Θρησκεία
Η Μαύρη Παρθένος
Παρόλο που αληθεύει ότι πολλές από τις θαυματουργές Μαντόνες ανά τον κόσμο απεικονίζονται μαύρες, πολύ λίγα είναι γνωστά για αυτό το φαινόμενο σήμερα. Πολλές τέτοιες Μαύρες Παρθένοι υπάρχουν, έχοντας επιβιώσει μέσα από αιώνες πολέμου, ορισμένες σε μεγάλες βασιλικές, άλλες σε εκκλησίες χωριών και άλλες σε μουσεία και βιβλιοθήκες. Πολύ περισσότερες μάλιστα βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές για διάφορους λόγους. Ορισμένες είναι βαμμένα αγάλματα, άλλες απεικονίζονται σε τοιχογραφίες ή πίνακες και άλλες είναι αγαλματίδια σκαλισμένα από έβενο.
Ιστορία και Μύθος
Ορισμένα από τα πλέον φημισμένα ιερά της Μαύρης Παρθένου βρίσκονται στη Σαρτ, το Λορέτο, τη Σαραγόσα, το Μονσερά και τη Γουαδαλούπη. Οι πρώιμες γραπτές αναφορές για το θέμα είναι σχετικά λίγες, αν και ο Πίτερ Κομέστορ, βιβλικός σχολιαστής του 12ου αιώνα, ο Αγ. Βερνάρδος του Κλερβό, από τους πρώτους καθοδηγητές των Ναϊτών Ιπποτών και ο Νικηφόρος Καλλίξτος (1256-1335), ιστορικός της Βυζαντινής Εκκλησίας, έχουν αρκετά να πουν για το θέμα.
Πολλοί Χριστιανοί, κληρικοί ή λαϊκοί, απλώς αποδέχονται ότι αυτά τα ιερά της Μαύρης Παρθένου και η εξαιρετική αφοσίωση που τους αποδίδεται είναι ανεξήγητη, ένα μυστήριο της θηλυκής όψης της θεότητας. Αρκετοί συγγραφείς πιστεύουν πως αντιπροσωπεύουν μια χριστιανική μορφή της Ίσιδας, ως μητέρας μαζί με το παιδί. Τούτα τα ιερά πιστεύεται πως διαθέτουν, ανάμεσα στα άλλα και ιδιαίτερες θεραπευτικές δυνάμεις, στις οποίες μπορούν να καταφύγουν τα νεαρά ζευγάρια για ευλογία και γονιμότητα. Επίσης, υπάρχει μια αρκετά ισχυρή παραδοσιακή πίστη που συνδέει τις Μαύρες Παρθένους με τους Ναΐτες Ιππότες και τη Μαρία τη Μαγδαληνή.
Μια διάσημη Μαύρη Παρθένος, η Μαντόνα των Παραθύρων κοντά στο Σεντ Μαρτέν ντε Βεζουμπί -πόλη στην οποία σφαγιάστηκαν πολλοί Ναΐτες- πιστεύεται πως ήρθε στη Νότια Γαλλία από την ίδια τη Μαρία. Είτε υπάρχει κάποιο ψήγμα αλήθειας σε αυτούς τους θρύλους είτε είναι εντελώς μυθώδεις, εντούτοις είναι ένα προκλητικό και συνάμα γοητευτικό θέμα που σαγηνεύει τον ερευνητικό νου σε ό,τι αφορά στις ονομασίες των ιερών, τις παραδόσεις με τις οποίες συνδέονται και τον τρόπο αλληλοσύνδεσής τους.
Ο Αγ. Βερνάρδος του Κλερβό γεννήθηκε στο Φοντέν, κοντά στη Ντιζόν, έναν τόπο που λέγεται πως είχε τη δική του Μαύρη Παρθένο. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν ήταν παιδί ήπιε τρεις σταγόνες από το στήθος της Μαύρης Παρθένου της Σατιγιόν. Αργότερα βοήθησε στην Εξάπλωση και οργάνωση του Τάγματος των Ιπποτών του Ναού και κήρυξε τη Δεύτερη Σταυροφορία από το Βεζελέ, ένα λατρευτικό κέντρο της Μαγδαληνής και της Μαύρης Παρθένου. Μετά το θάνατό του αγιοποιήθηκε και εορτάζεται στις 20 Αυγούστου, όπως και ο θεμελιωτής ενός άλλου λατρευτικοί ιερού της Μαύρης Παρθένου, ο Αγ. Αμαντούρ της Ροκαμαντούρ.
Στις παραδόσεις της Νότιας Προβηγκίας η Μαύρη Μαντόνα συνδέεται με την Αγ. Σάρα, την προστάτιδα αγία των Τσιγγάνων. Λέγεται πως ήταν η μαύρη θεραπαινίδα που συνόδευσε τις τρεις Μαρίες στη Γαλλία, όταν έφυγαν από τους Ιερούς Τόπους μετά τη Σταύρωση. Στην τοπική τσιγγάνικη παράδοση αναφέρεται πως η ίδια ήταν τσιγγάνα (ορισμένοι τη θεωρούν Αιγύπτια), η οποία βοήθησε να φτάσουν με ασφάλεια οι τρεις γυναίκες στον προορισμό τους. Η λατρεία της Αγ. Σάρα επιβιώνει ακόμη και σήμερα στο Λε Σεντ Μαρί ντελα Μερ, μία από τις αρχαιότερες λατρευτικές τοποθεσίες της Μαγδαληνής στη Γαλλία.
Αληθινά πρόκειται για ένα γοητευτικό θέμα, το οποίο χρήζει μεγαλύτερης προσοχής από τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς ερευνητές, γιατί φαίνεται πως αποτελεί ένα ιδιαίτερο κομμάτι της ιστορίας του Χριστιανισμού. Στο μεταξύ κάθε χρόνο αυξάνει ο αριθμός των προσκυνητών που προσφεύγουν για διάφορους λόγους στα ιερά της Μαύρης Παρθένου.
Η Λατρεία της Παρθένου Μαρίας και της Ίσιδας
Η Μαρία ονομάστηκε για πρώτη φορά Θεοτόκος στην Αλεξάνδρεια, περίπου τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για αυτό βρέθηκε στο απόκομμα ενός πολύ αρχαίου χειρόγραφου, πιθανώς του 3ου αιώνα. Έγινε επίσημο δόγμα στη Σύνοδο της Εφέσου το 431. Ορισμένοι αναφέρουν πως ο όρος προήλθε από τον Ωριγένη, αλλά δεν υπάρχει πραγματική μαρτυρία για αυτό.
Η Αλεξανδρινή θεολογική Σχολή ήταν το αποτέλεσμα μιας υψηλής διανοητικής σκέψης και μιας βαθιάς μυστικιστικής αφιέρωσης. Ωστόσο, η αφιέρωση στη Μαρία λειτουργούσε σε δύο διαφορετικά επίπεδα εκείνο των θεολόγων και των μοναχών και εκείνο των απλών πιστών. Οι θεολόγοι και οι μοναχοί διερευνούσαν την αιώνια παρθενία της και της απέδωσαν την εικόνα της πειθήνιας παρθένου. Οι απλοί πιστοί είδαν τη Μαρία ως Μητέρα Γη και της απέδωσαν φυσικές εικόνες. Οι προσευχές που της απηύθυναν σχετίζονταν με τη γονιμότητα της γης και τη γυναικεία γονιμότητα. Την έβλεπαν με λίγα λόγια ως μία όψη της θεότητας που κατανοούσε τις καθημερινές τους ανάγκες. Οι θεολόγοι είδαν τη Μαρία ως Νέα Εύα, η οποία αποδέχτηκε και ανέστρεψε το αρχαίο αμάρτημα, φέρνοντας στον κόσμο τον Ιησού. Την είδαν ως συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο Αρχαίο και το Νέο Ισραήλ. Ήταν κόρη του Αρχαίου Ισραήλ, αλλά πρώτη στην Καινή Διαθήκη. Ήταν ιστορικά η Μητέρα του Χριστού, αλλά πνευματικά ήταν θυγατέρα και Νύφη του Χριστού.
Την ίδια εποχή που ο Απουλήιος έγραψε το έργο του Μεταμορφώσεις ή ο Χρυσός Γάιδαρος, οι Χριστιανοί -ο Μάρτυρας Ιουστίνος, ο Ειρηναίος κ.λπ.- αναφέρονταν στη Μαρία ως Νέα Εύα. Στο βιβλίο του Απουλήιου η Ίσιδα είναι η Μεγάλη θεά, εκείνη που προκαλεί τη νέα δημιουργία και αναστρέφει την κατάρα. Κατά τον ίδιο τρόπο η Παρθένος Μαρία είναι εκείνη που φέρνει τη λύτρωση, ενώ η Εύα ήταν η αιτία της Πτώσης. Οι παγανιστικές και οι χριστιανικές αντιλήψεις για το ρόλο της γυναίκας προχωρούν παράλληλα για κάποιο διάστημα. Τελικά συγκλίνουν και η εικόνα της Μαρίας προβάλλει υπέρτατη, γονιμοποιημένη και εξυψωμένη από την πανάρχαια λατρεία της Μεγάλης θεάς. Από την άλλη ο ιεραποστολικός ζήλος ήταν τέτοιος, ώστε όλες οι γιορτές της Μεγάλης θεάς έγιναν σταδιακά γιορτές της Μαρίας. Για παράδειγμα, θα αναφέρουμε την περίοδο εκχριστιανισμού της Βρετανίας. Ο μήνας Μάιος ήταν ο μήνας της θεάς του Καλαμποκιού, της Γήινης Μητέρας και στην πορεία έγινε ο μήνας της Μαρίας.
Στην πόλη της Αλεξάνδρειας, επίσης, υπήρχε το Σεράπειο και ένας ναός της Ίσιδας. Και τα δύο οικοδομήματα καταστράφηκαν από τον χριστιανό Πατριάρχη Θεόφιλο το 39. Στη θέση τους χτίστηκε μια εκκλησία, αφιερωμένη στον Αγ. Ιωάννη το Βαπτιστή. Το Καισάρειο, το οποίο κτίστηκε από την Κλεοπάτρα και ολοκληρώθηκε από τον Οκταβιανό, έγινε αργότερα ο Καθεδρικός ναός της Αλεξάνδρειας. Ωστόσο, ο αρχικός Καθεδρικός ήταν ο Αγ. Θεωνάς, ο οποίος αφιερώθηκε το 285 στην Παρθένο Μαρία. Η Παρθένος Μαρία και η Ίσιδα συνυπήρξαν ως λατρευτικές δυνάμεις για ένα μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα. Ήταν φυσικό, λοιπόν, να υπάρξουν αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στα δύο αρχέτυπα.
Η λατρεία της Ίσιδας ήταν εξίσου διαδεδομένη στον ελληνικό και κατόπιν στο ρωμαϊκό κόσμο. Υπήρξε ένα σύμβολο της Μεγάλης θεάς, της θηλυκής όψης της θεότητας, στηριγμένο με τη σειρά του σε ακόμη αρχαιότερα σύμβολα που αντλούν την καταγωγή τους από τα χρόνια της ανιμιστικής λατρείας. Είναι ένα σύμβολο διεκδίκησης της αθανασίας του πνεύματος και ταυτόχρονα το κλειδί της ανάστασης. Η θηλυκή μήτρα είναι η σπορά της ζωής αλλά και ο τάφος του θανάτου. Είναι η ζωντανή μαρτυρία της περιοδικότητας των εποχών και της νέας ελπίδας που φουντώνει στις καρδιές των ανθρώπων με τον ερχομό της Άνοιξης. Η Ίσιδα λατρευόταν ως Μαύρη Παρθένος και πολλοί από τους χριστιανικούς ναούς που είναι αφιερωμένοι στη Μαύρη Παρθένο, είναι χτισμένοι πάνω ή δίπλα στα χαλάσματα αρχαίων ναών της Ίσιδας, στους οποίους υπήρχαν αγάλματα της Μαύρης Παρθένου. Ένα μάλιστα από αυτά λατρευόταν μέχρι το 16ο αιώνα σε ναό αφιερωμένο στην Παρθένο Μαρία στο Παρίσι. Λέγεται μάλιστα πως η λέξη Παρίσι προέρχεται από το Par-Isis, που σημαίνει Άλσος της Ίσιδας. Άλλωστε, κάποτε το Παρίσι ήταν κέντρο της Ισιακής λατρείας.
Τα αγάλματα της Μαύρης Παρθένου την απεικονίζουν συνήθως να κρατά στο μηρό της το Χριστό -τον Όσιρι ή τον Ώρο- και να τον παρουσιάζει στον κόσμο ή να θρηνεί για το χαμό του, όπως απεικονίζεται στην Πιετά του Μιχαήλ Άγγελου. Θρηνούν και οι δύο γυναίκες, αλλά στον αιγυπτιακό μύθο είναι τα δάκρυα της Ίσιδας που ανασταίνουν τον Όσιρι. Η Ίσις είναι σύμβολο της αιώνιας ζωής και σε πολλές περιπτώσεις ο σταυρός ανκχ, το σύμβολό της, βρέθηκε σε τάφους της πρώιμης χριστιανικής περιόδου. Η λατρεία της Μαύρης Παρθένου είναι σκιώδης και κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά τις ρίζες της. Το πιθανότερο είναι αυτές οι ρίζες να βρίσκονται σε προχριστιανικές εποχές, σε εποχές λατρείας της Θεάς Γης. Ο καθηγητής Άντερσον έχει καταθέσει μια θεωρία, σύμφωνα με την οποία η Ίσιδα και ο Ώρος έγιναν στις πρώιμες φάσεις του Χριστιανισμού Μαρία και Χριστός. Σύμφωνα με τούτη την εκδοχή, το ρόλο του διαβόλου παίζει ο καταστροφέας Σετ.
Ταξίδι Μέσα στους Αιώνες
Με την έναρξη της χριστιανικής εποχής φθίνουν οι παγανιστικές λατρείες, σε όλο σχεδόν το δυτικό κόσμο. Την ίδια φθορά υφίσταται και η λατρεία προς τη Μητέρα Γη. Στη σύγχρονη εποχή έχει μείνει μόνον ο απόηχος τέτοιων λατρειών, όπως τα μυστήρια της Ελευσίνας, στα οποία λατρευόταν η Δήμητρα και η Περσεφόνη. Ωστόσο, θεότητες όπως η Άρτεμις στην 'Εφεσο βασίλεψαν αδιατάρακτες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμη και ο Παύλος δεν κατόρθωσε να εμποδίσει τη λατρεία της. Η Άρτεμις των Ελλήνων, η Ντιάνα και η Εκάτη του ρωμαϊκού κόσμου ήταν η θεά των δασών. Πολλά από τα χαρακτηριστικά της βρίσκονται στις Μαύρες Παρθένες, πολλές από τις οποίες βρέθηκαν κρεμασμένες σε δέντρα.
Οι τρεις μεγάλες θεότητες της Ανατολής, η Ίσις, η Κυβέλη και η Άρτεμις της Εφέσου, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις απεικονίζονταν ως μαύρες θεότητες, λατρεύτηκαν στην Ανατολή πολύ πριν την εμφάνιση των Ρωμαίων. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις η μαύρη μορφή τους αποδίδεται στη σκοτεινή όψη της θεότητας που παρουσιάζεται ως ουράνια και υποχθόνια θεότητα ταυτόχρονα. Ως παράδειγμα, θα αναφέρουμε τη βαβυλωνιακή θεότητα Ινάνα και την αδελφή της Ερεσκιγκάλ, το αντίστοιχό της στον Κάτω Κόσμο. Άλλο παράδειγμα είναι η Λίλιθ, η σκοτεινή και ανεξιχνίαστη όψη της φωτεινής Εύας, καθώς και η Εκάτη, ως σκοτεινή πλευρά της Σελήνης.
Στις ακτές της Μεσογείου, από την Αντίμπ ως τη Βαρκελώνη και τη Γαλικία αναπτύχθηκε η λατρεία των τριών θεοτήτων και εκεί ακριβώς βρίσκει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Μαύρων Παρθένων. Σήμερα εκτιμάται ότι οι πρώτες εικόνες της Μαύρης Παρθένου και του θεϊκού της γιου ήταν απεικονίσεις της Ίσιδας και του Ώρου. Στους τελευταίους αιώνες της ρωμαϊκής κυριαρχίας η Δύση καλωσόρισε την Ίσιδα και την Κυβέλη. Η Κυβέλη τον 3ο αιώνα έγινε η μεγαλύτερη θεότητα της Λιόν, ενώ την ίδια εποχή η Ίσιδα κυριάρχησε στο Παρίσι, έως ότου ο Χριστιανισμός την αντικατέστησε με την Αγ. Ζενεβιέβ.
Ως τον 4ο αιώνα αντιλαμβάνεται κανείς την ύπαρξη ενός θρησκευτικού συναισθήματος που βασίζεται στη Μεγάλη Μητέρα και τα γλυκά χαρακτηριστικά της αγάπης και της συγγνώμης. Ωστόσο, η χριστιανική εκκλησία που εγκαθιδρύθηκε μετά τον Κωνσταντίνο αφαιρεί αυτά τα χαρακτηριστικά. Οι υπέρτατες και λεπτές ιδιότητες του θηλυκού απορρίπτονται και η πατριαρχία δείχνει το σκληρό και άκαμπτο πρόσωπο της.
Τούτη η θηλυκή αρχή προβάλλει ως κίνημα κατά τη διάρκεια της γοτθικής Αναγέννησης. Στη Γαλλία του 12ου αιώνα δραστηριοποιείται ένα θρησκευτικό και ιπποτικό Τάγμα περιβεβλημένο με μυστήρια, το Τάγμα του Ηγουμενείου της Κυρίας μας της Σιών. Τούτο το Τάγμα ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της Μητέρας Θεάς, στην ήδη εκχριστιανισμένη μορφή της Μαύρης Παρθένου. Η σημαντικότερη ιστορική συνεισφορά αυτού του Τάγματος ήταν το εκπληκτικό του προβάδισμα στον αγώνα των γυναικών για ίσα δικαιώματα.
Η παρουσία της Μαύρης Παρθένου έγινε ακόμη εντονότερη μετά τις Σταυροφορίες. Ιδιαίτερα οι Ναΐτες Ιππότες, όταν επέστρεψαν στις πατρίδες τους, έφεραν μαζί τους μικρά αγάλματα Μαύρων Παρθένων, τα οποία θεωρήθηκαν αρχικά ως εξωτικές παγανιστικές απεικονίσεις. Η μεγάλη γιορτή των Ναϊτών ιπποτών ήταν η Πεντηκοστή, η ημέρα του Αγίου Πνεύματος. Το Περιστέρι, ως κατεξοχήν σύμβολο του Αγίου Πνεύματος ανήκει στη Μητέρα Γη, όπως το Άγιο Πνεύμα ανήκει στη Μαρία. Η Πεντηκοστή ήταν, επίσης, ο μεγάλος γιορτασμός του Άγιου Δισκοπότηρου στον κύκλο του Αρθούρου, του κεντρικού αντικείμενου της Ιερής Αναζήτησης.
Οι Ναΐτες Ιππότες έγιναν τμήμα της ιστορίας ως φύλακες του Άγιου Δισκοπότηρου. Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε πως το Δισκοπότηρο προστάτευε τη γη, την έτρεφε και της παρείχε γονιμότητα. Με λίγα λόγια διέθετε τις ίδιες ιδιότητες με εκείνες της Μητέρας Γης και της Μαύρης Παρθένου. Η θηλυκή αρχή αποκαλύπτεται στο Δισκοπότηρο, όπως, επίσης, και στη λατρεία της αγάπης των Τροβαδούρων, μέσω της ολοκληρωτικής αφιέρωσής τους στην Παρθένο.
Ωστόσο, ο 14ος αιώνας σημειώνει το τέλος αυτής της περιόδου άνθισης της θηλυκής αρχής με τις πρώτες πυρές της Ιεράς Εξέτασης, που έκαιγαν διαρκώς για τα επόμενα 500 χρόνια. Αυτή η μεγάλη πυρά καίει και αφανίζει τους Ναΐτες, πυροδοτεί το κυνήγι των μαγισσών, γίνεται το επίκεντρο μιας προσπάθειας αφανισμού της θηλυκής αρχής της ευχαρίστησης, της ελευθερίας και της ειρήνης που αντιπροσωπεύει η Μητέρα Γη.
Οι φωτιές των μαγισσών έσβησαν στον αιώνα της λογικής. Αν και δεν ανταποκρινόταν ακριβώς στους κανόνες της λογικής, η μικρή Μαύρη Μαντόνα εμφανίστηκε ως σύμβολο μιας θαυμαστής δύναμης, παλαιότερης και αρχαιότερης από εκείνης του Πάπα ή οποιουδήποτε βασιλιά. Είναι η πηγή μιας στοιχειακής και ανεξέλεγκτης ζωής, όπως και η ελευθερία. Έχει το δικό της πνεύμα και σοφία. Δεν σκύβει μπρος σε οποιονδήποτε εθνικό οργανισμό ή νόμο. Η επιστροφή της θηλυκής όψης του θεού ξεσηκώνει το λαϊκό ενθουσιασμό και ο άνθρωπος έρχεται σε άμεση επαφή με το ιερό, μέσω των εμφανίσεων της παρθένου της Λούρδης και του Λα Σαλέτ στον 19ο αιώνα.
Παράλληλα με αυτά τα θρησκευτικά φαινόμενα της εμφάνισης της Παρθένου, αναπτύσσονται κοινωνικά φαινόμενα που σοκάρουν τον κόσμο. Πρόκειται για τα φαινόμενα της σεξουαλικής επανάστασης, της χειραφέτησης των γυναικών και του ελέγχου των γεννήσεων. Στη λατρεία της Ινάνα το θηλυκό στοιχείο παίρνει τη μορφή της ιερής πόρνης, μέσω της οποίας αποκαθίσταται ο ιερός ανδρόγυνος. Τούτη η λατρεία επιστρέφει στο 12ο αιώνα με τη Μαγδαληνή ως μετανοημένη πόρνη. Αργότερα η Μαγδαληνή και η Αγ. Μαρία η Αιγύπτια λατρεύονται ως Μαύρες Παρθένοι. Πρόκειται για μια προσπάθεια συμφιλίωσης της σεξουαλικότητας και της θρησκείας, κάτι που συνέβαινε από τα πρωιμότερα στάδια της Θεάς Μητέρας Γης. Η θηλυκή θεότητα έχει τη δυνατότητα να εμφανίζεται μυστηριωδώς και να παρηγορεί εκείνους που υποφέρουν, εκείνους που χρειάζονται περισσότερο την υποστήριξή της.
Τα Ιερά της
Προστάτιδα του λαού της η Μαύρη Παρθένος εμφανίζεται τον 11 ο αιώνα ως Κυρά του Μαύρου Δάσους, στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα το Αββαείο του Άινσιντελν. Ως Κυρά του Κάτω Κόσμου εμφανίζεται την ίδια εποχή σε έναν αρχαίο δρυϊδικό λατρευτικό τόπο στη Σαρτρ. Η Μαύρη Παρθένος του Μονσερά ανακαλύφθηκε ανάμεσα στους βράχους από βοσκούς στη Βαρκελώνη. Η Μαύρη Μαντόνα του Πρατ, στα Πυρηναία, βρέθηκε, όπως και η Άρτεμις, σε ένα δέντρο. Η Κυρά της Γουαδαλούπης, η Μαύρη Μαντόνα όλων των Ισπανόφωνων, περιλαμβανομένου του Μεξικού, βρέθηκε από έναν αγελαδάρη, αφού έμεινε 600 χρόνια θαμμένη σε ένα σιδερένιο κοφίνι.
Η Παρθένος της Κόπακαμπάνα, προστάτιδα της Βολιβίας, βρέθηκε από ψαράδες, οι οποίοι σώθηκαν με θαυμαστό τρόπο από μια καταιγίδα στη λίμνη Τιτικάκα. Στη Βραζιλία, το 1717, ένας ψαράς ανακάλυψε μια Μαύρη Μαντόνα στον Ποταμό Παραμπαΐμπα, στο Σάο Πάολο. Η Κυρία μας Απαρεσίντα, προστάτις της Βραζιλίας, λατρεύεται σήμερα στην πόλη που πήρε το όνομά της. Πρόκειται για ένα μικρό και όμορφο αγαλματίδιο θηλυκής μορφής που στηρίζεται σε ένα μισοφέγγαρο. Επίσης, στην αφροβραζιλιανή παράδοση η Μαύρη Μαντόνα είναι η Οριξά Όξουμ, η Μεγάλη Μητέρα, προστάτιδα της εγκυμοσύνης και των νεογνών, των ποταμών και των Θαλασσών, της Ομορφιάς, της Απολάνησης, του Γέλιου και της Σοφίας που απορρέει από την Υπέρτατη Προγονική Μητέρα την Ιγιάμι Ακόκο.
Όλα στο σύμπαν έχουν δύο όψεις, τη θετική και την αρνητική. Η ανθρωπότητα ισορροπεί ανάμεσα σε αυτές τις δύο όψεις, προκειμένου να παράγει εξελικτικό έργο. Η ανισορροπία της προς ένα συγκεκριμένο άκρο την οδήγησε σε καταστροφή σε αλλεπάλληλες χρονικές περιόδους. Ουσιαστικά, εκείνο που χρειάζεται να συνειδητοποιήσει, και μάλιστα στο φως των ψυχολογικών θεωριών που εμφανίστηκαν στο 19ο και τον 20ο αιώνα, είναι πως δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο όψεων μέσα της και στο περιβάλλον της. Η αρσενική και η θηλυκή αρχή είναι έννοιες κοσμολογικές, στηρίζουν τη δημιουργία του ορατού σύμπαντος. Όσο το σύμπαν μας στην παρούσα μορφή του υπάρχει -και θα υπάρχει για αμέτρητες γενεές- αυτές οι αρχές είναι απόλυτα αναγκαίες για την ισορροπημένη του ανάπτυξη.
Βιβλιογραφία
-
- • Ean Begg, The Cult of the Black Virgin, Oxon, England, 1985.
• Erich Neuman, History of the Origin of Conciousness, Munich, Germany, 1968.
• Ken Carey, Kenneth X. Carey, Christian Land, J. Van der Leenw, The Fire of Creation, 1980.
• John Matthews, Al the Table of the Grail, Penguin, 1987.
• Sylvia Brinton Perera, Κάθοδος στη Θεά, Εκδόσεις Ιάμβλιχος, 1986.
• Barbara Black Koltav, Λίλιθ, η Σκοτεινή Θηλυκή Αρχή, Εκδόσεις Ιάμβλιχος, 1990.
- • Ean Begg, The Cult of the Black Virgin, Oxon, England, 1985.
Ν.Β.