Εναλλακτική Ιατρική
ΚΡΑΝΙΟΪΕΡΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ (CST)
Το ανθρώπινο ον είναι μια αντανάκλαση της αρμονίας του σύμπαντος, προικισμένο με την ικανότητα να εξισορροπεί και να θεραπεύει το ίδιο το σώμα, το νου και την ψυχή του. Οι περισσότεροι από μας δε συνειδητοποιούμε την ύπαρξη αυτού του θείου δώρου, ούτε καν όταν χάνουμε, προσωρινά ή μόνιμα, την πολύτιμη υγεία μας.
Οι κρυμμένες αυτοθεραπευτικές δυνάμεις του ανθρώπινου οργανισμού και οι πιθανοί τρόποι για τη διέγερση και την αξιοποίησή τους, υπήρξαν αντικείμενο μελέτης σε όλες τις εποχές, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη διάφορων θεραπευτικών μεθόδων, που έχουν ως κοινό τους τόπο την ολιστική προσέγγιση και τις ήπιες, μη παρεμβατικές τεχνικές. Πολλές από αυτές τις μεθόδους χρησιμοποιούν παρόμοια ή αντίστοιχα μέσα, ενώ κάποιες μετασχηματίστηκαν με τον καιρό και ενσωματώθηκαν σε νεότερες. Το όνομα μιας μεθόδου δεν έχει τόση σημασία όση ο σεβασμός που δείχνει για τη μοναδικότητα του κάθε ξεχωριστού ανθρώπινου όντος.
Η Κρανιοϊεροθεραπεία παίρνει το όνομά της από το βασικό άξονα του ανθρώπινου σώματος, τη σπονδυλική στήλη, που εκτείνεται από το κρανίο, στο ένα άκρο της, ως το ιερό οστό -και τον κόκκυγα- στο άλλο. Από αυτόν τον κύριο άξονα, που στεγάζει και προστατεύει τα ζωτικότερα όργανά μας, τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό, ξεπηδούν όλα τα περιφερικά νεύρα, που δίνουν αίσθηση και κίνηση σε κάθε τμήμα του σώματος. Κάθε δυσλειτουργία κατά μήκος αυτού του άξονα συνεπάγεται αντίστοιχα προβλήματα στην περιφέρεια. Κατ' επέκταση, κάθε δυσλειτουργία του συνδετικού ιστού, οπουδήποτε στο σώμα, μας επιτρέπει να αντιληφθούμε, «διαβάζοντάς» την, το αρχικό κεντρικό αίτιο που την προκάλεσε. Και οι δυνατότητες δεν σταματούν εκεί. Ασκώντας χειρισμούς στην περιφέρεια, μπορούμε να διεγείρουμε την αυτοθεραπεία της εσωτερικής ανωμαλίας.
Η ιστορία της Μεθόδου
Η Κρανιοϊεροθεραπεία (Cranio-Sacral Therapy ή CST) είναι μια διαγνωστική και θεραπευτική μέθοδος που συνελήφθη και αναπτύχθηκε λίγο μετά το 1900, από τον οστεοπαθητικό Ουίλιαμ Σάδερλαντ (William Sutherland). Ο Σάδερλαντ παρατήρησε πως οι ραφές που χωρίζουν τα οστά του κρανίου είναι σχεδιασμένες ώστε να επιτρέπουν κάποιο βαθμό κίνησης. Συμπεραίνοντας πως αυτή η δυνατότητα πρέπει να έχει κάποια σκοπιμότητα για τη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, πειραματίστηκε κατασκευάζοντας μια συσκευή που εμπόδιζε κάθε κίνηση του κρανίου, την οποία δοκίμασε στον εαυτό του. Το αποτέλεσμα ήταν να εμφανίσει πόνους στο κεφάλι και το σώμα, διαταραχές της ισορροπίας και του συντονισμού και διαταραχή της συμπεριφοράς. Εφαρμόζοντας, κατ' αντίστροφη πορεία, ήπιους χειρισμούς στο κρανίο ασθενών με ανάλογα μυοσκελετικά προβλήματα, πέτυχε να τροποποιήσει τα συμπτώματά τους. Γύρω στο 1930 είχε αναπτύξει τη μέθοδό του, που έγινε γνωστή σαν Κρανιακή Οστεοπαθητική, ενσωματώθηκε στον κορμό της Οστεοπαθητικής επιστήμης και χρησιμοποιήθηκε έκτοτε αποκλειστικά από τους οστεοπαθητικούς.
Ο δεύτερος σταθμός στην ιστορία της μεθόδου ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν ο οστεοπαθητικός και χειρουργός Τζον Απλέτζερ (John Upledger), καθηγητής της Βιο-Μηχανικής στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, συνέστησε μια 30μελή επιτροπή από επιστήμονες διάφορων ειδικοτήτων για να μελετήσει τη θεωρητική βάση και την πρακτική αξία της παλαιότερης μεθόδου. Ο Απλέτζερ, κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης επέμβασης στη σπονδυλική στήλη ενός ασθενούς παρατήρησε πως οι μήνιγγες -οι μεμβράνες που περιβάλλουν το νωτιαίο μυελό, που πορεύεται στο εσωτερικό των σπονδύλων, κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης- πάλλονται με ένα δικό τους ρυθμό, ανεξάρτητο από τους παλμούς της καρδιάς και την κυκλοφορία του αίματος. Μελετώντας το ζήτημα, κατέληξε με την βοήθεια ανατόμων, φυσιολόγων, βιοφυσικών και βιο-μηχανικών, στην εξέλιξη της μεθόδου που σήμερα είναι γνωστή σαν Κρανιοϊερή Θεραπεία.
Η Ανάγνωση ενός Ανεπαίσθητου Παλμού
Ο εγκέφαλος και η προέκτασή του, ο νωτιαίος μυελός, αποτελούν το κεντρικό νευρικό μας σύστημα, όπου εδρεύουν τόσο οι πρωτογενείς λειτουργίες, όπως τα βασικά μας αντανακλαστικά, όσο κι οι ανώτερες, σαν τη σκέψη, τη μνήμη και τη φαντασία. Ολόκληρο το ζωτικό αυτό σύστημα περιβάλλεται και προστατεύεται από οστά, καθώς κι από τρεις μεμβράνες (τις μήνιγγες), ορίζοντας ένα χώρο όπου κυκλοφορεί το Εγκεφαλονωτιαίο Υγρό. Η άντληση και προώθηση αυτού του υγρού γίνεται χάρη σε έναν παλμό, πολύ πιο αδύναμο από εκείνον της κυκλοφορίας του αίματος. Στη ρυθμική αυτή κίνηση συμμετέχουν οι μύες και τα οστά ολόκληρου του σώματος, που βρίσκονται σε διαρκή κίνηση. Ο συνδετικός ιστός, που βρίσκεται παντού στο σώμα, περιλαμβάνει εκτός από τις μήνιγγες, κάθε είδους μεμβράνες (όπως αυτές που τυλίγουν τους πνεύμονες, την καρδιά, τις αρθρώσεις, τους μύες και τα σπλάχνα της κοιλιάς), καθώς και τους τένοντες που στερεώνουν τους μύες στα οστά, τους συνδέσμους που συγκρατούν όργανα ή αρθρώσεις στη θέση τους και τέλος, ένα μεγάλο μέρος του ιστού που βρίσκεται κάτω από το δέρμα μας (υποδόριος ιστός). Όλο αυτό το σύστημα αποτελεί μια συνεχόμενη ενότητα που συμμετέχει στη δημιουργία και τη μετάδοση του αδιάκοπου ρυθμού, ενός ανεπαίσθητου χορού που είναι αξεδιάλυτος με τις λειτουργίες του ανθρώπινου συστήματος που εξασφαλίζουν τη διατήρηση της ισορροπίας του.
Ο εκπαιδευμένος θεραπευτής, αγγίζοντας το σώμα του ασθενή, είναι σε θέση να «διαβάσει» τον εγκεφαλονωτιαίο παλμό, καθώς μεταδίδεται από το συνδετικό ιστό, εντοπίζοντας έτσι περιοχές ή σημεία όπου αυτός παρεμποδίζεται. Αλλά και αντίστροφα, ασκώντας ήπιους χειρισμούς -μαλάξεις και πιέσεις ελαφρές όσο το βάρος ενός μικρού νομίσματος- μπορεί να απελευθερώσει το μπλοκάρισμα σε αυτά τα σημεία, επιτρέποντας στο σώμα να χρησιμοποιήσει τους αμυντικούς του μηχανισμούς και να αποκαταστήσει, στην ουσία μόνο του, τη βλάβη. Πρόκειται για μια θεραπεία τόσο ήπια στους χειρισμούς της, που μπορεί, σε αντίθεση με πολλές άλλες μεθόδους, να εφαρμοστεί με ασφάλεια ακόμα και στις εγκύους.
Εφαρμογές της Κρανιοϊεροθεραπείας και Συγγενείς Μέθοδοι
Επειδή οι μικρές αλλοιώσεις του συνδετικού ιστού, που αντανακλούν τις εσωτερικές δυσλειτουργίες, δεν περιορίζονται μόνο σε μυοσκελετικές παθήσεις, αλλά αντίθετα προκαλούνται από κάθε είδους παθήσεις και διαταραχές, η μέθοδος έχει εφαρμογή σε όλη σχεδόν τη γκάμα της ανθρώπινης παθολογίας. Παθήσεις όχι μόνο σωματικές, αλλά και ψυχικές ή διανοητικές, μπορούν να αντιμετωπιστούν με την Κρανιοϊεροθεραπεία, συχνά σε συνδυασμό με άλλες συμπληρωματικές μεθόδους. Μεταξύ αυτών αναφέρονται: Πονοκέφαλοι, ημικρανίες, σπαστική κολίτιδα, προβλήματα του πεπτικού, χρόνιοι πόνοι της πλάτης, κατάθλιψη, συμπτώματα έντονων σωματικών ή ψυχικών τραυματισμών, εγκεφαλικά επεισόδια, κακώσεις του εγκεφάλου ή του νωτιαίου μυελού, παθήσεις του κεντρικού και περιφερικού νευρικού συστήματος, σκλήρυνση κατά πλάκας, προβλήματα περιόδου ή εμμηνόπαυσης, οστεοαρθρίτιδα και ρευματοειδής αρθρίτιδα, προβλήματα με την άρθρωση της γνάθου, χρόνιοι πόνοι, συμφύσεις μετά από εγχείρηση, δυσλεξία και άλλα προβλήματα λόγου, αυτισμός, αλλεργίες, νευραλγίες, ιγμορίτιδα, βούισμα στα αυτιά, ίλιγγος, υπέρταση και υπόταση.
Ο λόγος που τόσο πολλές και διαφορετικές παθήσεις μπορούν να δουν βελτίωση, έστω και μερική, δεν είναι πως πρόκειται για κάποια θαυματουργή ή μαγική μέθοδο, ούτε βέβαια για πανάκεια. Πρόκειται απλώς για μια τεχνική που δεν αποφεύγει να αφουγκραστεί τα σημάδια του σώματος και αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως μια ενιαία και αδιάσπαστη ενότητα όλων των λειτουργιών που συνηθίζουμε να διακρίνουμε σε σωματικές, ψυχικές και νοητικές. Αυτή την ολιστική αντίληψη για το ανθρώπινο ον και τα προβλήματά του μοιράζονται και πολλά άλλα θεραπευτικά συστήματα και μέθοδοι, που είναι γενικά γνωστά ως εναλλακτικές ή συμπληρωματικές θεραπείες.
Πολύ κοντά στην Κρανιοϊεροθεραπεία βρίσκονται μέθοδοι σαν τη μάλαξη του συνδετικού ιστού, τη φασιαθεραπεία ή την τεχνική Βowen, το creative healing, διάφορες τεχνικές μασάζ, το σιάτσου και ιδιαίτερα ορισμένες μορφές του, και βέβαια την οστεοπαθητική και τη χειροπρακτική. Επίσης, συγγενικές ως προς τους μηχανισμούς που διεγείρονται ή επιστρατεύονται κατά την άσκηση ή τη θεραπεία, είναι οι διάφορες τεχνικές χαλάρωσης, ο θεραπευτικός οραματισμός, το ρέικι, οι μέθοδοι εξισορρόπησης των τσάκρα, ο βελονισμός και πολλές άλλες, σύγχρονες ή αρχαίες, διαδεδομένες ή περιθωριακές. Συχνά, δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία ποια από τις δοκιμασμένες μεθόδους θα ακολουθήσει κανείς για την αποκατάσταση ή τη διατήρηση της υγείας του, όσο η ειλικρινής και σταθερή επιθυμία του να μεταμορφώσει τον εαυτό του, στην ψυχή και το σώμα.
Με αυτή την επιθυμία για ουσιαστική αλλαγή ξεκινάει πάντα κάθε βαθιά θεραπεία και ο θεραπευτής δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να υποκινήσει ή να ενισχύσει, με όποια μέσα έχει στη διάθεσή του, αυτή την επιθυμία, βοηθώντας έτσι τον άνθρωπο που έχει απέναντί του να εναρμονίσει το εσωτερικό του με το εξωτερικό σύμπαν. Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο θεραπευτής καθρεφτίζεται στον άλλο άνθρωπο, αποκαθιστώντας μια αμφίδρομη σχέση, την ανταλλαγή ιδεών και συναισθημάτων και τη ροή θεραπευτικής ενέργειας, που είναι πολύτιμη και για τους δύο.
Ψηλάφηση της Ψυχής στο Χάρτη του Σώματος
Κατά την εφαρμογή της Κρανιοϊεροθεραπείας, ο ασθενής ξαπλώνει, χωρίς να βγάλει τα ρούχα του και ο θεραπευτής, επιχειρεί να ψηλαφίσει τις λεπτές αποχρώσεις του κρανιακού ρυθμού,όπως αυτές μεταδίδονται σε ολόκληρο το σώμα, εντοπίζοντας έτσι σημεία όπου υπάρχουν μπλοκαρίσματα στο σωματικό επίπεδο. Ταυτόχρονα, μιλάει στο θεραπευόμενο για διάφορα θέματα που πιθανά τον απασχολούν, ανιχνεύοντας την άμεση αντίδραση του σώματός του στα συναισθήματα που βιώνει εκείνη τη στιγμή. Η ταυτόχρονη βίωση του έντονου συναισθήματος και της θεραπευτικής πίεσης στο αντίστοιχο σημείο, φαίνεται πως βοηθά τον οργανισμό να απελευθερώσει την παγιδευμένη ενέργεια, βάζοντας σε θεραπευτική διαδικασία τόσο το τοπικό σημείο όπου σωματοποιήθηκε το πρόβλημα, όσο και το ίδιο το συναισθηματικό μπλοκάρισμα που πιθανότατα το προκάλεσε. Ο ασθενής μπορεί να βιώσει έντονα συναισθήματα, να κλάψει, να θυμηθεί απωθημένα συμβάντα ή να αποκοιμηθεί, ανάλογα με το είδος της αντίδρασης που του χρειάζεται για να θεραπευτεί.
Η εξήγηση για αυτή την περίεργα έντονη αντίδραση σε ένα τόσο απαλό άγγιγμα, βρίσκεται στον μηχανισμό με τον οποίο αναπτύσσονται διάφορες αλλοιώσεις στο μυοσκελετικό σύστημα και τον συνδετικό μας ιστό. Σύμφωνα με τη θεωρία του Βίλχελμ Ράιχ (Wilhelm Reich), εσωτερικές συγκρούσεις και αρνητικές ή τραυματικές εμπειρίες έχουν την τάση να σωματοποιούνται σε συσπάσεις μυών, που με τον καιρό, καθώς ο χαρακτήρας του ατόμου οργανώνεται γύρω από την τραυματική μνήμη, μονιμοποιούνται και οργανώνονται κι αυτές. Δημιουργείται έτσι μια σωματική «θωράκιση», που αντιστοιχεί σε βραχύνσεις μυών και τενόντων, σε μια προσπάθεια του σώματος να προστατέψει τον εαυτό του από το να βιώσει ξανά την αρχική επώδυνη κατάσταση. Ο ίδιος μηχανισμός ισχύει βέβαια και σε σωματικούς τραυματισμούς ή άλλες επώδυνες καταστάσεις. Έτσι, μια σωματική κάκωση (π.χ. σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα), αλλά και ένας ξαφνικός φόβος ή μια παρατεταμένη λύπη, μπορούν να οδηγήσουν, για παράδειγμα, σε ένα επώδυνο αυχενικό σύνδρομο.
Τέτοια παραδείγματα, που είναι καθημερινά στην κλινική πρακτική, αποδεικνύουν την ενότητα μεταξύ ύλης και πνεύματος, όπως αυτή εκφράζεται στην υγεία και την ασθένεια των ανθρώπων και ταυτόχρονα μας εξηγούν γιατί η κατεξοχήν υλιστική στάση της επιστήμης στην εποχή μας, που προσπαθεί να ξορκίσει την ίδια μας τη βαθύτερη φύση, αποτυγχάνει μερικές φορές ακόμα και να καταλάβει τους μηχανισμούς της ασθένειας, πολύ περισσότερο δε να τη θεραπεύσει αληθινά.
Μάλαξη του Υποδόριου Συνδετικού Ιστού και Ιριδολογία
Φαίνεται πως το ανθρώπινο σώμα διαθέτει έναν καταπληκτικό μηχανισμό που αντιστοιχίζει κάθε είδους εσωτερική πάθηση ή διαταραχή στο δέρμα και τον υποδόριο ιστό, ακόμη και στα μάτια. Ένα δίκτυο από μικροσκοπικές νευρικές ίνες ενώνει τα εσωτερικά όργανα με το δέρμα, κι έτσι κάθε παρατεταμένη αλλαγή σε κάποια εσωτερική λειτουργία απεικονίζεται και καταγράφεται στην εξωτερική επιφάνεια του σώματος. Με βάση αυτό το μηχανισμό αναπτύχθηκαν διάφορες μέθοδοι Αντανακλαστικής Ζωνοθεραπείας, όπως, για παράδειγμα, η Ρεφλεξολογία, που χρησιμοποιεί τις διάφορες περιοχές του πέλματος των ποδιών για να «διαβάσει» τις παθήσεις και δυσλειτουργίες στο εσωτερικό του σώματος που αντιστοιχίζονται σε αυτές. Έτσι, σε μερικές περιπτώσεις εδώ και χιλιάδες χρόνια, άρχισαν να αναπτύσσονται λεπτομερείς χάρτες του ανθρώπινου σώματος, έτσι όπως αυτό αντιστοιχίζεται στα πέλματα και τις παλάμες των χεριών, αλλά και στο πτερύγιο του αυτιού, την επιφάνεια του προσώπου, την πλάτη και άλλες περιοχές, χάρη στους οποίους, όχι μόνο μπορεί κανείς να διαγνώσει τις εσωτερικές παθήσεις, αλλά και να κινητοποιήσει τους μηχανισμούς θεραπείας τους, διεγείροντας τα αντίστοιχα σημεία του «χάρτη» με διάφορα μέσα (πιέσεις, μαλάξεις, βελονισμό ή ηλεκτρισμό).
Η τεχνική που λέγεται Μάλαξη του Υποδόριου Συνδετικού Ιστού είναι μια μέθοδος που αναπτύχθηκε στον αιώνα μας, στα πλαίσια της συμβατικής ή «κλασικής» δυτικής ιατρικής. Η σύλληψη και η εξέλιξή της οφείλεται στην Ελίζαμπεθ Ντίκε (Elisabeth Dicke) (1884-1952), μια Γερμανίδα φυσιοθεραπεύτρια που το 1929 ανακάλυψε στον ίδιο τον εαυτό της την αντιστοιχία μιας πάθησης των αγγείων του ποδιού με πόνους σε συγκεκριμένες περιοχές της πλάτης της. Εφαρμόζοντας μια ειδική τεχνική μαλάξεων σε αυτές τις περιοχές, κατάφερε να αναστρέψει την πορεία της πάθησής της, σώζοντας τελικά το πόδι της από νέκρωση και βέβαιο ακρωτηριασμό.
Μελετώντας στη συνέχεια χιλιάδες περιπτώσεις, η Ντίκε και οι συνεργάτες της χαρτογράφησαν ολόκληρη την επιφάνεια της πλάτης, καταγράφοντας τα ακριβή σημεία όπου αντιστοιχίζονται τα διάφορα όργανα και οι αντίστοιχες παθήσεις. Ας σημειωθεί ότι το ιατρικό κατεστημένο της Γερμανίας αντιλήφθηκε την αξία της μεθόδου, επιτρέποντάς της έτσι να ακολουθήσει τη φυσική της εξέλιξη και να διαδοθεί. Η μέθοδος εφαρμόζεται σήμερα πια σε ευρεία κλίμακα προσφέροντας στην ιατρική και τη φυσικοθεραπεία ένα σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση όλων σχεδόν των εσωτερικών παθήσεων. Αυτή η έλλειψη μισαλλοδοξίας που επιτρέπει τη συνεργασία και τη σύγκλιση, δίνει ένα σπουδαίο παράδειγμα και για τη σημερινή εποχή, στην οποία καλούμαστε να βρούμε τον τρόπο σύγκλισης μεταξύ των «συμβατικών» και των «εναλλακτικών» θεραπευτικών μεθόδων, συνθέτοντας επιτέλους μια ενιαία θεραπευτική επιστήμη.
Μια άλλη νεότερη μέθοδος, που καταφέρνει να «διαβάσει» τις εσωτερικές παθήσεις όπως αυτές καταγράφονται στο εξωτερικό του σώματος, είναι η Ιριδολογία. Πρόκειται για μια διαγνωστική μέθοδο που αναλύει τις μεταβολές που συμβαίνουν στην ίριδα του ματιού, βγάζοντας συμπεράσματα για συστήματα ή όργανα του σώματος που πάσχουν. Στην επιφάνεια της ίριδας των ματιών καταλήγει ένα πολύπλοκο δίκτυο νευρικών ινών, που απεικονίζει διαρκώς την κατάσταση κάθε οργάνου ή συστήματος, τις γενετικές αδυναμίες και προδιαθέσεις, την προσπάθεια του οργανισμού να αποκαταστήσει τις βλάβες, αλλά και τις τυχόν μόνιμες αλλοιώσεις. Είναι μία εντελώς ανώδυνη, ακίνδυνη και μη παρεμβατική μέθοδος, που σήμερα εκμεταλλεύεται τη φωτογραφία και την τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, βοηθώντας στην πρώιμη διάγνωση κάθε είδους παθήσεων.
Η Ασθένεια στο Άτομο και στο Ανθρώπινο Είδος
Οι κάθε είδους τραυματικές καταστάσεις (από τις κακώσεις του αυχένα και της σπονδυλικής στήλης ή τις αθλητικές κακώσεις μέχρι έναν δύσκολο τοκετό με εμβρυουλκία), αλλά και οι συναισθηματικοί τραυματισμοί, τα έντονα ψυχικά στρες και τα αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβος, θυμός, μίσος, ζήλεια ή αίσθημα απομόνωσης, εξωτερικεύονται και αφήνουν τα ίχνη τους στο σώμα, «κλειδώνοντας» ή «παγώνοντας» αντίστοιχα σημεία του και δημιουργώντας τελικά ολόκληρες αλυσίδες δυσλειτουργίας, που κάνουν την παθολογία να βαθαίνει. Με αυτό τον τρόπο, για παράδειγμα, μια μόνιμη δυσκολία έκφρασης και μοιράσματος των συναισθημάτων μπορεί να προκαλέσει μια έντονη μυϊκή σύσπαση στην περιοχή του αυχένα, που σταδιακά οδηγεί σε διαταραχές εσωτερικών οργάνων. Είμαστε ένα ενιαίο σύνολο, που τα μέρη του εξαρτώνται το ένα από το άλλο για να διατηρηθούν υγιή. Κάθε μόνιμη διαταραχή της ισορροπίας ενός μέρους, διαταράσσει ολόκληρο τον υπόλοιπο οργανισμό κι αρχίζει να εγκαθίσταται και να «γράφεται» σε αυτόν. Η διατήρηση της υγείας είναι μια διαρκής δυναμική ισορροπία μεταξύ άυλου και ορατού, υλικού και πνευματικού.
Ίσως μπορεί κανείς να διατυπώσει μια αναλογία ανάμεσα στον τρόπο που αναπτύσσεται η ασθένεια στα άτομα και στον τρόπο που μοιάζει να νοσεί η ανθρώπινη κοινωνία στο σύνολό της. Σήμερα περνάμε μια εποχή πνευματικού διχασμού, ένα είδος άρνησης του εαυτού μας και της σχέσης του με τη Φύση που μας αγκαλιάζει. Ωστόσο, ο άνθρωπος είναι από τα πιο πρόσφατα πλάσματα πάνω στη Γη, ένα νεαρό είδος, που ενδεχομένως δεν έχει ακόμα διανύσει την παιδική -ή έστω την εφηβική του ηλικία. Η άποψη πως εμείς αποτελούμε την κορωνίδα της δημιουργίας, το σπουδαιότερο και πιο μεγαλειώδες επίτευγμά της, θεωρείται από πολλούς ιδιαίτερα αμφισβητήσιμη και απορρίπτεται ως αλαζονική φαντασίωση. Κι αν ακόμη είμαστε στα αλήθεια προορισμένοι να κληρονομήσουμε κάτι τόσο μεγάλο, μάλλον είναι ακόμα πολύ νωρίς για να συμβεί αυτό. Θα πρέπει πρώτα να ωριμάσουμε και να αποδείξουμε πως το αξίζουμε.
Εξαιτίας αυτής της δεδομένης ανωριμότητας του ανθρώπινου πολιτισμού, δυσκολευόμαστε προς το παρόν να πετύχουμε μια μίξη των διαφορετικών κατευθύνσεων και εφαρμογών του. Ένα παράδειγμα αυτής της δυσκολίας είναι η πολυδιάσπαση της θεραπευτικής επιστήμης σε φαινομενικά αντίθετες μεθόδους, που στην πράξη εμποδίζει την αποκατάσταση ενός καλύτερου επιπέδου υγείας για το ανθρώπινο είδος στο σύνολό του. Ταυτόχρονα, επιτρέπει την ύπαρξη και την επιβίωση φαινομένων τσαρλατανισμού και ημιμάθειας, που αντί να βοηθούν, επιβαρύνουν την ανθρώπινη υγεία. Έτσι, δεν μπορεί κανείς σήμερα να εμπιστεύεται τυφλά την οποιαδήποτε θεραπευτική μέθοδο στο σύνολό της. Αντί για αυτό, είναι καλύτερο να εμπιστεύεται την υγεία του σε συγκεκριμένα άτομα, που εκτός από την απαραίτητη γνώση της θεωρίας και της πρακτικής, είναι σε θέση να αποκαταστήσουν την ανθρώπινη και θεραπευτική σχέση, και διαθέτουν μια ανενδοίαστη επιθυμία να βοηθήσουν.
Ξεπερνώντας το Φόβο και τα Αρνητικά Συναισθήματα
Η τάση του ανθρώπου να ακολουθεί φανατικά ή απλώς παθητικά διάφορες «μόδες» ή «πίστεις» της εποχής του, σχετίζεται κατά βάθος με την ανάγκη του να κατευνάσει το βαθύ του φόβο για το άγνωστο, αγκυροβολώντας σε κάτι που να μπορεί να δεχτεί απόλυτα και τελεσίδικα ως καλό. Όμως, η βαθύτερη προσέγγιση στη θεραπεία του σώματος ή του πνεύματός μας, συχνά απαιτεί τη δική μας ουσιαστική συμμετοχή, που προϋποθέτει πως είμαστε έτοιμοι να αλλάξουμε προς το καλύτερο. Ακολουθώντας και ικανοποιώντας αυτή τη βαθιά και απλή ανάγκη, μπορούμε να αφήσουμε πίσω τα αρνητικά συναισθήματα, εξασφαλίζοντας καλύτερη υγεία για τον εαυτό μας και τους δικούς μας ανθρώπους, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην αποκατάσταση της ενότητας της ανθρώπινης φύσης.
Γ.Ν.