του νου. Είναι μια αλλαγή της καρδιάς και του εαυτού, που απαιτείται για να ενωθεί η ψυχή με το Θεό μέσω του Χριστού.
Για τους περισσότερους το μυστικιστικό πνεύμα της Ισπανίας εκπροσωπείται από δύο σημαντικές μορφές, την Αγ. Τερέζα της Άβιλα (Teresa d'Avila) και του Αγ. Ιωάννη του Σταυρού (Ioannis Stavrou). Ωστόσο σημαντική επίδραση, για την άνθηση του μυστικισμού στην Ισπανία έπαιξε ο Αγ. Ιγνάτιος Λογιόλα (Ignacio de Loyola). Κεντρικό έργο του είναι οι Πνευματικές Ασκήσεις, ένα θρησκευτικό εγχειρίδιο, προσεκτικά οργανωμένο, που αρχικά δεν φαίνεται να έχει σχέση με τον μυστικισμό. Όμως, ο στόχος του είναι η άμεση επενέργεια του Δημιουργού στο δημιούργημα και του δημιουργήματος στο Δημιουργό και Κύριο. Η Αγ. Τερέζα της Άβιλα, η αναμορφώτρια του Καρμηλιτικού Τάγματος, σύμφωνα με την Άντερχιλ, ήταν εκείνη που άγγιξε με το έργο της όλες τις άλλες μυστικιστικές δυνάμεις και πρόσωπα της Ισπανίας του 16ου αιώνα. Πέρα από την ένωση με το Θεό η Τερέζα διακρίνει μια κατάσταση εξύψωσης και μεταφοράς του πνεύματος την οποία αποκαλεί έκσταση.
Οι ιδέες της επηρέασαν αναμφίβολα τον Αγ. Ιωάννη του Σταυρού, τον πνευματικό της σύντροφο, που απαρνήθηκε το Τάγμα των Ιησουϊτών για να ενδυθεί το καρμηλιτικό σχήμα. Στα έργα του -Η Σκοτεινή Νύχτα της Ψυχής και Ανάβαση στο Όρος Κάρμηλο- επιχειρεί μια παθιασμένη περιγραφή της ανόδου της ψυχής, αλλά και των δοκιμασιών που υφίσταται στη διάρκεια της ανοδικής πορείας της. Μετά από τις τρομερές της δοκιμασίες η ψυχή φτάνει στο όραμα του Θεού μέσω της αγάπης και της άσκησης ολόκληρου του δυναμικού της ύπαρξής της.
Το Όραμα της Επίτευξης
Αναμφίβολα οι επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες, από τη στιγμή της εμφάνισης του Χριστιανισμού έως την Αναγέννηση, ευνόησαν ιδιαίτερα την ανάπτυξη του μυστικιστικού ρεύματος στο σώμα της χριστιανικής εκκλησίας. Αυτές οι κοινωνικές συνθήκες μεταστράφηκαν με την Αναγέννηση, τη Βιομηχανική Επανάσταση και την ολοκληρωτική αλλαγή του τρόπου ζωής μας. Όμως ο μυστικισμός δεν έχασε τη λάμψη του. Αδιαμφισβήτητα δεν είναι προϊόν του Χριστιανισμού. Προϋπήρχε, ως ένα βουβό ρεύμα, ως δρόμος για την ολοκλήρωση, ως όραμα για την επίτευξη που ελκύει εκατομμύρια ψυχές, ως εξελικτικός δρόμος. Μέσα από αυτόν μπορεί η ανθρώπινη ψυχή να εξυψωθεί σε επίπεδα πνευματικής ενατένισης και να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον ίδιο το Δημιουργό της, το Πνεύμα.
Βιβλιογραφία
• Έβελυν Άντερχιλ, Μυστικισμός, Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, 1988.
• Άγιος Ιωάννης του Σταυρού, Η Σκοτεινή Νύχτα της Ψυχής, Εκδόσεις Ιάμβλιχος, 1994.
• Ιγνάτιος Λογιόλα, Εκδόσεις Πνευματικές Ασκήσεις, Ιάμβλιχος, 1990.
Ν.Β.