config

Νέα-Εκδηλώσεις

Ενημερωθείτε για πρόσφατες δημοσιεύσεις, δρώμενα και εκδηλώσεις.
captcha 

'Ολα τα Άρθρα

Χρήσιμοι Σύνδεσμοι

Σχολή Κοσμικής Συνείδησης
Σχολή Εσωτερικής Φιλοσοφίας και Ανάπτυξης

iamvlichos.gr
Κατάλογος και δικτυακό βιβλιοπωλείο των εκδόσεων: "Ιάμβλιχος"

archive.gr
Αρχείο μελετών για τον Πολιτισμό...και άλλα!

Σελήνη - Ζώδια

Libra
Sun in Libra
26 degrees
Taurus
Moon in Taurus
9 degrees
Full Moon
Full Moon
15 days old
Powered by Saxum

Εκδόσεις Ιάμβλιχος

Επιστήμη

Επίφυση: η Επιστήμη εξερευνά το «Τρίτο Μάτι»

Πολλές παραδόσεις σε όλο τον κόσμο διασώζουν την ανάμνηση μιας εποχής όπου ο άνθρωπος διέθετε και χρησιμοποιούσε ένα «τρίτο μάτι», και αναφέρονται στην άσκηση μιας δυνατότητας για «πνευματική όραση» που ενυπάρχει ακόμη  και μπορεί να καλλιεργηθεί.

Παρά το σκεπτικισμό της, η σύγχρονη επιστήμη συνδυάζοντας τα δεδομένα νέων τομέων έρευνας με παλαιότερες γνώσεις, στρέφεται άθελά της στη διερεύνηση μιας τέτοιας πιθανότητας και της σημασίας που μπορεί αυτή να έχει για την κατανόηση του ανθρώπου στο σύνολό του. Έτσι, δύο διαφορετικοί δρόμοι αναζήτησης συναντιούνται τελικά στο κωνάριο, αυτό το μικρό όργανο που βρίσκεται στο βάθος του ανθρώπινου εγκεφάλου.

Η επίφυση (ή κωνάριο, από το κωνικό της σχήμα) είναι ένας μικροσκοπικός σχηματισμός με μέγεθος περίπου όσο ένας κόκκος ρυζιού, θαμμένο στο κέντρο του εγκεφάλου μας. Η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά της στη δυτική επιστήμη αποδίδεται στον Γαληνό (2ος αιώνας μ.Χ.), που υπέθετε πως η λειτουργία της αφορά στον έλεγχο της ροής των σκέψεων. Από το 1898 ως τη δεκαετία του '50 πιστευόταν πως πιθανότατα ο αδένας σχετίζεται με τη σεξουαλική ωρίμανση και την ήβη. Αυτή η αντίληψη άρχισε στη συνέχεια να τροποποιείται. Το 1918, ένας σουηδός ανατόμος είχε ήδη επισημάνει πως υπάρχουν στην επίφυση διαφόρων ζώων (όχι πάντως θηλαστικών), κύτταρα παρόμοια με τα κωνία του αμφιβληστροειδή του ματιού -φωτοϋποδοχείς, κύτταρα ευαίσθητα στο φως και το χρώμα. Έτσι, διατυπώθηκε η σκέψη πως δεν πρόκειται στην ουσία για αδένα, αλλά για ένα όργανο που μπορεί μορφολογικά να παρομοιαστεί με ένα «τρίτο μάτι».

Το 1958, ο Άαρον Λέρνερ (Aaron B. Lerner) και η ομάδα του στον τομέα της δερματολογίας στο πανεπιστήμιο του Γέιλ ανακάλυψαν πως στα θηλαστικά η επίφυση σχετίζεται με την παραγωγή της ορμόνης μελατονίνη -επιβεβαιώνοντας πως πρόκειται για ενδοκρινή αδένα- αλλά και με τη λειτουργία του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, που ελέγχει τις ακούσιες λειτουργίες μας. Λίγα χρόνια μετά παρατηρήθηκε πως υπάρχει μεγάλη σχέση ανάμεσα στις συνθήκες του φωτισμού, τη λειτουργία της επίφυσης, τη σεξουαλική επιθυμία και την αναπαραγωγή. Βρέθηκε, επίσης, πως η μελατονίνη -ένα παράγωγο του αμινοξέος τρυπτοφάνη- έχει άμεση επίδραση στα κύτταρα που παράγουν τη μελανίνη (τη χρωστική του δέρματος μας), καθώς και πως η παραγωγή και έκκρισή της ρυθμίζονται από το φως: το σκοτάδι διεγείρει την απελευθέρωση μελατονίνης, ενώ το έντονο φως την αναστέλλει.

Παράλληλα, μελετήθηκε η χημική ομοιότητα και η σχέση της μελατονίνης με τη σεροτονίνη, έναν άλλο κύριο χημικό νευροδιαβιβαστή του εγκεφάλου, καθώς και η σχέση των δύο με τη διατήρηση των κύκλων ύπνου και εγρήγορσης στα θηλαστικά. Φαίνεται πως η επίφυση ρυθμίζει τον 12ωρο κύκλο έκκρισης της σεροτονίνης, καθορίζοντας έτσι αυτό που η επιστήμη ονομάζει κιρκαδιανό ρυθμό. Ο κιρκαδιανός ρυθμός είναι το αποτέλεσμα της λειτουργίας του εσωτερικού μας «βιολογικού ρολογιού», ενός μηχανισμού που ρυθμίζει την κυκλική εναλλαγή περιόδων δραστηριότητας με περιόδους ανάπαυσης. Αυτή η λειτουργία, που καταρχήν σχετιζόταν με την ύπαρξη ηλιακού φωτός στο περιβάλλον, έχει τελικά αποδεσμευτεί σε μεγάλο βαθμό από τα φωτεινά ερεθίσματα, επιτρέποντας ακόμη και χωρίς αυτά να ακολουθεί κανείς το βιολογικό κύκλο ημέρας-νύχτας. Η χορήγηση μελατονίνης σε τυφλά άτομα που το βιολογικό τους ρολόι είχε απορυθμιστεί, προκαλώντας τους υπνηλία την ημέρα και εγρήγορση τη νύχτα, φαίνεται πως διόρθωσε το πρόβλημα. Σήμερα συνεχίζει να μελετάται η δράση της μελατονίνης κατά της αϋπνίας, της απορύθμισης του βιολογικού ρολογιού που προκαλούν τα μακρινά αεροπορικά ταξίδια (τζετ-λαγκ), καθώς και η αντιγηραντική της ωφέλεια (θεωρείται πως δρα ως αντιοξειδωτικό, κατά των ελεύθερων ριζών), η ικανότητα αναζωογόνησης που χαρακτηρίζει το βαθύ ύπνο και η σχέση της με τη γονιμότητα. Η σημερινή έρευνα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην «υπόθεση της μελανίνης», μια θεωρία που διατύπωσε το 1965 ο Αμερικανός, νομπελίστας, βιοχημικός, Τζούλιους Άξελροντ (Julius Axelrod), συνδυάζοντας  ένα μεγάλο όγκο προηγούμενων εστημονικών παρατηρήσεων και δεδομένων σε μια λογικά αποδεκτή θεωρία. Αυτό το θεωρητικό πλαίσιο αρχίζει στις μέρες μας να διευρύνεται και να συμπληρώνεται με νεότερες -συχνά και με βαθύτερες- γνώσεις.

Η επίφυση, αυτός ο μικρός αδένας, του οποίου τη βιολογική σημασία μόλις αρχίζουμε να ανιχνεύουμε, βρίσκεται κρυμμένος ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια του ανθρώπινου εγκεφάλου, μπροστά από την παρεγκεφαλίδα -το όργανο ρύθμισης της ισορροπίας, που επεξεργάζεται τα οπτικά ερεθίσματα των ματιών. Αν φανταστούμε μια γραμμή κάθετη στο μέσο του μετώπου μας, αυτή συναντά το κωνάριο περίπου στο ύψος των αυτιών. Είναι αξιοσημείωτο πως διαφορετικές εσωτερικές διδασκαλίες, όπως για παράδειγμα η παράδοση των Γιόγκι περιγράφουν αυτό το σημείο του εγκεφάλου ως έδρα του λεγόμενου «τρίτου ματιού», ενός οργάνου μέσω του οποίου θεωρούν πως ενεργοποιείται, με την άσκηση, μια διαφορετική ενορατική αντίληψη του κόσμου και των πραγμάτων που τον αποτελούν, ένα είδος αλλιώτικης όρασης.

Το Χαμένο μας Παρελθόν

Όλες οι ενδείξεις δείχνουν πως το «τρίτο μάτι» αντιστοιχεί όντως στην επίφυση, ένα όργανο που μοιάζει να είναι το απομεινάρι ενός κάποτε πιο ανεπτυγμένου σχηματισμού, που με τον καιρό ατρόφησε. Φαίνεται πως το όργανο αυτό, που η επιστήμη τόσο δυσκολεύτηκε να του αποδώσει ένα σαφή ρόλο, επιμένει προς το παρόν να συνεχίζει να υπάρχει, παρά την υποτιθέμενη μη χρήση του. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως υπήρξε μια εποχή που ο άνθρωπος -ή ίσως τα προηγούμενα από αυτόν είδη- είχαν πολύ περισσότερο ανεπτυγμένη τη λειτουργία του κωνάριου και έκαναν άμεση χρήση των δυνατοτήτων της. Αυτό ταιριάζει με τη διδασκαλία των Εσωτερικών παραδόσεων που αναφέρουν πως πολύ πριν την εποχή μας, υπήρξαν φυλές του ανθρώπινου είδους, που δεν αντιλαμβάνονταν τον κόσμο με βάση κυρίως την νοητική αντίληψη, αλλά είχαν πλήρως ανεπτυγμένη την ψυχοσυναισθηματική και ενορατική τους διάσταση. Η σύγχρονη επιστήμη, αρχίζοντας πλέον να ξεπερνά το στάδιο της υπερεξειδίκευσης, της διαρκούς υπερανάλυσης και της εγωπαθούς αυτοεπιβεβαίωσης, στρέφεται σταδιακά σε μια σοβαρή και απροκατάληπτη σύνθεση των πολλών και φαινομενικά ασύνδετων στοιχείων σε μια ενιαία θεωρία που να εξηγεί, όσο το δυνατόν καλύτερα, την ανθρώπινη φύση και τα φαινόμενά της.

Η μελατονίνη είναι μια πανάρχαια ορμόνη που συναντάται σε όλο το ζωικό βασίλειο. Για τα ερπετά και τα πουλιά, ο όρος «τρίτο μάτι» ταιριάζει ακόμη περισσότερο, αφού σε αυτά ο αδένας βρίσκεται κοντά στο δέρμα, με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνεται με αμεσότερο τρόπο τον κύκλο μέρας / νύχτας, σε αντίθεση με τον άνθρωπο και τα άλλα θηλαστικά, όπου απαιτείται η μεσολάβηση των ματιών και του μηχανισμού της όρασης. Στη Νέα Ζηλανδία ζει ακόμη και σήμερα ένα μικρό ερπετό, μοναδικό δείγμα μιας ολόκληρης κατηγορίας των χαμένων πια προγόνων του, απομεινάρι μιας εποχής όπου η λειτουργία της επίφυσης ήταν ουσιώδης για την αντίληψη και την επιβίωση των ζωντανών όντων. Πρόκειται για μια μικρή σαύρα, του είδους Sphenodon punctata που οι ιθαγενείς ονομάζουν τουατάρα, και διαθέτει ένα καλά σχηματισμένο τρίτο μάτι, με φακό και οπτικό νεύρο, ακριβώς κάτω από το δέρμα της κορυφής του κεφαλιού. Αυτό το όργανο είναι ευαίσθητο στο φως, αν και δε φαίνεται να συμμετέχει στη διαδικασία της όρασης. Αντίστοιχα, η έρευνα έδειξε πως και κάποια άλλα είδη ερπετών διαθέτουν αντίστοιχο όργανο: το κωνάριο της σαύρας Scleropus occidentalis, που κι αυτό εντοπίζεται στην κορυφή του κεφαλιού, περιέχει, επίσης, έναν ευαίσθητο φωτοϋποδοχέα, που προβάλλει μέσα από ένα άνοιγμα, ώστε να δέχεται άμεσα τα ερεθίσματα από το περιβάλλον. Παραλλαγές αυτού του «οπτικού» οργάνου συναντώνται και σε άλλα είδη, όπως στον δενδρόβιο βάτραχο του Ειρηνικού Hylla regilla, στον οποίο η ομοιότητα με αληθινό μάτι δεν είναι τόσο ξεκάθαρη, χωρίς αυτό να μειώνει σε τίποτα την λειτουργία του αδένα.

Διάφορες Εσωτερικές παραδόσεις, για παράδειγμα οι διδασκαλίες της Θεοσοφίας, μνημονεύουν μια εποχή που ο άνθρωπος είχε και χρησιμοποιούσε ένα πλήρως ανεπτυγμένο «τρίτο μάτι», ως όργανο για ένα είδος πνευματικής όρασης. Αλλά και η παγκόσμια Μυθολογία είναι γεμάτη με ανάλογους συμβολισμούς: οι Κύκλωπες, με το μοναδικό τους μάτι στο μέτωπο, ή το «μάτι του Σίβα» στην Ινδουιστική παράδοση, αντιπροσωπεύουν εκείνη την ξεχασμένη εποχή, ενώ οι συμβολισμοί της αλλαγής που ακολούθησε είναι εξίσου προφανείς: ο Οδυσσέας, σαν εκπρόσωπος μια νεότερης ανθρώπινης φυλής με πιο ανεπτυγμένες τις νοητικές ανθρώπινη φυλής με πιο ανεπτυγμένες τις νοητικές της ικανότητες, τυφλώνει τον Κύκλωπα. Πολύφημο, σηματοδοτώντας την ψυχική και φυσιολογική ατροφία του «τρίτου ματιού» και των λειτουργιών του. Πράγματι, έκτοτε ο κυρίαρχος πολιτισμός, με αποκορύφωμα το σύγχρονο δυτικό τρόπο ζωής και σκέψης, στηρίχθηκε κυρίως στη νοητική και υλική ανάπτυξη, παραμελώντας συστηματικά και σκόπιμα την ψυχική και πνευματική διάσταση του ανθρώπινου είδους.

 

Καρτέσιος και «Alma Corporea»

Έτσι, για πολύ καιρό, καθετί που μας θύμιζε τις ξεχασμένες δυνατότητες του εγκεφάλου μας και τη χαμένη ευτυχία της ενότητας του ανθρώπου με το σύνολο της Φύσης, εξοστρακίστηκε και συχνά δυσφημίστηκε ως «μη επιστημονικό» ή «υπερφυσικό», επιτρέποντας τη σταδιακή μας πτώση στο σημερινό «πνευματικό αυτισμό» μιας υλικής ανάπτυξης και μιας επιστήμης ικανής αλλά μισότυφλης, σε μια περίοδο που, όχι άδικα, χαρακτηρίζεται από πολλούς ως Μεσαίωνας. Τελικά, σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, το εξιδανικευμένο όργανο της πνευματικής ενόρασης, εκφυλίστηκε σταδιακά σε έναν αδένα, διατηρώντας μόνο τις λιγότερο σημαντικές λειτουργίες του.

Ο θεμελιωτής της σύγχρονης μηχανιστικής επιστημονικής αντίληψης, ο Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ντεκάρτ (René Descartes) γνωστός ως Καρτέσιος, εισήγαγε την αντίληψη του ανθρώπινου οργανισμού σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι, μια πολυσύνθετη μηχανή, που δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά ένα άθροισμα των μερών της. Αυτή η κατά βάθος εγωιστική θεώρηση οδήγησε σε ακρότητες -σαν την άποψη ότι τα ζώα δεν έχουν ψυχή, και άρα, δεν υποφέρουν όταν εκτελούνται πάνω τους πειράματα- και παρείχε ένα «φιλοσοφικό υπόβαθρο» στην κυρίαρχη τάση του ανθρώπου να εθελοτυφλεί απέναντι στον ίδιο του το διχασμό και την αρρώστια. Παρά την απόλυτα μηχανιστική του σκέψη, ο Καρτέσιος δεν μπόρεσε να αποφύγει την αναφορά σε μια «alma corporea» (ψυχή του σώματος), που τη διαθέτουν ακόμη και τα ζώα και για την οποία μάλιστα θεώρησε ότι εδράζεται ακριβώς στον αδένα της επίφυσης. Άσχετα από τις λεπτομέρειες της σκέψης που τον οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα, μπορεί να δει ένα συμβολισμό που εμπεριέχει μια ειρωνική αντίφαση, και μια αλήθεια που επιβεβαιώνεται από την ίδια την καθημερινότητα της επιστήμης: η αναλυτική-μηχανιστική σκέψη ποτέ δεν μπόρεσε να αποφύγει εντελώς τους ψυχικούς-πνευματικούς όρους, αντίθετα σε κάθε βήμα της συναντά την ξεχασμένη γνώση του παρελθόντος και αντλεί από αυτή, παρά τη φαινομενική τους αντίθεση.

Επίφυση και Καρκίνος

Έρευνες έδειξαν πως η μελατονίνη έχει αναστείλει την ανάπτυξη καρκίνου και μεταστάσεων σε πειραματόζωα. Επίσης, έχει εντοπιστεί κάποια σχέση των επιπέδων μελανίνης με την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, που μοιάζει να επιβεβαιώνεται με μελέτες σε ανθρώπους. Ο αντικαρκινικός ρόλος της μελατονίνης στον άνθρωπο δεν έχει διερευνηθεί ακόμη καλά, φαίνεται πάντως πως τα αυξημένα επίπεδα μελατονίνης που χαρακτηρίζουν τους τυφλούς, δεν υπάρχουν στις περιπτώσεις των τυφλών γυναικών με καρκίνο του μαστού.

Οι συνδυασμένες έρευνες της Ογκολογίας, με τον παραεπιστημονικό κλάδο της Χρονοβιολογίας, η οποία μελετά την επίδραση των βιορρυθμών στην υγεία του οργανισμού, εστιάζονται στην επίδραση των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων (ΗΜΠ) και των εναλλαγών στις συνθήκες φωτισμού και αντίληψης του χρόνου -όπως, για παράδειγμα, σε άτομα που εργάζονται πότε σε ημερήσια βάρδια και πότε σε νυχτερινή. Φαίνεται πως ένας, ακόμη, ρόλος της επίφυσης και της μελατονίνης είναι η συμμετοχή στη ρύθμιση και τη σωστή λειτουργία του ανοσοποιηπκού συστήματος, αλλά και γενικότερο της άμυνας του οργανισμού. Κάποιοι ερευνητές αναφέρονται στην επίφυση σαν τον «ογκοστατικό αδένα». Η αφαίρεση ή απουσία της επίφυσης φάνηκε να ευνοεί την ανάπτυξη ορισμένων καρκίνων, αν και σε κάποιες περιπτώσεις η εξωτερική χορήγηση μελατονίνης φάνηκε να διεγείρει τον όγκο. Οι πολλαπλές και περίπλοκες αλληλεπιδράσεις της μελατονίνης με διάφορες φυσικές ουσίες αλλά και με κάποια φάρμακα, βρίσκονται, ακόμη, στο στάδιο της μελέτης. Άλλες έρευνες απέδειξαν τη σχέση ανάμεσα στη λειτουργία της επίφυσης και την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία -όπως, για παράδειγμα, η έκθεση στο ορατό φως. Φαίνεται πως η έκθεση σε ΗΜΠ προκαλεί μείωση απαραίτητου για τη σύνθεση της μελατονίνης, εμποδίζοντας έτσι την αύξηση των επιπέδων της ορμόνης, που συμβαίνει φυσιολογικά στη διάρκεια της νύχτα. Τα επίπεδα έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που μπορούν να προκαλέσουν μια τέτοια μεταβολή δεν απέχουν πολύ από εκείνα που συναντώνται στα σπίτια μας, ιδίως αν χρησιμοποιεί κανείς συχνά διάφορες συσκευές ή αν εργάζεται σαν ηλεκτρολόγος, ηλεκτροσυγκολλητής ή σε τηλεφωνικό κέντρο. Κατά τη διερεύνηση της πιθανής σχέσης μεταξύ ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας και προβλημάτων της επίφυσης, χρησιμοποιήθηκαν ομοιώματα με σχήμα και μέγεθος ανθρώπινου σώματος, γεμάτα με αλατούχο διάλυμα (φυσιολογικό ορό), σε απομίμηση των υγρών που διαρρέουν το σώμα μας. Τα ομοιώματα εκτέθηκαν σε ηλεκτρομαγνητικό πεδίο με συχνότητα 63 ως 70 ΜΗζ (μεγκαχέρτζ), τιμή που είναι κοντά στην φυσική συχνότητα συντονισμού του αθρώπινου σώματος. Τα πειράματα έδειξαν πως -όταν το μοντέλο δεν ήταν γειωμένο και υπήρχε «φαινόμενο κεραίας», δηλαδή συντονισμός- η περιοχή του κεφαλιού και του αυχένα δέχονταν 28 φορές μεγαλύτερη ποσότητα ενέργειας από το υπόλοιπο σώμα. Η μέγιστη απορρόφηση ενέργειας αφορούσε ιδιαίτερα τις περιοχές του υποθαλάμου και του θαλάμου, που γειτονεύουν με την επίφυση. Επομένως, η αρνητική επίδραση των τεχνητών πεδίων στη λειτουργία της επίφυσης μοιάζει όλο και πιο πιθανή. Η κατανάλωση αλκοόλ φαίνεται, επίσης, πως μειώνει την νυχτερινή παραγωγή μελατονίνης και βοηθά στην απορύθμιση του συστήματος των βιολογικών μας ρυθμών, ενώ ίσως ευνοεί τον καρκίνο του μαστού στις γυναίκες. Η φυσιολογική διακύμανση στην παραγωγή μελατονίνης ανάλογα με την εποχή (μεγαλύτερη το χειμώνα και μικρότερη την άνοιξη και το καλοκαίρι) συμβαδίζει με τη συχνότητα κρουσμάτων καρκίνου του μαστού που είναι μεγαλύτερη κατά τους φωτεινούς μήνες και μικρότερη το χειμώνα. Όλα αυτά πάντως είναι απλώς ενδείξεις και θα χρειαστεί, ακόμη, πολύς χρόνος για να κατανοήσουμε το ζήτημα στην ολότητά του.

Περιορισμός της Τροφής, Αντιγήρανση και ο Ρόλος της Επίφυσης

Πολλά πειράματα -με αρχή τις πρωτοποριακές μελέτες του πανεπιστημίου Comell στη δεκαετία του '30- αποδεικνύουν σαφώς πως όταν μειώνεται η ποσότητα τροφής που χορηγείται στα πειραματόζωα (στις έρευνες χρησιμοποιήθηκαν καταρχήν ποντίκια και αρουραίοι), χωρίς, ωστόσο, να στερούνται τα βασικά θρεπτικά συστατικά, τότε παρουσιάζεται δραματική αύξηση της διάρκειας ζωής τους, ιδιαίτερα αν η δίαιτα εφαρμοστεί νωρίς στη ζωή του πειραματόζωου. Ορισμένα ζώα έφτασαν σε διάρκεια ζωής ρεκόρ: 1830 μέρες, δηλαδή περισσότερο από 5 χρόνια. Αυτός ο τύπος διατροφής θεωρείται από τους γεροντολόγους σαν μια αγωγή που είναι πολύ πιθανό να παρατείνει τη ζωή εκτός από τα τρωκτικά και στους ανθρώπους. Στα ζώα αυτά, που παρουσιάζουν και κάποια επιβράδυνση του χρόνου σεξουαλικής ωρίμανσης, αργούν πολύ να εμφανιστούν βλάβες και εκφυλίσεις του συνδετικού ιστού, και το ζώο διατηρεί για πολύ περισσότερο χρόνο την κανονική παραγωγή ορμονών, την οξύτητα της όρασής του, την γενική του ισχύ, τον συντονισμό των κινήσεων και την ενεργητικότητά του. Σήμερα γίνονται ήδη μελέτες για την επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων σε πιθήκους.

Οι ακριβείς μηχανισμοί αυτής της επίδρασης δεν είναι, ακόμη, γνωστοί, εικάζεται, όμως, πως σχετίζεται άμεσα με μια πιο ισορροπημένη σχέση μεταξύ των νευροδιαβιβαστών και των ορμονών του σώματος, καθώς και με τη μείωση της δραστηριότητας των ελεύθερων ριζών -οι ελεύθερες ρίζες είναι πολύ ενεργά χημικά μόρια που παράγονται στον οργανισμό, τα οποία αυξάνουν την καταστροφή κυττάρων μέσω της οξείδωσης, και ευνοούνται από την κακή διατροφή. Η μελέτη έδειξε πως τα πειραματόζωα σε μεγάλη ηλικία, εκτός από καλύτερη γενική υγεία, είχαν, επίσης, υψηλότερες τιμές μελατονίνης στο αίμα τους, ενώ η ίδια η επίφυσή τους ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Σε αυτήν ακριβώς την παράταση της καλής λειτουργίας της επίφυσης αποδόθηκε και η συνολική διατήρηση της καλής υγείας. Παρόμοια ήταν και τα ευρήματα σε ζώα που έλαβαν αγωγή με μελατονίνη.

Είναι ενδιαφέρον πως εκτός από τη φωτοευαίσθητη ορμόνη μελατονίνη, η ανθρώπινη επίφυση περιέχει -σύμφωνα με παθολογοανατομίας μελέτες- έναν αριθμό κρυστάλλων από άλατα πυριτίου, ένα υλικό που μοιάζει με την άμμο ή το γυαλί. Ο αδένας είναι πλούσιος σε τριχοειδή και μεταγαγγλιακές νευρικές ίνες, και συχνά παρουσιάζει εναποθέσεις αλάτων, όπως ασβεστίου ή φθορίου, με ποικίλη διάμετρο, που κάποιες φορές είναι ορατές και σε μια ακτινογραφία, ή σε μια αξονική ή μαγνητική τομογραφία. Συχνή είναι, σε μεγάλη ηλικία, η εναπόθεση υδροξυαπατίτη, που μοιάζει σε σύσταση με τα οστά ή τα δόντια (ασβεστοποίηση). Επίσης, το κωνάριο περιέχει μεγάλες ποσότητες ιχνοστοιχείων: ψευδάργυρο, σίδηρο, μαγκάνιο, μαγνήσιο, στρόντιο και χαλκό. Εκτός από την τάση ασβεστοποίησης, μια ιδιαιτερότητα είναι η τάση για εναπόθεση φθορίου στους ηλικιωμένους, που αποδείχτηκε τελευταία. Δεν γνωρίζουμε αν αυτές οι εναποθέσεις είναι παθολογικά φαινόμενα, είναι, ωστόσο, σαφές πως η ύπαρξη κρυσταλλικών σχηματισμών μέσα στην επίφυση είναι μάλλον φυσιολογική και πρέπει να παίζει κάποιον ενεργό ρόλο.

Αυτό που γίνεται πια όλο και πιο απαραίτητο είναι η συνδυασμένη μελέτη στοιχείων από διάφορα γνωστικά πεδία της επιστήμης, ακόμη κι από την μυστικιστική ή θρησκευτική εμπειρία, προκειμένου να εξηγήσουμε τον τρόπο λειτουργίας και τη χρησιμότητα των λεπτών μηχανισμών που εδράζονται στο όργανο της επίφυσης, ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα τη βιολογική μας κληρονομιά. Έχουμε ήδη διδαχτεί πολλά από τη μελέτη των νευροδιαβιβαστών-πρόκειται για ουσίες του εγκεφάλου που, όπως η σεροτονίνη, παίζουν το ρόλο αγγελιαφόρων, μεταφέροντας τα νευρικά μηνύματα από το ένα νευρικά κύτταρο στο επόμενο. Επίσης, πολύτιμη γνώση προσφέρει και η μελέτη των ψυχεδελικών ή ψυχοδηλωτικών ουσιών, όπως το LSD (διαιθυλαμίδη του λυσεργικού οξέος), η δράση του οποίου σχετίζεται με το «ξεγέλασμα» των ειδικών υποδοχέων σεροτονίνης, που αναγκάζει τα νευρικά σήματα να κατευθυνθούν προς λιγότερο συνηθισμένα νευρωνικά μονοπάτια. Με παρόμοιο τρόπο -χάρη στην ομοιότητά τους με μόρια νευροδιαβιβαστών του εγκεφάλου- δρουν και άλλες ουσίες που τροποποιούν τον τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας στον άνθρωπο. Επιπλέον, αλλαγές στη βιοχημική ισορροπία του εγκεφάλου φαίνεται πως χαρακτηρίζουν και διάφορες αφάρμακες μεθόδους τροποποίησης της συνείδησης, όπως, για παράδειγμα, ο διαλογισμός, η νηστεία ή η προσευχή -αρκεί να σκεφτεί κανείς το ρόλο της νηστείας και τη σχέση της με τα οράματα και την Αγιοσύνη, στην Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση. Καταγράφοντας τις συγκεκριμένες χημικές αλλοιώσεις σε καθεμιά από αυτές τις διαφορετικές περιστάσεις και εντοπίζοντας τους κοινούς μηχανισμούς δράσης και εκδήλωσής τους, η επιστήμη θα μπορέσει να αντιληφθεί και να εμπεδώσει την ενιαία διάσταση όλων αυτών των μέσων, ενοποιώντας τελικά τη συνολική της θεώρηση για το εσωτερικό μας Σύμπαν.

Η εμπειρία των αρχαίων παραδόσεων, που κάθε άλλο παρά τυχαία επιβίωσαν μέσα στους αιώνες, εξακολουθεί πάντα να αποτελεί μια ανεκτίμητη δεξαμενή γνώσης για κάθε καλόπιστο ερευνητή που διαθέτει την απαραίτητη τόλμη για να υπερβεί τα τρέχοντα όρια της επιστήμης του. Τα τεχνητά και εγωιστικά όρια που συχνά θέτει ο άνθρωπος στις αναζητήσεις του δεν είναι παρά αποτέλεσμα της τάσης μας να «προστατεύσουμε» την άγνοιά μας. Σύμφωνα με την πιο αισιόδοξη άποψη, ο άνθρωπος της εποχής μας που αποφεύγει συνειδητά ή ασυνείδητα να αντικρίσει την ευρύτερη εικόνα, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να καθυστερεί τον ερχομό μιας εποχής όπου όλες οι επιστήμες θα έχουν ενωθεί σε μία, όπου η έρευνα και η γνώση, η συνείδηση και η θεραπεία θα είναι απλώς πλευρές της ίδιας ενιαίας πραγματικότητας.

Γ.Ν.