Μορφές
Ουίλιαμ Μπλέικ
Ο Ουίλιαμ Μπλέικ (William Blake, 1757-1827) συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγαλύτερους ποιητές της αγγλικής λογοτεχνίας. Αυθεντικός εκπρόσωπος της Ρομαντικής ποίησης, ήταν μοναδική περίπτωση ζωγράφου, χαράκτη, εικονογράφου, ένα μοναχικό πνεύμα μυστικιστή-οραματιστή και φιλόσοφου.
Τον αποκάλεσαν «Προφήτη» της αγγλικής λογοτεχνίας, ενώ υπήρξε από τους πλέον πολύπλευρους και ιδιόρρυθμους καλλιτέχνες, σουρεαλιστής και εξπρεσιονιστής. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές μελέτες συσχετίζουν την ποίησή του με τα αρχέτυπα του Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (Carl Gustav Jung), τη φροϋδική ψυχανάλυση και τη μαρξιστική θεωρία.
Αμφισβήτησε έντονα τον βρετανικό εμπειρισμό του δέκατου ογδόου αιώνα, διακηρύσσοντας την πίστη του στη φαντασία, που αποτελούσε για κείνον την πηγή κάθε θρησκείας, τέχνης και φιλοσοφίας και ταυτόχρονα το όχημα για την επικοινωνία του ανθρώπου με την πνευματική ουσία.
Ωστόσο, η μεγαλοφυΐα του Μπλέικ έγκειται, κατά κύριο λόγο, σε εκείνη του δημιουργού μύθων, καθώς στα έργα του έχει αναγνωριστεί ένα πολυδιάστατο μυθικό και συμβολικό σύστημα, αποκύημα μιας ιδιαίτερα ανεπτυγμένης μυθοπλαστικής φαντασίας. Όταν, λοιπόν, συλλογιζόμαστε τον Μπλέικ έρχεται στο νου μας ένας ζωντανός κόσμος θεών και δαιμόνων, στη συνεχή δραστηριότητα της απεριόριστης ενέργειάς τους.
Η Ζωή του
Γεννήθηκε στο Σόχο του Λονδίνου, στις 28 Νοεμβρίου 1757. Οι γονείς του, Τζέιμς και Κάθριν Μπλέικ (James & Catherine Blake), είχαν την ευαισθησία να διευκολύνουν τις πρώιμες καλλιτεχνικές κλίσεις του, επιτρέποντάς του να εγκαταλείψει το κανονικό σχολείο, στην ηλικία των δέκα μόλις χρόνων, προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα σχεδίου και ζωγραφικής.
Ξεκίνησε τη χαρακτική αντιγράφοντας σχέδια ελληνικών αρχαιοτήτων, μια πρακτική που προτιμούσε από το κανονικό σχέδιο. Στα έργα των Ραφαήλ (Raphael), Μικελάντζελο (Michelangelo), Μάρτεν Χέιμσκερκ (Marten Heemskerk) και Άλμπρεχτ Ντύρερ (Albrecht Dürer) βρήκε τον πρώτο του προσανατολισμό στις κλασσικές μορφές. Ταυτόχρονα, εντρύφησε στην ποίηση, γράφοντας από το 1769, σε ηλικία δώδεκα ετών, ποιήματα υψηλής αξίας, επηρεασμένος από το σαιξπηρικό δράμα, την ελισαβετιανή λυρική ποίηση και την υψηλή ρητορική της εποχής του. Η ιδιαίτερη, ωστόσο, πηγή έμπνευσης για κείνον υπήρξε από τα πρώιμα χρόνια του, και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, η Βίβλος, της οποίας ήταν ένθερμος μελετητής.
Σε ηλικία 15 χρόνων, και για επτά χρόνια, εκπαιδεύεται από τον χαράκτη Τζέιμς Μπασάιρ (James Basire) σε όλες τις μεθόδους χαρακτικής σε χαλκό, θεμελιώνοντας τη μετέπειτα σταδιοδρομία του ως χαράκτης. Τον Οκτώβριο του 1779 αρχίζει να φοιτά στη σχολή ζωγραφικής της Βασιλικής Ακαδημίας, κεφαλή της οποίας ήταν τότε ο γνωστός ζωγράφος Τζόσουα Ρέινολντς (Joshua Reynolds), και ταυτόχρονα ανοίγει το δικό του εργαστήριο χαρακτικής.
Τρία χρόνια αργότερα, σε ηλικία 25 χρόνων, παντρεύεται την αναλφάβητη Κάθρην Μπούσερ (Catherine Boucher), στην οποία διδάσκει γραφή, ανάγνωση, σχέδιο και ζωγραφική. Θα ζήσουν μαζί 45 χρόνια και θα σταθεί βοηθός και συμπαραστάτης του ως το τέλος.
Μολονότι προικισμένος με το ποιητικό χάρισμα, ήταν τότε περισσότερο γνωστός για τα χαρακτικά και τα σχέδιά του, παρά για την ποίησή του. Η φήμη του τρελού, που τον περιέβαλλε, αλλά και το γεγονός ότι τα βιβλία του ήταν δυσεύρετα, τον καταδίκαζε στην αφάνεια και του στερούσε την προσοχή των ομότεχνών του.
Υπήρξε διορατικός, με συνείδηση των πνευματικών κόσμων και μια ιδιαίτερη ικανότητα να βλέπει οράματα, την οποία διατήρησε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Από μικρό παιδί, όπως ο ίδιος ομολογούσε, είχε ζωηρά πνευματικά βιώματα, ενόσω βυθιζόταν σε έκσταση. Συχνά έβλεπε το πρόσωπο του Θεού, άλλοτε ένα σμήνος φωτεινών αγγέλων. Κάποτε είδε μπροστά του στους αγρούς, κάτω από ένα δέντρο, τον προφήτη Ιεζεκιήλ, ένα όραμα που δεν έπαψε ποτέ να τον συγκινεί.
Έλεγε, μάλιστα, πως μεγάλο μέρος από την ποίησή του ήταν αποτέλεσμα «υπαγόρευσης», μέσω ακούσιων οραμάτων από άλλους κόσμους ύπαρξης, τα οποία κατέγραφε.
Έζησε αληθινά και ουσιαστικά, βιώνοντας μια αίσθηση ελευθερίας, την οποία αντλούσε από τους πνευματικούς κόσμους της ύπαρξής του. Ως ελεύθερο πνεύμα, αμφισβήτησε κάθε ηθική σύμβαση της εποχής του που θα μπορούσε να εγκλωβίσει την ανθρώπινη έκφραση, ενώ όπως πιστοποιούν και τα ποιήματά του εξεγέρθηκε ενάντια στις αξίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
«Μέσω της φαντασίας μπορεί να επιτευχθεί η ανατροπή κάθε μορφής πολιτικής και θρησκευτικής τυραννίας», έγγραφε. Το ξέσπασμα της Γαλλικής και της Αμερικανικής Επανάστασης αποτελούσε, μάλιστα, για κείνον επιβεβαίωση αυτής της πίστης του.
Γνώσεις & Επιδράσεις
Η σκέψη και το έργο του ήταν βαθειά επηρεασμένα από τους μυστικιστές Εμάνουελ Σβέντεμποργκ (Emanuel Swedenborg), Γιάκομπ Μπέμε (Jakob Böhme) και Θεόφραστο Παράκελσο (Theophrastus Paracelsus), καθώς επίσης από τον Πλατωνιστή φιλόσοφο Τόμας Τέιλορ (Thomas Taylor), με τον οποίο λέγεται πως είχε προσωπική γνωριμία.
Έτρεφε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ερμητική, αλχημική, καββαλιστική και νεοπλατωνική φιλοσοφία, μελετώντας έργα σημαντικών στοχαστών του εσωτερισμού, όπως του Κορνήλιου Αγρίππα (Cornelius Agrippa), του Ρόμπερτ Φλουντ (Robert Fludd), του Τόμας Βόγκαν (Thomas Vaughan), και άλλων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων.
Οι ιδέες του για τη σχέση «φύση-πνεύμα», τη «Θεία Ανθρωπότητα», τις «πνευματικές κοινότητες» των ανθρώπων που βρίσκονται στην ίδια πνευματική κατάσταση, τον Ιησού ως «τέλεια Φαντασία» μέσα σε κάθε άνθρωπο, καθώς και τον «Υπέρτατο Άνθρωπο» που περικλείει εντός του όλες τις ανθρώπινες ψυχές, θεωρούνται επιρροές από τη φιλοσοφία του Σβέντεμποργκ.
Στο παρακάτω απόσπασμα του Μπλέικ γίνεται εμφανής η εν λόγω επίδραση:
«Ζούμε ως ένας Άνθρωπος για να συμβάλλουμε στις άπειρες αισθήσεις μας
Αντικρίζουμε πλήθος, ή διευρυνόμενοι βλέπουμε ως ένας,
Ως ένας Άνθρωπος όλη την Παγκόσμια Οικογένεια, και εκείνον τον έναν Άνθρωπο
Ονομάζουμε Ιησού Χριστό, και αυτός βρίσκεται μέσα μας, και εμείς σε αυτόν.
Ζούμε σε τέλεια αρμονία στην Εδέμ, τη γη της ζωής».
Είναι προφανές ότι το έργο του Μπλέικ συνδέεται με μια βαθύτερη απόκρυφη γνώση. Το γεγονός αυτό οδήγησε τον άγγλο ποιητή και διανοούμενο Ουίλιαμ Γέιτς (William B. Yeats) στην άποψη ότι ο Μπλέικ είχε πρόσβαση στην προφορική παράδοση του θρυλικού Εσωτερικού Τάγματος των Ροδόσταυρων.
Το Έργο και οι Ιδέες του
Ανάμεσα στα έργα που έγραψε από δώδεκα ως είκοσι ετών, ποιήματα διόλου παιδικά ή ανώριμα, υπάρχουν αριστουργήματα λυρικού ποιητικού λόγου. Το πρώτο του βιβλίο, «Ποιητικά Σχεδιάσματα» (Poetical Sketches, 1783), είναι μια συλλογή νεανικών πειραματισμών, που προανήγγειλε τα πηγαία χαρίσματά του. Ήταν η μόνη σειρά ποιημάτων που τυπώθηκε με την κλασσική τυπογραφική μέθοδο.
Από το 1789 και μετά, δύσπιστος απέναντι στους εκδότες, υιοθέτησε μια πρωτότυπη τεχνική εκτύπωσης, που συνδύαζε την ιδιότητα του χαράκτη, του ζωγράφου και του ποιητή και την ονόμασε «Πεφωτισμένη εκτύπωση» (Illuminated printing). Μέχρι το τέλος της ζωής του θα χρησιμοποιεί αυτή την τεχνική και κάθε ένα από τα «φωτισμένα βιβλία» του θα αποτελεί ένα μοναδικό έργο τέχνης. Ο Μπλέικ θεωρούσε ότι η αυτόνομη δημοσίευση των βιβλίων θα μπορούσε να ελευθερώσει τον καλλιτέχνη από την τυραννία της λογοκρισίας, από την εκκλησία και το κράτος, ενώ έλεγε πως του την αποκάλυψε ο νεκρός αδελφός του Ρόμπερτ, όταν πρόβαλε μπροστά του σε ένα νυχτερινό όραμα.
Αξίζει να τονίσουμε ότι στα έργα του υπάρχει μια έντονη επιθυμία να προσεγγίζει την ανθρώπινη ζωή ως Όλον, καλλιεργώντας της ιδέα της δημιουργικής αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα ζεύγη των αντιθέτων. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στις δύο μεγάλες του ποιητικές συλλογές τα «Τραγούδια της Αθωότητας» και τα «Τραγούδια της Πείρας» (Songs of Innocence and Songs of Experience), που συνέγραψε κατά την περίοδο 1789-1794, μετά τα «Ποιητικά Σχεδιάσματα».
Στα «Τραγούδια» αυτά ο Μπλέικ αντιπαραθέτει ένα δράμα παιδικότητας και βουκολικής αθωότητας, στην ανήθικη και καταπιεστική κοινωνική πραγματικότητα, όπου η «Χαρά του Μωρού» συνυπάρχει με τη «Θλίψη του Μωρού», η μειλίχια αρετή του «Αμνού» με τις σκοτεινές και αιμοχαρείς δυνάμεις του «Τίγρη» (το πιο γνωστό ίσως λυρικό ποίημά του). Εδώ καταγγέλλει την υποκρισία της στάσιμης και διεφθαρμένης ενήλικης κοινωνίας και διαμαρτύρεται για την κατάπτωσή της.
Κατ’ ουσίαν, στο έργο αυτό καταδεικνύει τις δύο αντίθετες καταστάσεις της ανθρώπινης ψυχής. Κατά τον Μπλέικ δίχως τα Αντίθετα δεν υπάρχει πρόοδος. Η ανθρώπινη σκέψη και η ζωή χρειάζονται το ερέθισμα των αντιθετικών δυνάμεων για να μπουν σε δημιουργική τροχιά. Καθώς, μάλιστα, εύγλωττα αναφέρει «η Έλξη και η Απώθηση, η Λογική και η Ενέργεια, η Αγάπη και το Μίσος, είναι απαραίτητα για την Ανθρώπινη ύπαρξη».
Εξέχουσα θέση στο έργο του κατέχουν τα «Προφητικά Βιβλία» (Prophetic Books)[1], μια σειρά από μακρά, αλληλένδετα έργα, πλούσια σε συμβολισμό, εικονογραφημένα, μάλιστα, με δικά του, πολύ ιδιαίτερα, χαρακτικά έργα. Εδώ αναπτύσσεται το μεγαλύτερο μέρος των απόψεών του σχετικά με τη μεταφυσική, την ηθική και την τέχνη. Γραμμένο μεταξύ 1789 και 1822, περιλαμβάνει τα ποιήματα: «Το Βιβλίο της Θελ» (The Book of Thel), «Οι Γάμοι του Παράδεισου και της Κόλασης» (The Marriage of Heaven and Hell), «Οι Πύλες του Παράδεισου» (The Gates of Paradise), «Τα Οράματα των Θυγατέρων του Αλβίονα» (The Visions of the Daughters of Albion), «Αμερική: Μια Προφητεία» (America: A Prophecy), «Το Βιβλίο του Ούριζεν» (The Book of Urizen), «Ευρώπη: Μια Προφητεία» (Europe: A Prophecy), «Το Βιβλίο του Λος» (The Book of Los), «Το Βιβλίο της Αχάνια» (The Book of Ahania), «Βάλα ή οι Τέσσερις Ζόας» (Vala or The Four Zoas), «Μίλτον» (Milton), «Ιερουσαλήμ» (Jerusalem).
Το «Ιερουσαλήμ» είναι το τελευταίο και μακροσκελέστατο «Προφητικό Βιβλίο» του, μετά το οποίο ο Μπλέικ έγραψε ελάχιστη ποίηση, προτιμώντας να αφοσιωθεί στη ζωγραφική και τη χαρακτική. Μόνη εξαίρεση αποτελεί το «Αιώνιο Ευαγγέλιο» (The Everlasting Gospel, 1818), μια σειρά αποσπασματικών σχολίων με θέμα την αναγκαιότητα της άφεσης των αμαρτιών.
To Ποιητικό Πνεύμα και η Φαντασία
«Δεν υπάρχει φυσική θρησκεία. Αυτός που βλέπει το Άπειρο σε όλα τα πράγματα βλέπει τον Θεό. Αυτός που βλέπει μόνο τον Λόγο βλέπει μόνο τον εαυτό του. Άρα ο Θεός γίνεται ό,τι εμείς είμαστε, ώστε κι εμείς να μπορέσουμε να γίνουμε ό,τι Εκείνος είναι».
Όπως φαίνεται και στο έργο του, ο Μπλέικ υπήρξε θρησκευόμενος, με τον δικό του ιδιαίτερο ποιητικό τρόπο. Πίστευε ότι ο άνθρωπος, και ειδικότερα ο δημιουργός ποιητής, είναι το μέσο έκφρασης του Θεού στον κόσμο μας, μέσω του «Ποιητικού Πνεύματος» («Poetic Genius», που στην ελληνική βιβλιογραφία μεταφράζεται και ως «Ποιητική Μεγαλοφυΐα», «Ποιητικό Δαιμόνιο»).
Θεωρούσε ότι το «Ποιητικό Πνεύμα» είναι οικουμενικό και ταυτίζεται με τον «Αληθινό Άνθρωπο». Στο έργο του «Όλες οι Θρησκείες είναι Μία» το προσεγγίζει ως πηγή προέλευσης κάθε Φιλοσοφίας και Θρησκείας, ονομάζοντάς το και «Πνεύμα της Προφητείας». Επισημαίνει ακόμα πως «οι μορφές όλων των πραγμάτων προέρχονται από το Πνεύμα τους, που οι Αρχαίοι ονόμαζαν Άγγελο, Ψυχή ή Δαίμων». Αντίστοιχα, η εξωτερική μορφή, ή σώμα του Ανθρώπου απορρέει από αυτό.
Ιδιαίτερη ήταν η μνεία του Μπλέικ για τη φαντασία, την οποία αποθεώνει ως το «Αιώνιο σώμα του Ανθρώπου».
«Η φαντασία δεν είναι παρά ο Θεός καθώς ενεργεί πάνω στην ανθρώπινη ψυχή. Κάθε πράξη δημιουργίας που εκπορεύεται από τη φαντασία είναι θεϊκή: η πνευματική φύση του ανθρώπου μέσα στη φαντασία πραγματώνεται ολοκληρωτικά και οριστικά».
Μέσω της φαντασίας μπορούμε να προσεγγίζουμε τις «Αιώνιες Μορφές», τα πράγματα, δηλαδή, στη συνολική τους Ύπαρξη, τα οποία συνήθως αντιλαμβανόμαστε αποσπασματικά, στην περιορισμένη τους διάσταση, εξαιτίας της λογικής, «που καταστρέφει αναλύοντας» και δυσχεραίνει την δυνατότητα του ανθρώπου να αποκτάει ευρύτερη γνώση, περιορίζοντάς τον στον κόσμο των αισθήσεων. Όμως, καθώς έλεγε, ο άνθρωπος κρύβει μέσα του τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται περισσότερα απ’ όσα μπορούν να ανακαλύψουν οι αισθήσεις του, επειδή «ο νους του διαθέτει μια άλλη, ανώτερη δυνατότητα, να συλλαμβάνει την αλήθεια με τρόπο άμεσο». Απέρριπτε, λοιπόν, τις διαδικασίες του ορθολογικά σκεπτόμενου νου και ακολουθούσε τη φαντασία ως τον δρόμο προς την αλήθεια. Όπως υποστήριζε, μάλιστα, «η ανάπτυξη της φαντασίας οδηγεί στη σοφία και την ενόραση».
Εξάλλου, το ζήτημα που απασχόλησε τους ρομαντικούς ποιητές, και φυσικά τον Μπλέικ, ήταν πάντοτε η δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου μέσω της φαντασίας. Ο ίδιος θεωρούσε πως «το ξύπνημα της φαντασίας είναι από μόνο του μια μορφή προσωπικής σωτηρίας», είναι η «Τελική Κρίση» που μπορεί να συμβεί σε κάθε ζωή, οποιαδήποτε στιγμή. Πρόκειται, τουλάχιστον, για τη σωτηρία από έναν στείρο τρόπο ζωής, στιγματισμένο από έλλειψη φαντασίας.
Για τον Μπλέικ ολόκληρη η πραγματικότητα συνιστά ένα νοητικό δημιούργημα. Στους «Γάμους του Παράδεισου και της Κόλασης», «ο άνθρωπος έχει αυτοεγκλειστεί και βλέπει τα πάντα μέσα από τις στενές χαραμάδες της σπηλιάς του, ενώ καθήκον του είναι να αναζητήσει, μέσω της φαντασίας, μια υπερβατική τάξη, ικανή να καταυγάσει με φως τη συνείδησή του και να του αποκαλύψει την ουσία του κόσμου».
Ο Μυθολογικός Κόσμος του Μπλέικ
Αυτή την αναζήτηση επιχειρεί και ο ίδιος, διεισδύοντας στα βάθη της Ύπαρξης, πίσω από τις μορφές, σε έναν κόσμο αρχετυπικό, στον κόσμο του μύθου. Ήταν ο πρώτος ποιητής μετά τον Έντμουντ Σπένσερ (Edmund Spenser) που δημιούργησε τη δική του μυθολογική πραγματικότητα, αποτυπωμένη στην ποίηση και τα σχέδιά του.
Στα «Προφητικά Βιβλία» παρουσιάζει αυτήν τη μυθολογία ολοκληρωμένη, αναπτύσσοντας τις απόψεις του για τον άνθρωπο και τη μοίρα του. Πρόκειται για ένα σύστημα στενά συνδεδεμένο με την παλαιά παράδοση του μυστικισμού και των συμβόλων.
Εκεί δημιουργεί τους δικούς του μυθικούς κόσμους εμπνεόμενος από τον «Χαμένο Παράδεισο» (Paradise Lost) του Τζων Μίλτον (John Milton), τα οράματα του Σβέντεμποργκ και τα καββαλιστικά κείμενα του Γιάκομπ Μπέμε. Οι Τέσσερις Κόσμοι στο έργο του Μπλέικ, Έντεν (Eden, ή Εδέμ), Μπέουλα (Beulah), Τζενερέισον (Generation) και Ούλρο (Ulro), συνδέονται με την Εσωτερική Καββαλιστική Παράδοση των Τεσσάρων Κόσμων, ή καταστάσεων συνείδησης.
Στη μυθολογία του συμπεριέλαβε, μεταξύ άλλων, ιδέες από τον Δρυϊδισμό και τον Παγανισμό. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «οι αρχαίοι Ποιητές, κατέχοντας μια βαθύτερη, διευρυμένη αντίληψη των πραγμάτων, προσέδιδαν σε όλα τα αισθητά πράγματα ζωή, μέσω Θεών ή Πνευμάτων, που αποκαλούσαν με ονόματα. Έτσι προσέγγιζαν τα δάση, τους ποταμούς, τα βουνά και τις λίμνες, τις πολιτείες και τα έθνη, και μελετούσαν το πνεύμα κάθε πόλης και χώρας, τοποθετώντας το κάτω από την πνευματική του θεότητα».
Στη διάρκεια της ζωής του ο Μπλέικ εμπλουτίζει, διευρύνει και εξελίσσει το όλο έργο του. Έτσι, η αρχική πάλη μεταξύ δύο αντίρροπων θεϊκών δυνάμεων, χαρακτηριστική στο πρώιμο έργο του, μετατρέπεται σε έναν αγώνα τεσσάρων δυνάμεων. Πρόκειται για τους τέσσερις «Ζόας» (ένα όνομα που προέρχεται από την ελληνική λέξη «Ζώα»), κύριους χαρακτήρες στο έργο του, που τα ονόματά τους στον αιώνιο κόσμο είναι: Ούριζεν (Urizen), Λούβα (Luvah), Ουρθόνα (Urthona) και Θάρμας (Tharmas). Αντιπροσωπεύουν τις τέσσερις όψεις του Παντοδύναμου Θεού και την ίδια στιγμή τους «Τέσσερις Δυνατούς μέσα στον κάθε Άνθρωπο», τις θεότητες που ενσαρκώνουν τις λειτουργίες της ψυχής. Στη μυθολογία του Μπλέικ οι Ζόας δημιουργήθηκαν κατά την πτώση του Αλβίονα (Albion), του «Αιώνιου Ανθρώπου», στον κόσμο της Δημιουργίας.
Οι τέσσερις Ζόας αποτελούν ονειρικά του δημιουργήματα με μυθολογικές διαστάσεις. Αυτά τα θεμελιώδη αρχέτυπα συνδέονται με τη Δημιουργία του Κόσμου και την ανθρώπινη εξελικτική πορεία, ενώ βρίσκουν την αντιστοιχία τους στα «Ζωντανά Πλάσματα του Άρματος», στο όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ (Παλαιά Διαθήκη, Ιεζεκιήλ, κεφ. 1), καθώς και στα «Θηρία» της Αποκάλυψης του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Οι Ζόας είναι «οι τέσσερις αιώνιες Αισθήσεις του ανθρώπου», πανομοιότυποι με τις τέσσερις βασικές ανθρώπινες λειτουργίες που κατά τον Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ είναι η λογική, το συναίσθημα, η διαίσθηση και η αίσθηση.
Στον Μπλέικ ο Ούριζεν αντιπροσωπεύει τον νου, την λογική και τη σκέψη, ο Λούβα την καρδιά και την αγάπη, καθώς επίσης το συναίσθημα και το πάθος (το όνομα του Λούβα στον χρονικό κόσμο είναι Ορκ, [Orc]), ο Ουρθόνα τη δύναμη της φαντασίας και την έμπνευση (το όνομα του Ουρθόνα στον χρονικό κόσμο είναι Λος, [Los]) και ο Θάρμας τις αισθήσεις.
Επιπλέον, καθένας από τους Ζόας διαθέτει μια θηλυκή όψη ή «εκπόρευση». Έτσι η ουράνια Αχάνια (Ahania), που εκπροσωπεί την Αιώνια Απόλαυση, είναι η εκπόρευση του Ούριζεν, η σαγηνευτική Βάλα (Vala), εκπροσωπώντας τη Φύση και την Ορατή Ομορφιά, είναι η εκπόρευση του Λούβα, η μελωδική Ενίθαρμον (Enitharmon), που εκπροσωπεί την Πνευματική Ομορφιά, είναι εκπόρευση του Ουρθόνα και τέλος η μητρική Ένιον (Enion), εκπροσωπώντας το Γενετήσιο, Μητρικό Ένστικτο, είναι η εκπόρευση του Θάρμας. Κάθε «εκπόρευση» έχει μια συμβολική και ταυτόχρονα μια ουσιαστική σημασία.
Η Τελική Κρίση
Κεντρικό θέμα στη μυθολογία του Μπλέικ αποτελεί η «Τελική Κρίση», την οποία προσεγγίζει όχι ως αυθαίρετη τιμωρητική παρέμβαση ενός αμείλικτου θεού, αλλά ως «εκδήλωση εκείνου που υπάρχει αιώνια, αληθινά και αμετάβλητα». «Είναι η υπέρτατη ανθρώπινη αποκάλυψη των πραγμάτων όπως αληθινά είναι, στην πλήρη ύπαρξή τους. Ένα ξύπνημα από τον ύπνο, μια ανάσταση από τον πνευματικό θάνατο».
Η Απολύτρωση του ανθρώπου τελείται διαρκώς, καθώς «ο Σωτήρας» -ο εντός Θεός- επανενσωματώνει στη Φαντασία τις διαχωρισμένες όψεις. Γιατί «μέσω της Φαντασίας όλα τα πράγματα μπορούν και συλλαμβάνονται στην Αιώνια Μορφή τους, στο θείο σώμα του Σωτήρος».
Στο έργο του «Ένα Όραμα της Τελικής Κρίσης» (A Vision of the Last Judgement), ο Μπλέικ αποθεώνει τελικά τον κόσμο της Φαντασίας ως «Άπειρο και Αιώνιο», πάνω από τον κόσμο της Γέννησης, ή Βλάστησης, που είναι «Πεπερασμένος και Προσωρινός». Μας λέει ότι «ο κόσμος της Φαντασίας είναι ο κόσμος της Αιωνιότητας», η θεία αγκάλη στην οποία όλοι θα καταλήξουμε μετά τον θάνατο του φθαρτού σώματος.
Ο ίδιος διάλεξε αντί του πραγματικού, τον ονειρικό κόσμο. Μας έδειξε ότι χάρη στο αυθόρμητο ανάβλυσμα της μνήμης και την έκσταση των αισθήσεων, μπορούμε να νικήσουμε τον χρόνο και να βιώσουμε τη διάρκεια του Όντος. Έτσι ο Μπλέικ γεννάει μέσα μας την ελπίδα ότι είναι αδύνατο να περιορισθεί ο κόσμος μας σε στενά όρια, μέσα στα οποία καθετί είναι δοσμένο και δεδομένο εκ των προτέρων. Ο ίδιος υπήρξε δραστήριος, ακμαίος και οξυδερκής ως το τέλος της ζωής του, στις 12 Αυγούστου 1827, όταν άφηνε την τελευταία του πνοή τραγουδώντας εύθυμα τραγούδια, για να καλωσορίσει τον θάνατο, πιστεύοντας, ως μυστικιστής που ήταν, ότι επρόκειτο μόνο για τη μετάβαση σε έναν άλλο κόσμο ύπαρξης, στον αιώνιο κόσμο του ζωντανού μύθου.
Σημειώσεις
[1]. «Prophetic Books»: πρόκειται για τον γενικό τίτλο που δόθηκε σε ορισμένα έργα του Μπλέηκ από τον πρώτο συστηματικό βιογράφο του, Αλεξάντερ Γκίλκριστ (Alexander Gilchrist), μέσω του οποίου ο Μπλέικ άρχισε μετά θάνατον να γίνεται ευρύτερα γνωστός.
Βιβλιογραφία
• Ηλιόπουλος, Σ. (επιμέλεια), Μπλέικ, Εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα 2002.
• Βλαβιανός, Χ. (εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις), Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης, Εκδόσεις Νεφέλη,
Αθήνα 2018.
• Αθανασόπουλος, Β. (εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), William Blake, Προφητικά, Εκδόσεις Χατζηνικολή,
Αθήνα 1986.
• Ackroyd, Peter, Ουίλιαμ Μπλέικ, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2017.
• Raine, Kathleen, Blake and Tradition, Princeton, NJ: Princeton University Press, Bollingen Series, 1968,
First Edition.
• Damon, S., Foster, A Blake Dictionary, Hanover: University Press of New England, 1988.
Σύνδεσμοι
Λήμα στη Wikipedia: Βάλα ή οι Τέσσερις Ζόας
Α.Μ.