Διάστημα
Σείριος, ο Καθοδηγητής
Αστέρας μεγάλης εσωτερικής σημασίας για την πλανητική εξέλιξη, ο λαμπρότερος απλανής του νυχτερινού ουρανού, ο Σείριος, βρίσκεται σχεδόν στο «κέντρο» του γαλαξία μας. Φαίνεται ιδιαίτερα ακτινοβόλος λόγω της εσωτερικής του φωτεινότητας και της εγγύτητάς του με το Ηλιακό Σύστημα.
Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Σείριο κάθε λαμπρό ουράνιο αντικείμενο, όπως ο Ήλιος. Ο ορισμός αυτός αναφέρεται στο Έργα και Ημέρες του Ησίοδου[1] και στο Καταστερισμοί του Ερατοσθένη[2] και ως όρος προέρχεται από το ρήμα σειριάω - σειριώ που σημαίνει ο φλέγω, καίω ή λάμπω. Ο Όμηρος σύμφωνα με τον Ερατοσθένη το ονομάζει «άστρο-κύνα». Ορισμένοι λένε ότι αυτός ο σκύλος που μεταμορφώθηκε σε αστέρι δεν είναι του Ωρίωνα, αλλά της Ηριγόνης και ότι έγινε αστέρι για τον ακόλουθο λόγο. «Υπήρχε ένας άνδρας ονόματι Ικάριος, Αθηναίος, ο οποίος είχε κόρη την Ηριγόνη. Μεγάλωσε ένα σκυλί που είχε από κουτάβι. Όταν κάποτε ο Ικάριος διασκέδασε τον Διόνυσο, πήρε από αυτόν κρασί και ένα τσαμπί σταφύλια. Σύμφωνα με τις εντολές του θεού, περιπλανήθηκε στη γη, διακηρύσσοντας τη χάρη του Διονύσου έχοντας μαζί του τον σκύλο της Ηριγόνης. Όταν εμφανίστηκε έξω από μια πόλη, πρόσφερε κρασί σε βοσκούς. Εκείνοι, αφού το δοκίμασαν, έπεσαν σε βαθύ ύπνο και όταν ξύπνησαν, επειδή πίστευαν ότι είχαν ναρκωθεί, σκότωσαν τον Ικάριο. Ο σκύλος επέστρεψε στην Ηριγόνη και της είπε τι είχε συμβεί γαβγίζοντας. Όταν έμαθε την αλήθεια, εκείνη κρεμάστηκε. Για αυτόν τον λόγο λιμός έπληξε την Αθήνα και οι Αθηναίοι υπακούοντας στο μαντείο, πρόσφεραν ετήσιες τελετές τόσο στον Ικάριο όσο και στην Ηριγόνη. Μόλις καθαγιάστηκαν σαν άστρα, ο Ικάριος ονομάστηκε Βοώτης και η Ηριγόνη ονομάστηκε Παρθένος. Αλλά ο σκύλος κράτησε το δικό του όνομα». Σε αυτή την ιστορία που αφηγείται ο Ερατοσθένης, αποκαλύπτεται ένα μέρος του ρόλου του Σείριου ως καθοδηγητή και εκπολιτιστή της ανθρωπότητας μέσω του Διονύσου.
Σύμφωνα με άλλες απόψεις το όνομα Σείριος παράγεται από την αιγυπτιακή ονομασία Hesiri του θεού Όσιρι, ή από την κελτική λέξη Syr[3]. Κατά τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου, μαζί με την ανατολή του Ηλίου συμπίπτει και η ανατολή του Σείριου, του λαμπρότερου άστρου στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός. Στην αρχαιότητα, περί το 400 π.Χ., η ηλιακή ακτινοβολία του Σείριου είχε συνδεθεί με τα «κυνικά καύματα ή κυνικές ημέρες» (κυνάδες ἡμέραι), τα «dies caniculares» των Λατίνων, τις θερμότερες ημέρες του έτους, όπου η ακτινοβολία του Σείριου προστίθετο σε εκείνη του Ηλίου. Οι Έλληνες ποιητές κατέγραψαν την πεποίθησή τους ότι η επιστροφή του φωτεινού αστέρα ήταν υπεύθυνη για τη θερμότητα και τον πυρετό[4]. Η Ελληνική λέξη Σείριος αναφέρεται ότι πιθανώς εισήχθη από αλλού κατά την Αρχαϊκή περίοδο[5].
Τα Αστρονομικά Δεδομένα
Νοτιανατολικά του Ωρίωνα συναντάμε τον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός, που περιλαμβάνει 95 άστρα. Βρίσκεται μεταξύ του Ωρίωνα, του Λαγωού και της Πρύμνης της Αργούς. Το λαμπρότερο άστρο του αστερισμού είναι ο Σείριος. Η ονομασία του σημαίνει Στίλβων, δηλαδή σπινθηροβόλος, διότι αν και είναι λευκό άστρο, φαίνεται ποικιλόχρωμο με μεταβλητό φώς. Ενίοτε έχει γαλάζια ακτινοβολία, αν και οι αρχαίοι ερευνητές ανέφεραν πως φαινόταν να έχει κοκκινωπό χρώμα. Είναι 23 φορές λαμπρότερος του Ήλιου και από τα πιο κοντινά μας άστρα, αφού απέχει μόνο 8.5 έτη φωτός. Έχει μέγεθος –1.4, έχει μάζα 2.28 ηλιακές μάζες και απόλυτη λαμπρότητα 22 φορές μεγαλύτερη του Ηλίου[6].
Η κίνηση του Σείριου παρουσιάζει περιοδικές ανωμαλίες περιόδου 50 ετών περίπου[7], οι οποίες αποδόθηκαν από τον αστρονόμο-μαθηματικό Φρίντριχ Γ. Μπέσελ (Friedrich W. Bessel)[8] (1844) σε ένα «αόρατο σώμα», που ακολουθεί το Σείριο και παρέλκει την τροχιά του. Δηλαδή ο λαμπρός αστέρας Σείριος Α, είχε συνοδό. Το 1851 ο Άρθουρ Πέτερς (Arthur Peters) υπολόγισε την τροχιά του αόρατου αυτού συνοδού. Ο συνοδός αστέρας, ο Σείριος Β όπως ονομάστηκε, αόρατος από το ανθρώπινο μάτι (μεγέθους 8.6), είναι κατά 10 μεγέθη αμυδρότερος του Σείριου Α, δηλαδή ακτινοβολεί 10.000 φορές λιγότερο από αυτόν. Ανακαλύφθηκε από τον αστρονόμο Άλβιν Γκρ. Κλαρκ (Allvan G. Clark), κατασκευαστή αστρονομικών οργάνων, στις 31 Ιανουαρίου του 1862.
Όπως αποδείχθηκε ο Σείριος Β είναι ένας «λευκός νάνος». Το 1926, ο αστρονόμος Ινς, από το Αστεροσκοπείο του Γιοχάνεσμπουργκ ανακάλυψε και ένα δεύτερο συνοδό του Σείριου, τον Σείριο Γ, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι συνοδός του Σείριου Β.
Ο Σείριος Β κινείται ελλειπτικά γύρω από τον Σείριο Α και όταν βρίσκονται στην κοντινότερη μεταξύ τους απόσταση, οι ενέργειες που εκπέμπουν είναι ιδιαίτερα έντονες. Κινείται γύρω από τον εαυτό του με έναν απίστευτο ρυθμό, 23 φορές το λεπτό, και δημιουργεί ένα ισχυρότατο μαγνητικό πεδίο, εκτοξεύοντας τεράστιες ποσότητες αερίων και υλικών από τη μάζα του, αλλά και γιγαντιαίες ποσότητες ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας.
Μύθος και Ιστορία
Ο Σείριος ήταν γνωστός με πολλά και διαφορετικά ονόματα, ενώ υπήρχαν ιερά αφιερωμένα σε αυτόν τόσο στην Αίγυπτο και την Περσία, όσο στην Ελλάδα και τη Ρώμη. Η ονομασία «Σείριος» είναι αρχαιοελληνική, αλλά δεν είναι γνωστή η λέξη από την οποία προέρχεται. Ωστόσο, εικάζεται, επειδή χρησιμοποιήθηκε ως προσωποποίηση της μεσημβρινής ζέστης και λαμπρότητας, ότι παράγεται από το ρήμα «σείω», με τη σημασία του «ταράζω, εξεγείρομαι, σπινθηροβολώ, λάμπω».
Στην αιγυπτιακή παράδοση συχνά αναφέρεται σαν «Άστρο του Κυνός», «Άστρο της Ίσιδας ή Σόθις». Πολύ γνωστά, επίσης, παρωνύμια ήταν ο «Λαμπερός-Ακτινοβόλος» και το «Ευγενές Άστρο των Υδάτων». Το αρχαίο Ακκαδικό όνομά του ήταν Μουλ-λικ-ουντ, που σημαίνει το «Ηλιακό Άστρο του Κυνός». Στη Βαβυλώνα ήταν γνωστός σαν Κακκάμπ-λικ-κου, που ερμηνεύεται ως «Άστρο του Κυνός». Για τους Ασσύριους ήταν ο Καλ-μπου-σα μας, ο «Κύων του Ήλιου». Στη Χαλδαία τον αποκαλούσαν Κακ-σχισχά, το «Καθοδηγητικό Άστρο του Κυνός», ή Ντου-σχισχά, ο «Διευθύνων». Οι Κινέζοι τον γνώριζαν σαν Τσιν Λανγκ, ο «Ουράνιος Λύκος». Οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν και τις ονομασίες «Φύλακας της Ευρώπης» και «Φρουρός της Κόλασης», θεωρώντας πως σαν ένας άλλος Κέρβερος φύλαγε τα κατώτερα ουράνια του νότιου ημισφαίριου, επειδή πίστευαν ότι εκεί βρίσκονταν οι κατοικίες των δαιμόνων. Ο Βιργίλιος στο έργο του «Γεωργικόν», αναφέρει τον αστερισμό ως εποχιακό δείκτη, συμβουλεύοντας τους γεωργούς να σπείρουν τους σπόρους τους τη διάρκεια της δύσης του αστερισμού, δηλαδή περίπου την 1η Μαΐου[9].
Στη θρησκεία των Σερέρ (Serer) της Σενεγάλης, της Γκάμπια και της Μαυριτανίας, ο Σείριος ονομάζεται Γιοονίρ (Yoonir) από τη γλώσσα Serer. Το αστέρι Σείριος είναι ένα από τα πιο σημαντικά και ιερά αστέρια στη θρησκευτική κοσμολογία και συμβολισμό των Σερέρ. Οι Αρχιερείς και οι ιέρειες των Σερέρ (Σαλτίγκ, οι κληρονομικοί «ιερείς της βροχής»[10]) παρατηρούν το Γιοονίρ προκειμένου να προβλέψουν τις βροχοπτώσεις και να επιτρέψουν στους αγρότες να αρχίσουν να φυτεύουν σπόρους. Στη θρησκευτική κοσμολογία των Σερέρ ο Σείριος είναι το σύμβολο του σύμπαντος[11].
Στη Βίβλο το άστρο Μαζαρόθ, που αναφέρεται στο Βιβλίο του Ιώβ, αποδίδεται στο Σείριο, αν και κάποιοι το ταυτίζουν με τοv Ζωδιακό Κύκλο. Το σημιτικό του όνομα ήταν Χασίλ, ενώ οι Εβραίοι τον αποκαλούσαν με το αιγυπτιακό όνομα Σιχόρ, λέξη που μάλλον δανείστηκαν κατά την πολύχρονη αιχμαλωσία τους στην Αίγυπτο. Για τους Φοίνικες ήταν ο Χαναμπεάχ, ο «Σκύλος που γαβγίζει», ενώ για τους Άραβες ήταν ο Αλ Σίρα, ο «Ηγέτης», ενώ συνδεόταν με τον «Αλ Σιρά αλ Αμπούρ αλ Ιαμάνια», δηλαδή το «Λαμπρό αστέρι του περάσματος της Υεμένης», προφανώς από την διεύθυνση της χώρας προς την οποία έδυε. Στους πίνακες του Χρυσοκόκκη του 14ου αιώνα, ο Σείριος αναφέρεται ως «Σιαήρ Ιαμανή», δηλαδή ο «αστέρας της Υεμένης». Οι Αλφόνσιοι πίνακες (1521) αναφέρουν τον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός ως Canis Syrius, δηλαδή «σκυλί του Σείριου»[12].
Στη Σκανδιναβία, ήταν γνωστός ως Λοκαμπρένα «κάψιμο από τον Λόκι» ή «δαυλός του Λόκι». Στους αυτόχθονες λαούς της Βόρειας Αμερικής συσχετίζεται με κυνοειδή. Οι Σέρι και οι Τοχόνο Ο’όντχαμ τον ορίζουν ως σκύλο που ακολουθεί τα πρόβατα του βουνού, ενώ οι Μπλάκφουτ τον ονόμαζαν «Κύων». Οι Τσερόκι συνδύαζαν τον Σείριο με τον Αντάρη ως φύλακες-σκύλους της «Ατραπού των Ψυχών». Οι Ποουνί της Νεμπράσκα και ιδιαίτερα η φυλή Σκίντι (φυλή του λύκου) τον ονομάζει «Άστρο του Κυνός», ενώ άλλοι κλάδοι των Παουνί τον ονομάζουν «Άστρο του Κογιότ». Βορειότερα στην Αλάσκα οι Ινουίτ στα στενά του Βερίγγειου τον αποκαλούν «Σκύλο της Σελήνης».
Στην αρχαία Ινδία ο αστερισμός του Μεγάλου Κυνός ήταν γνωστός με το όνομα Σάραμα, που ήταν το όνομα ενός από τους Δίδυμους Κύνες που φύλαγαν τον Γαλαξία μας. Στα σανσκριτικά ο Σείριος είναι γνωστός ως Mrgavyadha «κυνηγός ελαφιών», ή Lubdhaka «κυνηγός». Ως Mrgavyadha, είναι το άστρο αντιπροσωπεύει τον Ρούντρα (Σίβα)[13]. Το αστέρι αναφέρεται ως Makarajyoti στα Μαλαιϊκά και έχει θρησκευτική σημασία για το κέντρο προσκυνητών Σαμπαριμάλα (Sabarimala)[14].
Στην αστρολογία του Μεσαίωνα ο Σείριος ήταν Μπεχένιος απλανής, κατάλληλος για μαγεία και ήταν συνδεδεμένος με το βηρύλλιο και τον κυπάρισσο. Το αστρολογικό του σύμβολοαναφερόταν από τον Κορνήλιο Αγρίππα[15].
Ελλάδα
Στους πρώιμους κλασικούς χρόνους το όνομα του αστέρα ήταν Κύων και αντιπροσώπευε το σκυλί Λαίλαψ, το κυνηγόσκυλο του Ακταίωνα[16]. Λιγότερο γνωστές εκδοχές της ελληνικής μυθολογίας αναφέρονται στον Σείριο σε σχέση με τον Κέρβερο, τον άγριο τρικέφαλο σκύλο που φύλαγε τις πύλες του κάτω κόσμου[17]. Στα Αργοναυτικά, στη σκηνή όπου ο Δίας ζευγαρώνει με την Αλκμήνη (μητέρα του Ηρακλή) αναφέρει: «... όταν ο Ήλιος έχανε την τριπλή του λάμψη που έμοιαζε με τον Σείριο στην πορεία του και η μαύρη νύχτα απλωνόταν από παντού ...»[18]. Από τον Όμηρο ο αστέρας αυτός ονομαζόταν «Αστήρ του Κυνός», «Αστήρ Οπωρινός» και «Κύνας Ωρίωνος». Ήταν «Το θερινό αστέρι, το οποίο αστράφτει περισσότερο από όλα, αστράφτει πιο λαμπρό αφού λουστεί στο κύμα»[19]. Ο Πτολεμαίος, δεν αναφέρει το όνομα Σείριος, αλλά το όνομα «Αστροκύων». Και ο Ησίοδος, αναφέρεται στα έργα του για τον Σείριο, όπως και ο Άρατος, ο οποίος μάλιστα χρησιμοποιεί τη λέξη «Μέγας»[20].
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η ανάληψη του Ωρίωνα στους ουρανούς έγινε όταν τον τόξευσε η θεά Άρτεμις και τον σκότωσε κατά λάθος ύστερα από παρότρυνση του αδελφού της Απόλλωνα. Μια άλλη εκδοχή λέει πως ο Ωρίωνας την εξαγρίωσε, όταν τής καυχήθηκε πως είχε σκοτώσει όλα τα άγρια θηρία στην Κρήτη, ενώ μια τρίτη εκδοχή αναφέρει πως όταν προσπάθησε να την κακοποιήσει, η θεά έβγαλε έναν σκορπιό από τη γη και με αυτό σκότωσε και τον Ωρίωνα και τον σκύλο του, τον Σείριο. Ως «Μέγας Κύων», το κυνηγόσκυλο του Ωρίωνα, καταδιώκει το Λαγό ή βοηθά τον Ωρίωνα στην μάχη του κατά του Ταύρου, όπως αναφέρουν ο Άρατος, ο Όμηρος και ο Ησίοδος. Αν και οι αρχαίοι Έλληνες αναφέρονται σε ένα μόνο σκύλο, στα χρόνια των Ρωμαίων, ο «Μικρός Κύων» αναφέρεται ως ο δεύτερος σκύλος του Ωρίωνα.
Ο αστερισμός του Σείριου ήταν γνωστός στους ανατολικούς λαούς από τα πανάρχαια χρόνια. Στις αρχές της ευρωπαϊκής κλασικής περιόδου, σε μυθολογικές αποδόσεις έχουμε ήδη αναφερθεί στο γεγονός ότι ο αστερισμός αυτός αναπαριστούσε τον Λαίλαπο, το λαγωνικό του Ακταίωνα ή μερικές φορές το λαγωνικό της Πρόκριδος, νύμφης της Άρτεμης, ή το λαγωνικό που έδωσε η Ηώς στον Κέφαλο, τόσο ξακουστό για την ταχύτητά του ώστε ο Δίας το ανύψωνε στον ουρανό[21].
Επίσης, μια ακόμη ένδειξη για τη σύνδεση με τον Σείριο έχουμε από τα αρχαία νομίσματα που βρέθηκαν στην Κορησσία της Κέας. Αυτά απεικονίζουν στη μια όψη τον Αρισταίο και στην άλλη τον Σείριο με μορφή σκύλου και στεφανωμένο με ηλιακές ακτίνες ή απλά ως άστρο[22]. Τα ευρήματα ανάγονται στην Υστεροελλαδική περίοδο (1400-1200 π.Χ.) και λέγεται ότι φτιάχτηκαν σε ανάμνηση της σωτηρίας της περιοχής των Κυκλάδων, μετά από τις τελετές του Αρισταίου, γιου του Απόλλωνα και της Κυρήνης, προς τον Σείριο[23].
Βαβυλώνα και Αίγυπτος
Στη Βαβυλώνα συναντάμε το μύθο των αμφίβιων πλασμάτων που έφεραν τον πολιτισμό στους ανθρώπους. Ο Βαβυλώνιος ιερέας Βηρωσσός περιγράφει με παρόμοιο τρόπο τους Αννεντότι, τα «Αποκρουστικά Πλάσματα», από τους οποίους ο πλέον γνωστός είναι ο Οάννες ή Έα. Αυτός, όπως και οι σύντροφοί του, ήταν μισός ψάρι και μισός άνθρωπος και ξεπρόβαλλε από ένα μεγάλο αυγό, προκειμένου να διδάξει και να εκπολιτίσει τους Βαβυλώνιους. Αυτοί έθεσαν τα θεμέλια και πρόσφεραν πολλές γνώσεις για τα γράμματα, τις επιστήμες και τις κάθε μορφή τέχνες.
Κείμενο από την Αρχαία Βαβυλωνιακή περίοδο που αναφέρεται στο Σείριο ως Τόξο. |
Αναφέρονταν στη μεγάλη θεά Ίσιδα ως Σόθις, που αναπαρίστατο ως αγελάδα ξαπλωμένη σε ένα πλοίο, ενώ στα αγάλματα την απεικόνιζαν συχνά με κέρατα αγελάδας και με την κόμμωσή της σαν ουρά ψαριού. Πολλές φορές έφερε ως στέμμα ένα οκτάκτινο αστέρι. Η αδερφή της Ίσιδας, η Νέφθις, την ακολουθούσε και βρισκόταν στα «όρια του σκότους», ενώ η Ίσις ήταν στα «όρια του φωτός». Ως θεά Ίσιδα - Σόθις ακολουθούνταν από τον Όσιρι, ο οποίος ζωγραφιζόταν σαν ένα μάτι, ενώ για την φυλή Μπόζο στο Μάλι της Αφρικής, ο Σείριος Β ήταν το «άστρο-μάτι». Στους αρχαίους αιγυπτιακούς χρόνους ο Σείριος λατρευόταν ως θεά Σοπντέτ (Spdt ή Σῶθις), εγγυήτρια της γονιμότητας της γης τους, της ευεργετικής πλημμυρίδας του Νείλου αλλά και ως θεός Σεπτ ή Σεπτίτ[24].
Ως Σείριος - Σόθις, διαδραματίζει έναν κατεξοχήν πρωταγωνιστικό ρόλο. Συνδέεται με τη θεά Ίσιδα και το πρωιμότερο αρχέτυπό της την Άθωρ. Ουσιαστικά ο Σείριος αποτελεί την ουράνια απεικόνιση της Ίσιδας, της αδελφής και συζύγου του θεού Όσιρι, η οποία πέρα από τα καθήκοντά της, μητρικά-συζυγικά, ήταν υπεύθυνη για τη θεραπεία και τη μαγεία, ενώ το κύριο έργο της ήταν να επαναφέρει το δολοφονημένο Όσιρι στη ζωή. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Σείριος είναι το Άστρο της Ίσιδας, γιατί αυτός είναι ο «Φορέας των Υδάτων».
Υπάρχουν αρκετές αρχαίες αιγυπτιακές καταγραφές για τον Σείριο, για τον οποίο οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι ασκεί μια ιδιαίτερα επίδραση σε ολόκληρο τον πλανήτη αλλά και στο ηλιακό μας σύστημα, ενώ στα προδυναστικά χρόνια θεωρούνταν τόπος μετάβασης των απερχόμενων ψυχών.
Έχει παρατηρηθεί πως ανάμεσα σε όλα τα άστρα του ουρανού, μόνο ο Σείριος έχει άξονα περιστροφής ανάλογο με εκείνον της Γης και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η ηλιακή του ανατολή να συμπίπτει με την περίοδο του δικού μας ηλιακού έτους, δηλαδή γίνεται κάθε 365,25 ημέρες. Αυτό είχε ως επίδραση να καθιερώσουν ως αρχή του ημερολογιακού τους έτους την ηλιακή ανατολή του Σείριου, η οποία εκείνες τις εποχές λάμβανε χώρα αμέσως μετά το Θερινό Ηλιοστάσιο, δηλαδή μετά τις 21 Ιουνίου. Από την ονομασία «Σόθις» του Σείριου το ημερολόγιο τους αποκαλείτο Σοθιακό (γύρω στο 3285 π.χ.). και ήταν χωρισμένο σε 12 τριανταήμερα. Για να συμπληρώσουν το πλήρες έτος πρόσθεταν 5 ημέρες κάθε φορά, οι οποίες ήταν μέρες γιορτής αφιερωμένες στη γέννηση 5 θεών. Η πρώτη μέρα ήταν του Όσιρι, η δεύτερη του Ώρου, η τρίτη του Σετ, η τέταρτη της Ίσιδας και η πέμπτη στη θεά Νέφθι. Μάλιστα, από αυτές τις 5 ημέρες, η δεύτερη και η τέταρτη θεωρούνταν τυχερές, ενώ οι υπόλοιπες ήταν άτυχες.
Οι Αιγύπτιοι λοιπόν, συγχρόνισαν το ημερολόγιο τους με την ηλιακή ανατολή του Σείριου στο νυκτερινό ουρανό η οποία πραγματοποιούταν ακριβώς πριν το ετήσιο πλημμύρισμα του Νείλου τις καλοκαιρινές ημέρες, οι οποίες έκαναν γόνιμες τις περιοχές του Δέλτα του Νείλου. Και μόνο αυτό ήταν αρκετό για να τον αποκαλούν «Θεϊκό Σόθι» και να του αποδίδουν λατρείες. Η περίοδος αυτή ξεκινούσε τον Ιούνιο και τελείωνε τον Αύγουστο και αποτελούσε για τους Αιγύπτιους και τους υπόλοιπους αρχαίους λαούς τις πιο ζεστές ημέρες του χρόνου.
Το άστρο του Σείριου εξαφανιζόταν από τον νυκτερινό ουρανό για 70 ημέρες και οι Αιγύπτιοι πίστευαν πως βρισκόταν στο Ντουάτ, τον κάτω κόσμο. Η επάνοδός του στον ουρανό, λίγο πριν την «ηλιακή ανατολή», αποτελούσε γεγονός υψίστης σημασίας, σε σημείο που κατασκεύαζαν τους ναούς τους με τους κύριους χώρους τους προσανατολισμένους ακριβώς σε εκείνο το σημείο του ορίζοντα που θα ανέτελλε ο αστέρας το συγκεκριμένο πρωινό. Το φως του Σείριου θα έφθανε μέσω του διαδρόμου στον βωμό του εσωτερικού ιερού, όπως η ακτίνα ενός ειδικού φακού. Αυτή η εστιασμένη ακτίνα ενός μόνο αστέρα θα έφθανε στο βωμό γιατί η ευθυγράμμιση ήταν εξαιρετικά ακριβής και ο ναός βρισκόταν βυθισμένος στο απόλυτο σκοτάδι. Ένας τέτοιος ναός αφιερωμένος στον Σείριο ήταν ο ναός της Άθορ στην Ντεντερά.
Μια επιγραφή σε ιερογλυφικά αναφέρει: «Λάμπει στον ναό της την Πρώτη Ημέρα του Νέου Χρόνου και ενώνει το φως της με εκείνο του πατέρα της Ρα, στον ορίζοντα». Αυτές οι 70 μέρες που παρέμενε η Σόθις στο κάτω κόσμο αποτελούσαν ιερή παράδοση και συντέλεσαν πρότυπο στη διαδικασία ταρίχευσης των νεκρών οι οποία διαρκούσε ακριβώς 70 ημέρες.
Στην κατασκευή της Μεγάλης Πυραμίδας είχαν προνοήσει για την κατασκευή διόδων - παρατηρητηρίων των άστρων και βεβαίως στην Αίθουσα της Βασίλισσας Ίσιδας υπήρχε ένα τέτοιο για την ουράνια μελέτη του Σείριου. Η ευθυγράμμιση της ανατολής του Σείριου, πιστεύεται πως είχε άμεση σχέση με τις μυητικές τελετουργίες που λάμβαναν χώρα εκεί.
Ο συμβολισμός του Κυνός στην Αίγυπτο ανάγεται τουλάχιστον στην 3η χιλιετία π.Χ. και στους ναούς της Χώρας του Νείλου συναντάται συχνά το ιερόγλυφο του θωόμορφου συνοδού της Ίσιδας, Άνουβι. Ωστόσο, ένας αρχαιότερος συμβολισμούς του Σείριου είναι το πεντάκτινο άστρο και υπήρχε ως απεικόνιση στον ναό της Ίσιδας/Άθορ στην Ντεντερά. Κάποιες φορές οι Αιγύπτιοι τοποθετούν το πεντάκτινο άστρο εμπρός από έναν κυκλικό δίσκο, προκειμένου να απεικονίσουν τη θέση του Σείριου προς τον Ήλιο του συστήματός μας, την ώρα που ο πρώτος ανατέλλει το καλοκαίρι.
Κάποιοι συσχετίζουν με το Σείριο και τον Άνουβι, ο οποίος θεωρούνταν ψυχοπομπός και κριτής των ψυχών, συνδέεται άμεσα με τον «Αδιαπέραστο» δακτύλιο, ενώ είχε διδάξει την τέχνη της ταρίχευσης και προΐστατο των νεκρικών τελετών.
Τον συνδέουν επίσης με το, Μίθρα, τον περσικό μυστηριακό θεό και τον Ώρο ακόμη και με την Άθορ, αποκαλούμενη μερικές φορές Σόθις ή Σεπτίτ όπως την ονόμαζαν οι Αιγύπτιοι. Στην ιρανική γενικότερα, στην περσική μυθολογία ειδικότερα και στον Ζωροαστρισμό, την αρχαία θρησκεία της Περσίας, ο Σείριος εμφανίζεται ως Τίστρυα και λατρεύεται ως βροχοποιός θεότητα (Τιστάρ στη νέα περσική ποίηση). Εκτός από τα εδάφια στα ιερά κείμενα της Αβέστα, ο Τίστρυα εμφανίζεται ως Τιρ στη μέση και νέα περσική λογοτεχνία, στο έπος Σαχναμέχ του Φερντουσί, ως γιαζάτα δηλαδή δύναμη που είναι «άξια λατρείας», ο Τίστρυα είναι θεότητα της βροχής και της γονιμότητας και ανταγωνιστής του Απαόσα, του δαίμονα της ξηρασίας. Στη μεταξύ τους μάχη ο Τίστρυα απεικονίζεται ως λευκό άλογο.
Τα Μυστικά των Ντόγκον
Ο Ρόμπερτ Τέμπλ (Robert Temple), καθηγητής των Σανσκριτικών και Ανατολικών Μελετών, κυκλοφόρησε το 1976 το βιβλίο «Ο Άγνωστος Σείριος» ταράζοντας τα ανήσυχα πνεύματα των ερευνητών. Έκανε γνωστή σε όλο τον κόσμο μια μικρή πανάρχαια φυλή της Αφρικής, που ζει στις περιοχές του Μαλί και της οποίας η μυθολογία συνδέεται στενά με το άστρο του Σείριου. Πρόκειται για τη φυλή των Ντόγκον, οι οποίοι πιστεύουν ότι στο μακρινό παρελθόν επισκέφθηκαν τη Γη αμφίβια όντα από το διάστημα, με σκοπό να την εκπολιτίσουν.
Ο Γάλλος ανθρωπολόγος Δρ Μαρσέλ Γκριόλ (Marcel Griaule) ήταν ο πρώτος ερευνητής που επισκέφθηκε το 1931 τους Ντόγκον και τους μελέτησε συνολικά για σχεδόν 20 χρόνια. Το 1946 μαζί με την Γαλλίδα ανθρωπολόγο Ζερμέν Ντιτερλέν (Germain Dieterle), κατέγραψε λεπτομερώς τις παραδόσεις και τη μυθολογία τους. Στην έκθεση που παρέθεσαν οι Γκριόλ και Ντιτερλέν το 1951 παρουσίασαν πως οι Ντόγκον γνώριζαν για άστρα που δεν φαίνονταν με γυμνό μάτι[25].
Το 1946, οι ιερείς των Ντόγκον μύησαν τον Μαρσέλ Γκριόλ στα απόκρυφα μυστήρια της φυλής τους και του αποκάλυψαν τις τελετουργίες και τις μυστικές τους παραδόσεις. Εκεί έμαθε πως στις αρχαίες εποχές, τούς είχαν επισκεφθεί κάποια εξωγήινα αμφίβια όντα, οι Νόμμο, οι οποίοι επιχείρησαν να μεταφέρουν όλες τις γνώσεις τους στη Γκόγκο (Αλεπού;). Έτσι, θα μπορούσαν να τελειοποιηθούν οι Όγκο (Ακάθαρτοι), όπως αποκαλούσαν την ανθρωπότητα. Η Γκόγκο, όμως, αντέδρασε σε αυτήν την προσπάθεια και αποσπάστηκε από την Άμμα (την Υπέρτατη Αρχή των Ντόγκον), με αποτέλεσμα οι Όγκο να παραμείνουν ατελείς.
Από μόνη της η μυθολογική τους παράδοση δεν είχε κάτι το ενδιαφέρον, εάν δεν την ακολουθούσε μια ακριβής αστρονομική περιγραφή του άστρου καταγωγής των Νόμμο. Οι Νόμμο προέρχονται από το Σείριο και τους διάφορους αστέρες ή πλανήτες που περιστρέφονται γύρω από αυτόν. Αναφέρονταν στην ύπαρξη δύο ακόμη σωμάτων που κινούνται γύρω από το Σείριο περιγράφοντας με ακρίβεια την κίνηση και την μάζα του Σείριου Β, του οποίου η ύπαρξη αποδείχθηκε το 1862, η πυκνότητα της μάζας του το 1926 («λευκός νάνος») και φωτογραφήθηκε μόλις το 1970. Υπάρχει και μια σειρά αστρονομικών πληροφοριών και στοιχείων που η γνώση τους από τους υποτιθέμενους πρωτόγονους προκαλεί κατάπληξη. Είναι αδύνατον ο επιστημονικός νους να χωρέσει το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι, που δε διέθεταν στοιχειώδεις επιστημονικές γνώσεις και όργανα, μπορούσαν να περιγράφουν αστρονομικά φαινόμενα με τέτοια λεπτομέρεια. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής κοινότητας αντέκρουσε τους ισχυρισμούς των Ντόγκον, ότι πρόκειται περί αρχαίας γνώσης, αλλά για υλικό το οποίο συμπεριλήφθηκε στους μύθους τους, αφού ήρθαν σε επαφή με γειτονικούς πιο πολιτισμένους λαούς.
Η δημοσίευση του «Άγνωστου Σείριου» από τον Τεμπλ ήταν μια πρόκληση προς τους ερευνητές, διότι συνδύαζε τις παραδόσεις των Ντόγκον με εκείνες των Αιγυπτίων, των Ελλήνων και των Βαβυλωνίων. Πέρα από το ότι διαπίστωσε και ο ίδιος πως οι Ντόγκον είχαν ακριβείς γνώσεις μέχρι και της πενηντάχρονης περιόδου περιστροφής του Σείριου και περιέγραφαν την προσγείωση της περιστρεφόμενης «κιβωτού» των Νόμμο, ανακάλυψε πως οι μυθολογίες των αρχαίων πολιτισμών αναφέρονται σε παράξενα αμφίβια πλάσματα που είχαν έρθει για να εκπολιτίσουν την ανθρωπότητα. Κάθε 60 χρόνια οι Ντόγκον τελούν τη γιορτή τους «Σιγκουί». Η τελετή Σιγκουί έχει ως περιεχόμενο την επιθυμία για ανανέωση του κόσμου και καθορίζεται από το Πο Τόλο[26], δηλαδή το άστρο του Σιγκουί…»[27].
Κοσμική Επιρροή και Εσωτερικές Αποδόσεις
Η αστρονομική παρατήρηση έχει δείξει ότι ο Σείριος κινείται ακριβώς προς την κατεύθυνση της Γης και ότι τεράστιες ποσότητες ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων εκτοξεύονται από το Σείριο προς αυτήν.
Στην επιστήμη της αστρολογίας είναι αρκετοί οι αστρολόγοι που καταστρώνουν χάρτες που σχετίζονται με τους απλανείς αστέρες και φυσικά και με τον Σείριο. Ισχυρίζονται μάλιστα πως η επίδραση του Σείριου παρέχει πολύ καλές ιδιότητες, φιλάνθρωπη και αφοσιωμένη καρδιά, αλλά ξεσηκώνει και βιαία, έντονα πάθη. Προκαλεί, επίσης, φόβο για το σκοτάδι και τη νύχτα.
Και η εσωτερική φιλοσοφία συνδέει το Σείριο αναπόσπαστα με τη Γη. Υπάρχουν εσωτερικές παραδόσεις που υποστηρίζουν πως ο Σείριος συνδέεται με τη διάνοια και εκεί ακριβώς είναι η επίδρασή του στον πλανήτη μας. Οι επιρροές του επιδρούν αφενός εξαγνιστικά σε όλα τα νοήμονα βασίλεια και αφετέρου μεταφέρουν τις αγνότερες σκεπτομορφές συντονίζοντας τη γήινη με τις άλλες εξελίξεις του Σύμπαντος. Η Αλίκη Μπέιλι (Alice A. Bailey), αναφέρει την ύπαρξη της Κυανής Στοάς του Σειρίου, όπου μεταφέρονται οι πλέον εξελιγμένες ανθρώπινες ψυχές για περαιτέρω ανάπτυξη και συμμετοχή στη συμπαντική εξέλιξη. Στην καββαλιστική θεωρία ο Σείριος αντιστοιχεί στο κέντρο της Γνώσης (Ντάατ) που αντιστοιχεί στο αστρονοητικό κέντρο του λαιμού. Και επειδή το τελευταίο αποτελεί θεμελιώδες κέντρο επικοινωνίας, υποστηρίζεται ότι μέσω αυτού επιτυγχάνεται η ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ διανοιών.
Η Έλενα Π. Μπλαβάτσκι (Helena Petrova Blavatsky), αναφέρει στη Βίβλο του Αποκρυφισμού πως ο Σείριος συνδέεται μυστηριωδώς με τον Θωθ-Ερμή, θεό της σοφίας και τον Mercurius με άλλη μορφή. Ο Σόθις-Σείριος είχε και έχει για τους Αιγυπτίους, μια μυστική επιρροή πάνω σε όλο τον ζώντα ουρανό και συνδέεται σχεδόν με κάθε θεό και κάθε θεά. Ήταν η «Ίσιδα στον Ουρανό» και ονομαζόταν «Ίσις-Σόθις», γιατί η Ίσιδα βρισκόταν «στον αστερισμό του κυνός», όπως διακηρύσσεται στα μνημεία της. «Πίστευαν ότι η ψυχή του Όσιρι ενοικεί σε ένα πρόσωπο που περπατάει με μεγάλα βήματα μπροστά στον Σόθι, με ένα σκήπτρο στο χέρι του και ένα μαστίγιο στον ώμο του».
Στη θεοσοφία, αναφέρεται ότι τα επτά αστέρια των Πλειάδων μεταδίδουν την πνευματική ενέργεια των Επτά Ακτίνων από τον Γαλαξιακό Λόγο στα Επτά Αστέρια της Μεγάλης Άρκτου και στη συνέχεια στον Σείριο. Mέσω του Ηλίου καταφθάνουν στον Θεό της Γης (Σανάτ Κουμάρα) και τελικά μέσω των Διδασκάλων των Επτά Ακτίνων στην ανθρώπινη φυλή[28]. Σύμφωνα με τον Θιβετανό Διδάσκαλο Τζβαλ Κουλ, τα Μυστήρια της Μύησης για τον πλανήτη μας προήλθαν αρχικά από τον Σείριο[29]. Κατά τον ίδιο τρόπο φαίνεται πως η επιρροή του Σείριου έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ανθρωπότητας, διαμόρφωση που έκανε δυνατή την περιπέτεια της εξέλιξης της συνείδησης για το ανθρώπινο βασίλειο. Η νοημοσύνη ως λειτουργία που προέρχεται από τον Σείριο διατρέχει την παγκόσμια μυθολογία και φαίνεται πως από το συγκεκριμένο άστρο ξεκίνησε η εκδίπλωση της συνείδησης, την οποία ονομάζουμε Ατραπό, το μονοπάτι που διέσχισε η ανθρωπότητα από την κατάσταση του ζωανθρώπου στον homo sapiens sapiens και τις κοσμικές του ταυτίσεις. Τούτη η εκδίπλωση της συνείδησης έγινε με την αποκάλυψη γνώσης και τη δημιουργία του πολιτισμού που οδηγεί στην κοσμική συνείδηση. Με αυτή την αποκάλυψη προσφέρθηκε εδώ και πολύ καιρό από τα προφητικά όντα του Σείριου η ευλογία της συμμετοχής στα Μυστήρια της Μύησης[30].
Τα Μυστήρια της Μύησης, ωστόσο, αποκρύφτηκαν, κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας της ανθρωπότητας να ενσωματώσει το αληθινό τους νόημα και παραμένουν σήμερα ριζωμένα σε μυστηριακές θρησκείες και οργανισμούς αναμένοντας την εκ νέου εγκαθίδρυσή τους στη σύγχρονη πραγματικότητα της ανθρώπινης ζωής και των βασιλείων με τα οποία συνεργάζεται πάνω στο πρόσωπο της γης.
Η θεοσοφική εταιρία δέχεται πως ο αστερισμός του Σείριου ασκεί άμεση επίδραση σε όλη τη πλάση και έχει άρρηκτη σχέση με κάθε μεγάλη θρησκεία του παρελθόντος. Για την Αλίκη Μπέιλι, αποτελεί το σπίτι της πνευματικής ιεραρχίας και υποστηρίζει πως εάν η ζεστασιά που εκπέμπει με την ακτινοβολία του ο ήλιος μας κρατάει ζωντανό τον φυσικό κόσμο, ο Σείριος κρατάει με τη δική του ακτινοβολία ζωντανό τον πνευματικό κόσμο.
Νινούρτα, ισχυρέ, ηρωικέ θεέ, πρίγκιπα των Ανουνάκι, κύριε του Ιγκίγκι,
κριτή του σύμπαντος, συ που φωτίζεις τα σκοτάδια,...
Στην ανατολή των άστρων το πρόσωπό σου λάμπει σαν τον ήλιο.
Hymn to Ninurta as Sirius[31].
Σημειώσεις
Βιβλιογραφία
Ι.Φ.